Το ποίημα «Του πλοίου», 1919, του Κ.Π. Καβάφη αναφέρεται στη θάλασσα του Ιονίου όταν ο ποιητής, το καλοκαίρι του 1901, ταξίδεψε από την Πάτρα στην Ιταλία. Μετά από 18 χρόνια ένα ηδονικό βλέμμα του που έμεινε στη μνήμη του, από το ταξίδι του αυτό ―όπως γράφει στο ημερολόγιό του που κρατούσε― φαίνεται πως κατέληξε στο ποίημα «Του πλοίου». Αρχικός τίτλος «Το Ιόνιο πέλαγος»: Τον μοιάζει βέβαια η μικρή αυτή/ με το μολύβι απεικόνισίς του.// Γρήγορα καμωμένη, στο κατάστρωμα του πλοίου/ ένα μαγευτικό απόγευμα./ Το Ιόνιον πέλαγος ολόγυρά μας.// Τον μοιάζει. Όμως τον θυμούμαι σαν πιο έμορφο./ Μέχρι παθήσεως ήταν αισθητικός/ κι αυτό εφώτιζε την έκφρασή του./ Πιο έμορφος με φανερώνεται/ τώρα που η ψυχή μου τον ανακαλεί από τον Καιρό.// Απ’ τον Καιρό. Ειν’ όλα αυτά τα πράγματα πολύ παληά / το σκίτσο και το πλοίο και το απόγευμα.
Αρχές της δεκαετίας του ’80 ένας παλαιοπώλης φίλος του Βασίλη Λαδά, του χάρισε ένα μονόφυλλο απ’ αυτά που δώριζε ο ποιητής στους θαυμαστές του, όπου ήταν τυπωμένο το ποίημα Του πλοίου με αύξοντα αριθμό 57, που είχε σβηστεί όμως με μαύρο μελάνι, από το χέρι του Καβάφη, και πάνω του είχε γραφτεί ο αριθμός 44 από το ίδιο το χέρι του ποιητή. Από το γεγονός αυτό ξεκινά την αφήγηση του ο Βασίλης Λαδάς στο βιβλίο του Το πλοίο του Κ. Π. Καβάφη. Το μονόφυλλο, όπως γράφει, το καδράρισε, το κρέμασε πάνω από το γραφείο του και σιγά σιγά συναισθημαποιήθηκε μαζί του έτσι που να νιώσει την ανάγκη να ασχοληθεί με το ταξίδι του Καβάφη, τους συνταξιδιώτες του, τον νέο του σκίτσου παρεμβάλλοντας όμως και δοκιμιακό λόγο για τη θάλασσα, την ηδονή, το Χρόνο τη μνήμη, όπως τα εκφράζει ο ποιητής παραθέτοντας γνώμες μελετητών, του Σεφέρη, του Γ.Π. Σαββίδη, του Στρατή Τσίρκα κ.ά και πολλά ποιήματα της μνήμης του Καβάφη. Επινόηση ή όχι η απόκτηση του μονόφυλλου δίνει ένα ρεαλιστικό πρόταγμα για το διπλό ταξίδι που επιχειρεί ο Λαδάς, αφενός στις δικές του μνήμες αφ’ ετέρου στις πηγές του ποιήματος «Του πλοίου», με μια εξομολογητική γραφή τόσο ως προς τον δικό του βίο όσο κι ως τον προς τον θαυμασμό του στην ποίηση του Αλεξανδρινού. Ένα αφήγημα που γράφτηκε στις μέρες του κορωνοϊού, Δεκέμβρη 2020, στηριγμένο όμως σε μεγάλο βαθμό στις ομιλίες του για τον Καβάφη στη δεκαετία του 1990 στην Πάτρα στο βιβλιοπωλείο της Πάτρας «Πολύεδρο», το γνωστό πανελληνίως για το γούστο του (να προσθέσω και για τις παρουσιάσεις ξεχωριστών ανθρώπων των γραμμάτων και τις άλλες εκδηλώσεις στον όμορφο κήπο του). Ακόμη ο Λαδάς, το 2003 στην Αλεξάνδρεια, στο σπίτι του ποιητή, στο πλαίσιο διημέρου ομιλιών για τον Καβάφη, ανέπτυξε το θέμα «Η φύση στην ποίηση του Καβάφη».
Στην ποίησή του ο Καβάφης αποφεύγει να αναφέρεται στη φύση, που τη θεωρεί ολιγόβιο πράγμα, στο ημερολόγιό του όμως δείχνει ενδιαφέρον και αγάπη γι αυτή. Όπως για τη φύση του Διακοφτού, που τη θαύμασε περνώντας με το τρένο. Τον συγκινεί επίσης η θέα του πατραϊκού κόλπου από τα Ψηλαλώνια στην Πάτρα και των βουνών της Ρούμελης από την προβλήτα του λιμανιού της πόλης, την ώρα του ηλιοβασιλέματος. Του άρεσαν και τα βουνά της Αττικής, που τα είδε μετά από χρόνια όταν ταξίδεψε στην Αθήνα χτυπημένος από τον καρκίνο. Στο ημερολόγιό του σημειώνει και άλλα, άσχετα με τη φύση, που του έκαναν εντύπωση στην Πάτρα, όπως η εκκλησία του Αγίου Ανδρέα και η Παντάνασσα.
