Σε μεγάλο βαθμό τα Λευκώματα έχουν ένα στοιχείο μουσειακό με την βαριά ατμόσφαιρα που είχαν συνήθως τα παλιά μουσεία δίχως τη φρεσκάδα και το παιχνίδισμα που οφείλει ένα ζωντανό σώμα να διατηρεί όχι απλώς για να ιστορεί αλλά κυρίως για να διαλέγεται με τη σύγχρονη κοινωνία. Είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεται και το πραγματικό σχολείο που αντί του βραχνά θα ’πρεπε να αποτελεί πηγή έμπνευσης κι απελευθέρωσης του πιο φρέσκου, ζωντανού κι ελπιδοφόρου κομματιού της χώρας. πριν έρθουν τα γραφειοκρατικά προγράμματα να μετατρέψουν τις γελαστές ψυχές των παιδιών σε συνοφρυωμένους φοβισμένους (και καλά ελεγχόμενους) πολίτες της σήμερον και της αύριον: (Αι γενεαί πάσαι ή η σήμερον ως αύριο και ως χθες, για να θυμηθούμε τον Ανδρέα Εμπειρίκο).
Κι εδώ είναι η σπουδαιότητα της οπτικής της Νικάνδρας Μπακογεώργου που δεν υπερίσχυσε απλώς των ανδρών με το πόνημά της αλλά και της προϊστορίας των Λευκωμάτων:
αντλώντας μέσα από ένα τεράστιο αρχειακό και ιστορικό υλικό, εφημερίδες της εποχής, φωτογραφίες, κείμενα, μαρτυρίες, μνήμες συμπολιτών της που ανέσυρε στην επιφάνεια, μαθητολόγια, αναλυτική βιβλιογραφία, καταφέρνοντας να ανασυστήσει, μετά από επίπονη έρευνα όπως είναι ορατό) ονόματα καθηγητών από το 1919 μέχρι τις μέρες μας, και μάλιστα ανά ειδικότητα (απ’ όπου ο ερευνητής μπορεί να αντλήσει πάρα πολλά στοιχεία), όπως κι από τις αναλυτικές ονομαστικές καταστάσεις αποφοιτησάντων. (Διόλου εύκολη υπόθεση ιδιαίτερα για ένα σχολείο που έκαψαν ολοσχερώς οι Γερμανοί Κατακτητές τον Αύγουστο του 1944, μαζί με το ιστορικό κτίριο του Γυμνασίου. Το οποίο δέσποζε ολοκαίνουργο την Άνοιξη του 1931, μόλις 13 χρόνια πριν την πυρπόλησή του). Η πείνα κι ο τρόμος θανάτου στην Κατοχή, οι μαθητές από τα χωριά που έμεναν σε παράγκες νηστικοί και τρισάθλιοι εγκαταλείποντας το σχολείο: «… Ήταν του Αγίου Νικολάου. Νηστικός και το δωμάτιο που έμενα παγωμένο. Η εκκλησιά της Παναγιάς λειτουργούσε. Να μπω μέσα, είπα να ζεσταθώ. Αλλά πώς να μπω αν δεν άναβα ένα κερί; Δεν μπήκα για να μη χαλάσω τις λίγες δραχμές μου. Ούτε λαγάνα πήρα, ούτε στην εκκλησία μπήκα» (διαβάζουμε από μια μαρτυρία μαθητή στη σελ. 89). Κατά τα άλλα το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων έχει κλείσει. (Αυτό ως άσχετο σχόλιο). Αν και πιστεύω ότι το Λεύκωμα της Ν.Μπ. μπορεί να λειτουργήσει αποδεικτικά και προς αυτή την κατεύθυνση.
Και βέβαια στα δίσεκτα χρόνια Κατοχής & Εμφυλίου, το 1949, αποφοίτησαν 10 μαθητές από το σχολείο (7αγόρια/3 κορίτσια), για να φτάσουμε τη χρονιά 1950-51 στους 363 μαθητές, με μόλις έξι καθηγητές και πέντε χρόνια αργότερα στους 524 μαθητές με 1 (έναν) μαθηματικό και 1 (έναν) φυσικό!. Να πώς ανάγονται συμπεράσματα από ένα ζωντανό Λεύκωμα: οι επιπτώσεις για έναν ολόκληρο νομό από την κατάληψη της χώρας από του Ναζί, και τα επακόλουθα των μεθοδεύσεων και των «στρατηγικών σχεδιασμών» με θύματα τους άλλοτε «ήρωες» του Τσόρτσιλ.
