Ποίηση
Τζούλια Φορτούνη | Έξι Ποιήματα
ανοσολογική ανεπάρκεια
το χέρι εκκρεμεί
ως οφείλει
κι ούτε μια λύπη καμιά αιώρα
μόνο του χρόνου η μπόρα
που σαρώνει
αυτό που κάποτε ήταν
και τώρα παλεύει
κι όλοι οι παρόντες εν αγνοία τους απόντες
γιατί αυτή η ματαιότητα
ενεδρεύει στα χαμόγελα
επιτίθεται τα πρωινά
φοβάμαι την απουσία
παραμύθι
ξεπηδούν όλοι οι δράκοι
από τα ξεροπήγαδα
στον βυθό άθικτος ο θησαυρός
ο ήρωας μακάρια κοιμάται
ο όφις υπομονετικά ενεδρεύει
περιμένω
τα γάργαρα
τα λυτρωτικά
τα αυτονόητα
επί ματαίω
κακο-ποίηση
συνήθισα πάλι
τις υποδόριες ρωγμές του γέλιου
τις ακαμψίες στο βλέμμα
τις καθημερινές αβρότητες
ανακαλύπτω έκπληκτη
την ακατάσχετη αιμορραγία
των λέξεων
την εξαίρετη ρυμοτομία
της μοναξιάς σου
στο λαβύρινθο αυτό
που ποίηση εσείς τον λέτε
παιδί – μίτος
πού ήμουν;
ηττημένοι
άνθρωποι
σβήνουν τ’ αποτσίγαρα
μας χτυπούν συνωμοτικά στην πλάτη
στο μέτωπό τους
κάτι περιφέρουν παντού
σφραγίδα μιας σιωπής
τα παιδιά τους παίζουν τ’ απογεύματα
μαζί με τα δικά μας
και κάθε τι απολεσθέν
με ντροπιασμένο όφελος μού μοιάζει
–δέκα βόλοι στην τσέπη μας–
άνθρωποι
ηττημένοι
κυκλοφορούμε ανάμεσά μας
επικήδειος ακολουθία
όταν παίρνεις λοιπόν τα μέτρα
να λαμβάνεις υπόψη
τη νεκρική ακαμψία
ιδίως την επιμήκυνση των μελών
οι άνθρωποι τελειομανείς
φροντίζουν τον ρόγχο τους
στο αριστερό τσεπάκι του σακακιού
χτυπάει πάντα ρολογάκι η καρδιά τους
τίποτε δεν ξεφεύγει
από την ενδελέχεια των αρχόντων
που επιμελώς καθημερινά
κουρδίζουνε θάνατο
γι’ αυτό να λαμβάνεις υπόψη
την ανομβρία του καλοκαιριού
ένα περαστικό φορτηγό με κρεμμύδια
μοιρολογήτρες απ’ τη Μάνη
και κάμποσα κιλά ληγμένα κόλλυβα
απ’ τους σιτοβολώνες του εκλιπόντα
όλο το χωριό θα δηλητηριαστεί
για τα κρίματα του συχωρεμένου
ελάσσονα βεβαίως
μπρος στη μείζονα καταστροφή
εξ’ αποστάσεως
η νέα μέθοδος
η δίχως αφή
δίχως καμία κίνηση
ασθενοφόρο!
βοήθεια!
τα πλήκτρα
μιλούν για το πεπρωμένο μας
εξ αποστάσεως
κυρίως
δια βοής
Share this Post