Σταματίνα Λιώση | Τρία Ποιήματα

In Λογοτεχνία, Ποίηση by mandragoras

 

[άτιτλο]

γεννήθηκα καλοκαίρι
ανάμεσα σε πυρκαγιά
και πυρκαγιά

ανήκω στη γενιά των κλειστών συνόρων
των επιθέσεων αυτοκτονίας
του καύσωνα στο inverness

πάω με το ποδήλατο στη δουλειά
δεν έχω αυτοκίνητο
ανακυκλώνω

είναι οι ψίχες των δαχτύλων μου μελανές
από την πληκτρολόγηση
κάνω workfromhome

τρώω shreddies
όχι ταbrand αλλά τα generic
value for money

δενλέωψέματα
είμαι ψέμα
με παρακολουθώ στις ειδήσεις

τηρώ με ευλάβεια ημερολόγιο
γνωσιακής θεραπείας
σημειώνω το παραμικρό

πότε σε σκέφτηκα
γιατί σε σκέφτηκα
πώς σε σκέφτηκα

δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω
γενικά δεν ξέρω
τι πρέπει

περπατώ δίπλα στο ποτάμι
με τους κύκνους
είναι ο καιρός των κύκνων

τέλειωσαν τα όνειρα
έμεινε μόνο η φαντασίωση
μνημόνιο στο διηνεκές

πως είμαι ξαπλωμένη δίπλα σου
σε κοιτάζω
ερωτευμένη ακόμη [το πιστεύεις;]

ανήκω στη γενιά των breaking news
της αναμονής
όχι της κανονικής αλλά της άλλης

που απαιτεί σθένος ψυχικό
τσίχλες με γεύση peppermint
πολλές τσίχλες

πλέει πάνω μου το μπλουτζήν
κι ας έχω βάλει από μέσα
το σκούρο γκρενά πουλόβερ

το αγαπημένο μου πουλόβερ
στο χρώμα του παγωμένου αίματος
πάνω σε γρασίδι

είναι ακόμα καλοκαίρι
ανάμεσα σε πυρκαγιά και πυρκαγιά
περιμένω το φθινόπωρο

να μεταμορφωθώ
σε σταγόνα βροχής
να κυλήσω



πολιτογράφηση

μπαίνω και βγαίνω τώρα στη χώρα
χωρίς αγωνία
κουβαλώντας την ομίχλη μου με χαρά
και περηφάνια
[τελευταία φορά την ταξίδεψα στο Μαρόκο]της έδειξα τους κήπους
τους καλοφτιαγμένους δρόμους
στα ριάντ, τα μπαχάρια
της έσπαγαν τη μύτη
αλλά αυτή εκεί
[αλύγιστη]περπατούσε στις δαιδαλώδεις Μεδίνες
ρωτώντας στα αγγλικά
[δεν μιλάει ούτε γαλλικά ούτε ισπανικά]να της δείχνουν τον δρόμο
κάθε φορά που πήγαινε να χαθεί
δοκίμαζε απ’όλες τις λιχουδιές στους πάγκους
ήταν ευγενική, καταδεκτική
[μόνο ένα πράγμα αρνούνταν στους εμπόρους]να παζαρέψειτον εαυτό της

νούφαρο μέσα σε νούφαρο
επιπλέω σε λασπωμένα νερά
σε ήσυχα νερά

ενώ πίνω το τσάι μου
πέντε η ώρα

στο τραπέζι της κουζίνας
με την δύση να μπαίνει αθόρυβη

από το παράθυρο πάνω από τον νεροχύτη
περπατώντας στις μύτες των ποδιών της

να απλώνει τροπικούς παπαγάλους
πάνω στην πήλινη φρουτιέρα

στην ασημένια τσαγιέρα
με το ζωγραφισμένο στο χέρι

[water lily in muddy waters]

 

 

vermin

αγριεμένα ζαρκάδια
στόματα δεμένα σφιχτά με ταινία
σιωπή [ως ώρα]πνιγμένη, δειλινή
καμιά αναγνώριση πτωμάτων
ερώτηση καρφωμένη σε βυθό βραχώδη
[γιατί;]δεν γλιτώνει το φως από τη μοίρα του
μοίρα γραμμένη σε σόλα μαύρης μπότας
αφήνει ίχνη σβάστικας στο πέρασμά της
από το ανθρώπινο στο λίγο ανθρώπινο
[ως το ελάχιστο] εκεί όπου όλα στέκονται με το πιστόλι στον κρόταφο
κεφαλιού κολλημένου σε τοίχο
ασβεστωμένο [τέλος]ονόματος σκισμένου στα δυο
εξατμισμένου δέρματος
σε ανοιχτό τάφο
ακόμη και τώρα
μετά από έναν σχεδόν αιώνα
παρά τις ανακωχές
μεταστάσεις καινούργιες
σε φωλιές εγκαταλειμμένες
σε χορτάρια [με κομμάτια πάγου στοιβαγμένα πάνω τους]κουλουριασμένα από το κρύο