Όσο για τη στελέχωση σε διδακτικό προσωπικό, μπορεί να μην υπήρχε γυμναστής το 1931, στο Καρπενήσι κι ένας μαθηματικός για 524 μαθητές το 1950, αλλά σας βεβαιώνω πως ούτε στον ιστορικό Ίππιο Κολωνό, στο δικό μου Μικτό Γυμνάσιο Κολωνού, 20 χρόνια μετά, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 δεν υπήρχε γυμναστής, γαλλικού, ενώ χημεία μας έκανε Θεολόγος.
Το «Γυμνάσιο» για τα δεδομένα της πόλης αποτελεί σημαντικό πνευματικό ίδρυμα και ταυτόχρονα με την δεσπόζουσα αρχιτεκτονική μορφή του σε περίοπτη θέση κυριαρχεί στο χώρο. Σ’ αυτό το σχολείο έχουν φοιτήσει πολλές γενιές μαθητών και έχουν αποφοιτήσει σημαντικές προσωπικότητες της τοπικής και της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας, σημειώνει στο εισαγωγικό της κείμενο η Νίκη Μπακογεώργου.
Και πράγματι η μελέτη/ αφήγησή της έρχεται να φωτίσει κάθε πτυχή της πόλης: τα πρόσωπα, τα ήθη της εποχής (που τα παρακολουθεί να εξελίσσονται ανάλογα με την εξέλιξη της κοινωνίας), τη ζωή στο Σχολείο αλλά και τη ζωή στην περιοχή της οποίας το Γυμνάσιο αποτελεί αναμφίβολα ένα μοχλό (τουλάχιστον για χρόνια αποτελούσε) προόδου και ανάπτυξης. Στις σελίδες του Λευκώματος παρακολουθούμε με έναν υπολανθάνοντα τρόπο την παράλληλη πορεία του σύγχρονου ελληνικού Κράτους και της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας που εξετάζεται πολυεπίπεδα, σε βάθος μέσα από μια έντονα δημοκρατική οπτική, όπως οφείλει να είναι η ματιά του μελετητή της ιστορίας, και ιδιαίτερα της ιστορίας ενός Σχολείου. Μέχρι και στην καταστροφή των Φακέλων, μια από τις χειρότερες στιγμές στην ιστορία μας, (το ξεκίνημα έγινε με την πτώση της δικτατορίας) αναφέρεται εμμέσως (ή μας δίνει την αφορμή να το σχολιάσουμε) η Μπακογεώργου αναφερόμενη στα υποχρεωτικά ανά μήνα απόρρητα σημειώματα που συνέτασσε ο Γυμνασιάρχης στη διάρκεια της χούντας.
