Κώστας Μπαρμπάτσης ‘Λυκοχαχαβιά Κι άλλες ιστορίες’ * Κριτική

In Κριτική by mandragoras

 

 

Μια συλλογή που αποτελείται από έξι μεγάλα διηγήματα που δίκαια έχει αποσπάσει πολύ καλές έως άριστες κριτικές. Στο πίσω μέρος του εξώφυλλου διαβάζουμε:  «Έξι ιστορίες για την απώλεια. Την απώλεια των συναισθημάτων, της λογικής, της ίδιας της ζωής».  Θα μπορούσα να συνεχίσω πως στην ουσία το βασικό θέμα της συλλογής δεν είναι η ίδια η απώλεια, μα οι αιτίες που την προκαλούν όπως και ο τρόπος διαχείρισής της. Σε όλα τα διηγήματα αν και φαινομενικά βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο, βαρύνει η σκιά της Κατοχής, ή του Εμφυλίου. Μόνο σε ένα από αυτά υπάρχει η άμεση σύγκρουση. Οι συνέπειες όμως διαμορφώνουν τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές των ηρώων.

   Σε δυο ζευγάρια από τα διηγήματα έχουμε παρόμοια μοτίβα, που όμως εξελίσσονται διαφορετικά. Στο διήγημα «Θα φύγω αδερφέ» και στη «Λυκοχαβιά» βλέπουμε την απώλεια αγαπημένων ζώων, ενώ στο «Πεσκέσι» και στο «Ας λάμπει ο ήλιος» έχουμε την απώλεια του αγαπημένου συντρόφου. Στο «Πεσκέσι», η ηρωίδα οδηγείται σε ψυχωτική κατατονία ενώ στο «Ας λάμπει ο ήλιος» έχουμε ξεκάθαρα εκδηλωμένη ψυχική νόσο. Μα, και στο «Στον τόπο σου» η συμπεριφορά του νεαρού αξιωματικού έχει αρκετά στοιχεία υπερβολικής (στα όρια του ψυχαναγκασμού) συμπεριφοράς, με τη γνωστή μανία να βάζει σε τάξη αντικείμενα μέχρι του να οδηγήσει προσωπικά στον τόπο του, για να παραδώσει ασφαλή στους γονείς του, έναν φαντάρο από τον λόχο του. Στο συγκεκριμένο διήγημα έχουμε και την σύγκρουση  της απληστίας, του υλικού κόσμου, με αυτή του πνευματικού. Πολύ καλό εύρημα είναι η άσκοπη βολή κατά της κοπέλας, σαν προέκταση  της επιθυμίας του φαντάρου, μα και σαν εκδίκηση, πως αφού δεν μπορεί να την έχει ο ίδιος, ας χαθεί.  Πρόκειται για μια σκληρή ιστορία, όπως όλες οι άλλες στην συλλογή, χωρίς τον πατριωτικό στόμφο και τους ηρωισμούς, όπου οι δικοί μας φαντάροι είναι βιαστές κι αχάριστοι κακοποιοί, που λεηλατούν και σκοτώνουν. Μια κατάσταση που την ενεργοποιεί ο πόλεμος που για κάποιους είναι καλή δικαιολογία για απελευθέρωση των άγριων ένστικτων που κρύβουν μέσα τους.

Το καλύτερο διήγημα στη συλλογή είναι η «Λυκοχαβιά» που δίνει τον τίτλο του βιβλίου. Κάποια επεισόδια μέσα στο διήγημα είναι αριθμημένα 94, 95, κλπ, κι αποτελούν μυστήριο, μέχρι να το αποκωδικοποιήσει ο αναγνώστης με τη βοήθεια του αφηγητή, ένα κατά τη γνώμη μου σπουδαίο εύρημα, μια που κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον πάνω στο κείμενο. Ωραίο το παράλληλο φινάλε, με την ιστορία του πατέρα του κι ο συνειρμός που προκαλούν τα τομάρια των λύκων με το αντάρτικο κεφάλι στο «Πεσκέσι». Μοναδική μου ένσταση η εκτεταμένη χρήση της ντοπιολαλιάς, όχι μόνο σαν τρόπο ομιλίας των ηρώων, μα και εν μέρει και του αφηγητή. Πράγματι, έτσι το βιβλίο ξεχωρίζει, μα για τον μη γνώστη αποτελεί λειτουργικό πρόβλημα και δυσκολεύει την ανάγνωση. Μέχρι κάποιο σημείο έβγαζα νόημα από τα συμφραζόμενα, επειδή δεν περίμενα να βρω μετάφραση στο Google. Στην σελίδα 71 όμως σε ένα κομβικό σημείο του αφηγήματος ο ήρωας λέει: «Αλλά με το που ο Γάκιας έσφιξε τη λυκοχαβιά στη χούφτα του, αυτό ήτανε…»  Τότε πια ανέτρεξα στην μετάφραση στο Google και βρήκα την ερμηνεία σε ένα μεγάλο κείμενο με τις συνήθειες και λεξιλόγιο του «(ν)τζοπάνου»!!! όπως  αναφέρεται στο συγκεκριμένο λήμμα.

Ο Κώστας Μπαρμπάτσης, έχει σπουδάσει Εφαρμοσμένη Πληροφορική κι έχει παρακολουθήσει μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημιουργικής γραφής» στο ΑΕΠ, κάτι που φαίνεται στα καλοδουλεμένα αφηγήματά του, με πολύ καλή γραφή για πρώτο βιβλίο.

Χρήστος Χαρτοματσίδης

[Κώστας Μπαρμπάτσης, Λυκοχαχαβιά Κι άλλες ιστορίες, Διηγήματα, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2022, σελ. 184]