Ο Βασίλης Λαδάς με τη σειρά του, γράφει για την Αλεξάνδρεια, όπου πήγε για την ομιλία του, για το σπίτι του ποιητή,, την οδό Καβάφη και την κίνηση στους δρόμους και τα μαγαζιά. Και βέβαια για την Υπατία, την Αλεξανδρινή φιλόσοφο, θύμα του φανατισμού των χριστιανών. Γράφει ακόμα για την Άμφισσα, τη Σεγδίτσα, τόπον καταγωγής (πιθανόν) του νέου του σκίτσου, όπως και για τον πρίγκιπα Νικόλαο, συνταξιδιώτη του Καβάφη στο ατμόπλοιο Scilla. Πολυπράγμων ο πρίγκιπας, έγραφε και θέατρο και πεζό ξεχασμένος τώρα, ενώ ο ανώνυμος ποιητής συνταξιδιώτης του είναι στα ύψη. Βρίσκει ακόμη την ευκαιρία με το ποίημα Του πλοίου να μιλήσει για την Πάτρα και το λιμάνι της και το Ιόνιο πέλαγος. Στην Πάτρα γεννήθηκε και ζει, διατηρεί πολλές αναμνήσεις, όπως το κολύμπι στο παλιό λιμάνι (βρώμικη παραλία αλλά ιερή) τις βροχές που έπεφταν συνέχεια τότε στην πόλη. Και τώρα (2020), σκέφτεται όλα αυτά, κλεισμένος μέσα σε αυτή την πόλη από την πανδημία και γράφει για τις μνήμες που ορίζουν τη ζωή μας, την αναζωογονητική λειτουργία της μνήμης των ηδονών, τονίζοντας ότι και «Του πλοίου» είναι ένα ποίημα μνήμης, μιας μισοξεχασμένης μνήμης. Και όλα αυτά και αρκετά άλλα τα παρουσιάζει ο Βασίλης Λαδάς πρωτότυπα χωρίς να ακολουθεί τον καθιερωμένο τρόπο γραφής, τον τρόπο που συνηθίζεται στα δοκίμια, αλλά αφήνοντας αρκετά ελεύθερο το συνειρμό των σκέψεών του με κάποια ίσως επιτήρηση που δε γίνεται εύκολα αντιληπτή. Αντιληπτό και πολύ μάλιστα γίνεται το ενδιαφέρον για τον Καβάφη και η αγάπη για την ποίησή του.
Αξίζει να σημειωθεί πως στο προτελευταίο κεφάλαιο («Περιμένοντας») ο Λαδάς εισέρχεται στη θεματική των φιλοσοφικών–πολιτικών ποιημάτων του Καβάφη συγκρίνοντας το «Περιμένοντας τους βαρβάρους», πρώτη γραφή 1898, με το Περιμένοντας τον Γκοντό, 1948 του Μπέκετ. Παρατηρεί τις ομοιότητες των δύο έργων ως προς την θεματική της μάταιης αναμονής, αφενός κοινωνικών ομάδων για πολιτική αλλαγή (Καβάφης), αφετέρου υπαρξιακής σωτηρίας ατόμων (Μπέκετ) κι ως προς την μορφή τους, ως δρώμενα παραστάσεων δρόμου. Το «Περιμένοντας τους βαρβάρους» επηρέασε πολύ τον δημόσιο λόγο, συγγραφείς και κινηματογραφιστές. Με βάση αυτά τα δύο έργα κι όσα υπό την επιρροή τους εγράφησαν στα τέλη του εικοστού αιώνα, ο Λαδάς ανατρέχει στη μνήμη του αιώνα αυτού ως ενός αιώνα που δεν έδωσε κοινωνική λύση ή ατομική σωτηρία. Ήταν ένας αιώνας παγκοσμίων πολέμων, ολοκαυτώματος, και στο τέλος του να άρχουν οι ίδιοι άνθρωποι που προξένησαν τους πολέμους και τις καταστροφές.
Κώστας Ε. Αθανασόπουλος
* BAΣIΛΗΣ ΛΑΔΑΣ Το πλοίο του Κ.Π. Καβάφη, Αφήγημα, σελ. 80, εκδ. «Μανδραγόρας», Νοέμβριος 2021, Σχέδιο εξωφύλλου: Σωτήρης Σόρογκας, ISBN 978-960-592-135-4