Και ακριβώς μέσα από το Λεύκωμα ανατρέχουμε στη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική ιστορία της χώρας μας, βλέποντας παράλληλα τα αναλλοίωτα διαχρονικά μας ήθη: από τον κομματάρχη που σήκωσε τη μαγκούρα στις πλάτες δυο καθηγητών για τόλμησαν να αφήσουν ανεξεταστέα την κόρη του, την 8ήμερη αποβολή μαθητού το 1956 επειδή δεν μαρτύρησε συμμαθητή του, την αποβολή μαθητών τον Μάιο του 1964 επειδή φωτογραφήθηκαν με τον Γιώργο Σιδέρη, εκφοβισμός σε ευάλωτους μαθητές να καταδώσουν συμμαθητές τους, ξυλοδαρμοί και εξοντωτικές αποβολές στη διάρκεια της επταετίας (σελ. 156), τους αποβληθέντες εν έτει 1978 επειδή οργάνωσαν εκδήλωση για τον Γιάννη Ρίτσο στο κινηματοθέατρο Νεράιδα, τη 2μερη αποβολή όλης της τάξης (αντί της παρασημοφόρησής της) επειδή «απέκρυψαν παρεκτραπέντα συμμαθητή των εκ κακώς νοουμένης αλληλεγκύης»! Αλλά και το ποίημα του 1932 του μαθητή Αριστοτέλη Θάνου, απ’ το Μικρό Χωριό, που δημοσιεύθηκε στην τοπική εφημερίδα «Το Βελούχι» και απευθύνεται στις στρατιές των ανέργων νέων της Μνημονιακής Ελλάδας: σελ. 70, θα έπρεπε να γραφτεί στο οφειλόμενο Μνημείο για τη Νέα Γενιά:
Σαν πήραμε τ’ απολυτήρια
σαν βγήκαμε για πού θα πάμε;
Οι ευχές, τα συγχαρητήρια
μας δίνουν τίποτα να φάμε;
Άστρον της ευτυχίας π’ έχεις σβήσει
Και σε μας πίσω άφισες την κρίσι
Είναι καλά να πάμε στην Αθήνα;
Όχι. Είναι χειρότερη ’κει η πείνα
Θ’ αποδυθούμε τον αγώνα
Θ’ αγωνιστούμε λυσσαλέα
Αχ: όνειρά μας φευγαλέα
Έχουν κλειδώσει τον νυμφώνα.
Κι από την πιο μικρή κι άσημη θέση
θα μας διώχνουν με την ίδια επωδό,
αφού δεν έχετε κανέναν ως μέσον
δεν σας γνωρίζω. Φύγετε από ‘δω.
Θα πάμε σ’ υπουργούς και υπουργεία
Παντού θα λέν: «Για τόσα μεγαλεία
Ποιο κύμα ορμητικό του μπάτη
Σε έφερε εδώ παλιοχωριάτη;
Σαν πήραμε τ’ απολυτήρια
σαν βγήκαμε για πού θα πάμε;
Η ευχές, τα συγχαρητήρια
μας δίνουν τίποτα να φάμε;
«Ας μην νομίσουμε όμως ότι η ζωή των μαθητών ήταν θλιβερή και άχρωμη. Το αντίθετο. Τα νιάτα βρίσκουν πάντα τρόπο να εκφραστούν, να διασκεδάσουν, να ερωτευθούν και να γευτούν τη χαρά της ζωής και της νιότης. Οι ηλικιωμένοι σήμερα μαθητές εκείνης της εποχής θυμούνται με νοσταλγία τα μαθητικά τους χρόνια, ως μια από τις πιο όμορφες περιόδους της ζωής τους», γράφει η Νίκη Μπακογεώργου στη σελ. 121 του Λευκώματος, δίνοντας μια ερμηνεία και μια διάσταση της ανθρώπινης δύναμης και του μεγαλείου της να παλεύει τη ζωή και να συνεχίζει, παρά τις αντιξοότητες, να δημιουργεί: μέχρι και σκηνικά στήθηκαν και θεατρική παράσταση έγινε στο καμένο Καρπενήσι τα χρόνια του Εμφυλίου (γύρω στο 1947), όπως αφηγείται ο Γεώργιος Αρμάγος (σελ. 271-273)
Στο υλικό που παρουσιάζουμε ασφαλώς ένα μεγάλο μέρος καταλαμβάνει το χτες: όχι όμως ως μια παθητική αναμόχλευση, μια ανάμνηση με κυρίαρχο το στοιχείο της θλίψης για όσα πέρασαν αφήνοντας ένα λούστρο που αμβλύνεται και αποδυναμώνεται με την πάροδο του χρόνου. Αντίθετα είναι ένα υλικό που σφύζει από ζωή, χαρά, προοπτική, ένα αποτέλεσμα εναρμονισμένο με την ίδια τη φύση του Σχολείου που συνεχίζει τη διαδρομή του στον χρόνο μέσα από τις φρέσκιες παρθένες ζωές των παιδιών. Κι αυτό ακριβώς πέτυχε να αποτυπώσει με μια ουσιαστική εις βάθος έρευνα και λακωνική γραφή, η συγγραφέας, δίχως φιοριτούρες και λογοτεχνίζουσες εξάρσεις. Το βιβλίο γράφτηκε με την καρδιά (κι αλίμονο αν δεν έχει συναίσθημα ένα έργο που απευθύνεται σε παιδιά και σε Σχολεία), αλλά οργανώθηκε με το μυαλό τη σκέψη και κυρίως την κρίση, που είναι αναγκαία και απαραίτητη σε ένα εγχείρημα.
