Χρήστος Χαρτοματσίδης | Καλπάζουνε τα αφηνιασμένα άλογα –

In Λογοτεχνία, Ποίηση by mandragoras


Ποίηση



τα έχουν ποτίσει με κονιάκ –
και τρέχουν μες στην θύελλα…
Βαράει ο ηνίοχος κι αφήνει
στις πλάτες πονεμένες χαρακιές.
(είναι κοζάκος μεθυσμένος
από την ίλη που κατέστειλε
την Ματωμένη Κυριακή)
μα πίσω απ’ την άμαξα –
δεν σέρνουνε τον Έκτορα,
εσένα σέρνουνε, πατέρα…

Εδώ και δεκαπέντε χρόνια
δεν σταματά το ποδοβολητό
δονείται το κεφάλι – απ’ τους ήχους
και ψάχνω για να βρω το λάθος.
Το έχουνε αυτό οι γιοι –
να κρίνουνε σχολαστικά
των πατεράδων τους τα σφάλματα.
Λοιπόν:
Κι εσύ
δεν μπόρεσες την Τροία μας να σώσεις
γκρεμίσανε οι Δαναοί τα τείχη –
τα πλίθινα τους παξιμάδια
σκορπίσαν ψίχουλα στον χρόνο
και γρατσουνίζουν τις καρδιές μας
βία κι αρμύρα.

Δεν είναι λίγες οι ευθύνες
γιατί οι επόμενες γενιές,
δεν κρίνουν με επιείκεια!

Γι’ αυτό κι εγώ με την σειρά μου
απολογούμαι από τώρα:

Κι εγώ –
δεν μπόρεσα την Τροία μας να σώσω,
Κι εμένα
με εξαπάτησαν οι Δαναοί…

Κάτι δεν γίνεται σωστά, πατέρα,
ή μήπως έτσι είν’ το γραφτό
να κάνουν τα παιδιά
τα ίδια με τους γονιούς τους λάθη!

Καλπάζουνε αφηνιασμένα τ’ άλογα
Στα χνότα λάμπουνε σταγόνες του κονιάκ
και τα βαράει ο κοζάκος,
Μόνο που πίσω απ’ της άμαξας τη σκόνη
θα σέρνουνε εμένα.
Γι’ αυτό κρατούσα το κονιάκ
να ωριμάσει τόσα χρόνια
να ξετρελάνει τ’ άλογα,
αφηνιασμένα να καλπάζουν
να έρθω γοργά κοντά σου –
εκεί στην Νήσο των Μακάρων,
εκεί, που όλοι τους μοιράζονται
τις ίδιες αυταπάτες,
πατέρα…

 

Χρήστος Χαρτοματσίδης

Share this Post