Χλόη Κουτσουμπέλη “Ιερεμιάδα” * Κριτική

In Κριτική by mandragoras

 

Το τελευταίο μυθιστόρημα της Χλόης Κουτσουμπέλη  «Ιερεμιάδα», σίγουρα είναι το καλύτερο της πεζογράφημα. Εμπνευσμένη από την πραγματικότητα της πανδημίας, η συγγραφέας εφευρίσκει και πλάθει μια δικιά της νόσο, πιο σκληρή, με έναν ιο, έντονα θανατηφόρο που απειλεί άμεσα με εξαφάνιση ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μας διηγείται μια δική της παραβολή, με την οποία εκφράζει τις απόψεις της πάνω στα πιο δύσκολα θέματα που απασχολούν τον σύγχρονό άνθρωπο – αυτά για τις κοινωνικές ανισότητες, για τον ρόλο της τέχνης στη ζωή μας, για τον έρωτα και την αγάπη, για τις σχέσεις ανδρών και γυναικών γενικώς.

   Το κείμενο είναι πλούσιο σε συμβολισμούς. Ιδιαίτερα πετυχημένο εύρημα είναι τα συμπτώματα που προκαλεί ο ιος – Κέρβερος που θυμίζει τον Ναζισμό. Σε πρώτη φάση οι ασθενείς χάνουν την φωνή τους και μετά, όταν η νόσος προχωρήσει – θα απολέσουν τη μνήμη τους. Πρώτα δηλαδή χάνεται η επικοινωνία και μετά πια βάλλεται, κι αλλοιώνεται η προσωπικότητα των ατόμων, μια που όλοι μας είμαστε το κοινωνικό μας περιβάλλον και το παρελθόν μας. Ποιο είναι όμως το παρελθόν μας  και σε αυτό το ερώτημα εστιάζει το βιβλίο – είναι αυτά που ζήσαμε, ή αυτά που αγαπήσαμε; Μια από τις ηρωίδες της – η Τερέζα λέει:  «Είμαστε τα βιβλία που διαβάσαμε.» Ακολουθούν κι άλλοι προβληματισμοί: Όσο τρομερή κι αν είναι η απώλεια της μνήμης τόσο πιο τρομερή είναι η επαναφορά της!!! Μαζί με την ανάρρωση, για τους τυχερούς, επανέρχεται η μνήμη, κάτι όμως που φέρνει μεγαλύτερο πόνο – μια που επανέρχονται κι όλα αυτά που θα προτιμούσαμε να είχαμε ξεχάσει…
   Στο βιβλίο, τα άτομα που έχουν χάσει την φωνή τους επικοινωνούν με τους άλλους γράφοντας κι εδώ αμέσως έρχεται το ερώτημα κατά πόσο ο γραπτός λόγος μπορεί να αντικαταστήσει τον προφορικό με την αμεσότητά του, τις φωνητικές αποχρώσεις και τονισμούς, τις παύσεις, τις εκφράσεις του προσώπου και την γλώσσα του σώματος; Θα μπορούσε δηλαδή ο γραπτός λόγος να είναι η επικοινωνία μας; Αμέσως προκύπτει μια αλληλουχία σπουδαίων αλληγορικών ερωτημάτων:  
   Είναι ο κάθε γραπτός λόγος μια εικονική πραγματικότητα;
   Κατά πόσο η λογοτεχνία είναι τρόπος επικοινωνίας;
   Ή μήπως τελικά τα γραπτά είναι μόνον η μνήμη μας, μια που καταγράφουν μα κι αποθηκεύουν το παρόν μας; 
    Το μυθιστόρημα αποτελείται από τις αφηγήσεις – εξομολογήσεις των ηρώων, πάντα σε πρώτο πρόσωπο, κάτι που τους το ζητάει η υπεύθυνη αρχηγός της μονής  – καταφύγιο, όπου διαμένουν. Εκτός από ψυχοθεραπεία για τις ίδιες, το γράψιμο είναι τρόπος να αποκαλυφθούν – μέσα από τα κείμενά, το στυλ της γραφής και τις ιδιαιτερότητές του – οι χαρακτήρες, οι διαφορετικές συμπάθειες ή αντιπάθειες, και βασικά οι σχέσεις σε αυτήν την μικρή κοινωνία. Κάθε πρόσωπο χαρακτηρίζεται, όχι μόνο από τις δικές του εμπειρίες, βιώματα, ιατρικό ιστορικό(!!!), μα κι από τη δική του γραφή, λεξιλόγιο, τρόπο σκέψης.