Ένα Λεύκωμα συμβολή για την ιστορία της Εκπαίδευσης, αλλά και τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, μέσα από τη διαδρομή του Γυμνασίου Καρπενησίου: με τις ωραίες στιγμές, αλλά και τα προβλήματα που δημιούργησε η συντηρητική νοοτροπία της εποχής, τη ζωντάνια της μαθητικής κοινότητας που όταν της δίνεται η ευκαιρία αποτελεί πηγή δημιουργίας ξεπερνώντας τα ασφυκτικά όρια της πόλης, της εποχής, των παρεκβάσεων της δημοκρατίας και συχνά του εκπαιδευτικού συστήματος.
Με αγάπη, συναίσθημα, μνήμες πολλές, άπειρα στοιχεία, χιούμορ, τεκμηρίωση και επίπονη δουλειά η Νίκη Μπακογεώργου καταθέτει στοιχεία για τις πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές και λοιπές δραστηριότητες των μαθητών που συχνά διαπρέπουν και ξεχωρίζουν, κι όχι μόνο σε επίπεδο νομού ή περιφέρειας: «Οι περισσότεροι απ’ τους μαθητές είχαν μια πίστη στις ικανότητές τους, στη δύναμη του μυαλού και των χεριών τους, και αυτό ήταν το πιο σημαντικό τους εφόδιο στον αγώνα της ζωής που ξεκινούσε» σημειώνει η συγγραφέας στη σελ. 233 του Λευκώματος.
Το υλικό άρτια ταξινομημένο καλύπτει κάθε πτυχή και δράση της πόλης που την εξετάζει πολυεπίπεδα αγγίζοντας την ουσία κάθε πτυχής: από τις χοροεσπερίδες για την ενίσχυση του ταμείου του Γυμνασίου, που ξεκινούν με καλαματιανό και καταλήγουν σε ευρωπαϊκούς χορούς υπό τους ήχους γραμμοφώνου στη δεκαετία του ’30, τα ρεβεγιόν για τη Πρωτοχρονιά του 1932, παρουσία του τοπικού βουλευτή και των θυγατέρων του οι οποίες ενδεχομένως να καλοβλέπουν κι έναν τίτλο ομορφιάς για την Μις Καρπενήσιον.
Τι μένει έξω από την ιστορία: Θα μπορούσαμε να απαντήσουμε τίποτα. Και οι σεισμοί είναι μέσα, και η οικονομία είναι μέσα, και ο Σαίξπηρ, και οι επιδημίες, και οι επαναστάσεις, και ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι μέσα. […] Για να τελειώνουμε, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιστορία δεν κυριαρχείται αποκλειστικά και μόνο από τους ιστορικούς. Η ιστορία έχει πολλαπλή έκφραση, έγραφε οσπουδαίος ιστορικός Σπύρος Ασδραχάς σε σχετικό κείμενό του με τον τίτλο «Παρεμβάσεις για την ιστορία». Αυτήν ακριβώς τη ζωντανή ιστορία της ζωής μιας κοινότητας, ενός σχολείου, μιας πόλης, μιας χώρας έστησε επιστημονικά/ιστορικά, που σημαίνει ανθρώπινα αφού ο κυρίαρχος άνθρωπος αποτελεί το αντικείμενο-επίκεντρο της ιστορίας, μέσα από το μοναδικό έργο της που θα μείνει διαχρονικό, η Νίκη Μπακογεώργου.
* ΙΔΡΥΜΑ ΓΑΖΗ-ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΗ ΜΠΑΚΟΓΕΩΡΓΟΥ
Μνήμης θραύσματα, κείμενα και φωτογραφίες,
1918-2018, Γυμνάσιο Καρπενησίου 100 χρόνια διαδρομής,
Λεύκωμα, εκδ. Μανδραγόρας, 2019
Κώστας Κρεμμύδας