   Τελικά η ανάγκη επιβίωσης, υποχρεώνει τους ήρωες, όχι μόνο να συνυπάρχουν, μα και να δημιουργήσουν μια υποτυπώδη κοινωνική δομή, που αρχικά θα βασίζεται πάνω στις πιο απαραίτητες συναναστροφές, για να εξελιχτεί σε μοντέλο, ενός φεμινιστικού, πρωτόγονο κομμουνισμού, ή κοινοβίου, όπου όλες οι γυναίκες έχουν ίσια δικαιώματα κι απολαβές, μα προσφέρουν η κάθε μία, ανάλογα με τις ικανότητες της. Πρόκειται για χριστιανική μονή, χωρίς το τελετουργικό και τις λατρευτικές υποχρεώσεις. Οι αδερφές μοναχές – οι γυναίκες δηλαδή, συμβολικά κι ανάλογα με τον χαρακτήρα τους έχουν για ονόματα τις μέρες της εβδομάδας, όπου η πιο τεμπέλα και με έντονη τάση για κουτσομπολιό λέγεται Κυριακή, η πιο δυναμική Τετάρτη, μια που είναι η πιο φορτισμένη μέρα κ.λπ. Ευρηματική ονομασία έχει δοθεί και στα οικόσιτα ζώα – στις κατσίκες αντιστοιχούν οι διαφορετικές νότες από την κλίμακα, ενώ οι κότες ακολουθούν τον αριθμό τους.  Δεν είναι μόνο η πανδημία που αναγκάζει αυτές τις γυναίκες να βρουν καταφύγιο στη μονή. Δυο από τις αδερφές είναι κακοποιημένες στον έξω κόσμο και μια άλλη θα βιαστεί. Το κλίμα που επικρατεί ανάμεσα τους δεν είναι πάντα ευχάριστο, υπάρχουν οι εντάσεις, οι αντιζηλίες, οι προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες. Υπάρχουν οι κρυφοί έρωτες, όπως και το μεγάλο μυστικό,  για την γέννηση του μικρού Ιερεμία – και πρόκειται για άλλο ένα ευρηματικό μέσο στην αφήγηση της Χ.Κ. που κρατάει ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη και προσδίδει αγωνία στην πλοκή, μα προσθέτει κι επιπλέον συμβολισμούς – η ελπίδα (το μέλλον) θα γεννηθεί μέσα από την σιωπή, μα θα είναι και καρπός ενός μεγάλου έρωτα, μιας απαγορευμένης και κοινωνικά καταδικασμένης σχέσης . Όσο για το όνομά του παιδιού –  Ιερεμίας  σημαίνει: ο Θεός ανυψώνει ή καθιστά. Ο προφήτης Ιερεμίας είχε προφητεύσει την καταστροφή του Ναού, την άλωση της Ιερουσαλήμ και την αιχμαλωσία από τον Ναβουχοδονόσορ.  Άλλος ένας συμβολισμός μια που η άλωση δεν διαφέρει από την πανδημία.

  Οι γυναίκες στην μονή, δε θα διστάσουν να εξοστρακίσουν με την κατηγορία του βιασμού, τον έναν από τους δυο άντρες, που στην περίοδο της  πανδημίας είναι κι ο πλέον χρήσιμος, μια που είναι ιατρός, και με τον οποίον είναι ερωτευμένες τουλάχιστον τρεις από τις ηρωίδες.  

   Η απόλυτη καταστροφή που προκαλεί ο ιος θα είναι και μια ευκαιρία για καινούργια αρχή. Έτσι δημιουργούνται δυο κοινωνικά μοντέλα που θα συνεχίσουν την μετά της πανδημίας εποχής. Το ένα αυστηρά ταξικό και κραυγαλέα άδικο, όπου από την μια είναι οι εφευρέτες, που προσπαθούν να βρούνε την θεραπεία για τον ιο κι από την άλλη το βοηθητικό προσωπικό. Άλλος ένας διαχωρισμός που προκύπτει είναι  οι υγιείς από την μια οι μολυσμένοι και από την άλλη, μια δύσκολη κατάσταση που αναπόφευκτα θα φέρει μελλοντικές συγκρούσεις. 

   Το δεύτερο μοντέλο είναι αυτό της πρωτόγονης φεμινιστικής κομμούνας – αδελφότητας στην μονή (φεμινιστικής λόγο συνθηκών, μια που οι άντρες που έχουν επιβιώσει είναι μονάχα δύο).

   Και σαν αφηγητής, μα και σαν στοχαστής η Χ.Κ έχει πετύχει να κρατήσει την προσοχή του αναγνώστη. Το μυθιστόρημα διαβάζετε απνευστί . Οι προβληματισμοί δίνουν υλικό για περισυλλογή και σκέψη, όσο για τις αλληγορίες και τους συμβολισμούς δεν μπορούν παρά να μας αναστατώσουν αποδεικνύοντας το πλούσιο ποιητικό και συγγραφικό ταλέντο της Κουτσουμπέλης.

Χρήστος Χαρτοματσίδης

[Ιερεμιάδα Χλόη Κουτσουμπέλη μυθιστόρημα, εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας σελ. 339]