Τα ονόματα που πυρπόλησαν τις καρδιές
σε μυστικές συνεδριάσεις
όλα δολοφονούνται
Μιχάλης Κατσαρός
Εκατόν τρία χρόνια έχουν περάσει απ’ τη δολοφονία της μεγάλης επαναστάτριας. Ο Λένιν, στις 15 Ιανουαρίου 1919, όταν Γερμανοί αντεπαναστάτες, παρακρατικοί της Δεξιάς, δολοφόνησαν αγρίως τους ηγέτες και ιδρυτές του ΚΚ Γερμανίας, Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ, σημείωνε, ότι παρά τα λάθη της, η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν ένας αετός της επανάστασης.
Η σάπια γερμανική ιμπεριαλιστική τάξη οργάνωνε και έπνιγε στο αίμα τα «γερμανικά σοβιέτ». Η σοσιαλδημοκρατία του Έμπερτ[i] δολοφονούσε αγρίως τους επικεφαλής –εργάτες, ηγέτες του γερμανικού προλεταριάτου. Η μανία της γερμανικής αντίδρασης ενάντια στην ανερχόμενη εργατική τάξη, τους κομμουνιστές και την ιστορική -για τα ευρωπαϊκά δεδομένα- γερμανική επανάσταση του 1918 βρήκε απέναντί της, την «κόκκινη Ρόζα», που είχε αφιερώσει όλο της το «είναι», τη ζωή της, στην υπόθεση των οραμάτων, της προοπτικής, του μέλλοντος, στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Η δίνη της αντεπαναστατικής δράσης του παγκόσμιου κεφαλαίου έδειξε επί δύο βδομάδες τις προθέσεις της. Οι δρόμοι του Βερολίνου και των άλλων βιομηχανικών πόλεων στις οποίες είχαν εγκαταστήσει ισχυρά οχυρά οι εργάτες –κατά τα πρότυπα των Σοβιέτ– κοκκίνισαν από αίμα. Η επανάσταση της Ρόζας και των συντρόφων της συντρίφτηκε. Όμως, οι παρακαταθήκες οι ιστορικές παραμένουν. Λίγο πριν το θάνατό τους (τους τουφέκισαν), μαζί με τον Ουίλιαμ Φόστερ[ii], κατήγγειλαν τις αυταπάτες των οπαδών της «ρύθμισης» –της συνεργασίας με τη σοσιαλδημοκρατία, αποκαλύπτοντας τα σχέδια του στρατηγού Γκρόουνερ[iii] και της εφημερίδας των σοσιαλδημοκρατών «Vorwarts[iv]» που προανήγγελε τη δολοφονία με συγκεκριμένες αναφορές στον Λίμπκνεχτ, την Ρόζα, τον Ράντεκ[v] κ.λπ.
Η «κόκκινη» Ρόζα συμμετείχε σ’ όλες τις ιστορικές διεργασίες: Σε μικρή ηλικία (1889) οργανώθηκε στο Πολωνικό Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα–Προλεταριάτο. (Γεννήθηκε το 1871 στην κατεχόμενη από την Τσαρική Ρωσία Πολωνία).Ο Μαρξ είχε γράψει ότι «κάθε βήμα του πραγματικού κινήματος ήταν πιο σημαντικό από μια ντουζίνα προγράμματα». Η Λούξεμπουργκ προέκτεινε αυτό το αξίωμα. Υποστήριζε ότι «τα εσφαλμένα βήματα που πραγματοποιεί ένα υπαρκτό εργατικό κίνημα είναι, στο ιστορικό πεδίο, ασύγκριτα γονιμότερα και πολυτιμότερα από το αλάθητο της καλύτερης Κεντρικής Επιτροπής».
Σύμφωνα με τη Λούξεμπουργκ, ο σοσιαλισμός θα έπρεπε να επεκτείνει τη δημοκρατία και όχι να την περιορίζει. Έτσι, το 1904, πρωταγωνίστησε σε μιαν άλλη σκληρή σύγκρουση, αυτή τη φορά με τον Λένιν, για τις μορφές πολιτικής οργάνωσης. Ο μπολσεβίκος ηγέτης αντιλαμβανόταν το κόμμα ως ένα συμπαγή πυρήνα επαγγελματιών επαναστατών, ως μια πρωτοπορία που όφειλε να καθοδηγεί τις μάζες. Η Λούξεμπουργκ αντέτεινε ότι ένα εξαιρετικά συγκεντρωτικό κόμμα γεννάει μιαν επικίνδυνη δυναμική: «την τυφλή υπακοή των αγωνιστών στην κεντρική ηγεσία». Το κόμμα όφειλε να αναπτύσσει την κοινωνική συμμετοχή και όχι να την καταπνίγει.
Η Μαρτινίκα, ένα από τα νησιά των Αντιλλών, που κλείνουν το μεγάλο κόλπο του Μεξικού, (οι Αντίλλες είναι γνωστές και με το όνομα «Δυτικές Ινδίες») είχε περάσει από τον 17ο αιώνα στα δεσμά της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας, πρώτα της βρετανικής και στη συνέχεια, τον 19ο αιώνα, της γαλλικής. Τον Μάιο του 1902, έγινε η έκρηξη του ηφαιστείου στο Βουνό Πελέ, με 40.000 νεκρούς. Η Λούξεμπουργκ που στα κείμενά της είχε πάντα σαν κέντρο τον άνθρωπο («για την ανάσταση του ανθρωπισμού, πάνω στα ερείπια του ανθρώπινου πολιτισμού»), για την τραγωδία στη Μαρτινίκα έγραφε με οικουμενικό αλτρουισμό και αλληλεγγύη: «Βουνά από ερείπια που καπνίζουν, σωροί από παραμορφωμένα σώματα, μια αχνίζουσα θάλασσα φωτιάς όπου και να στραφείς, λάσπη και στάχτες –αυτό είναι όλο κι όλο ό,τι απέμεινε από τη μικρή πόλη που κούρνιαζε στη βραχώδη πλαγιά του ηφαιστείου όπως ένα χελιδόνι που φτερουγίζει.… Και τώρα, στα συντρίμμια της αφανισμένης πόλης στη Μαρτινίκα, ένας νέος επισκέπτης καταφτάνει, άγνωστος, που δεν έχει εμφανιστεί ξανά ποτέ –η ανθρώπινη ύπαρξη. Όχι άρχοντες και σκλάβοι, όχι μαύροι και λευκοί, όχι πλούσιοι και φτωχοί, όχι ιδιοκτήτες φυτειών και μισθωτοί σκλάβοι –ανθρώπινες υπάρξεις εμφανίστηκαν στο μικροσκοπικό κατεστραμμένο νησί, ανθρώπινες υπάρξεις που μόνο νιώθουν τον πόνο και μόνο βλέπουν την καταστροφή, που μόνο θέλουν να βοηθήσουν και να συντρέξουν. …Μια αδελφότητα ανθρώπων απέναντι στο φλεγόμενο μίσος της φύσης, μια ανάσταση του ανθρωπισμού πάνω στα ερείπια του ανθρώπινου πολιτισμού. Το αντίτιμο για την ανάκληση της ανθρωπιάς τους ήταν υψηλό, αλλά το όρος Πελέ που βροντούσε είχε μια φωνή που έφτανε στα αυτιά τους». Ακόμη, κατήγγειλε την αδιαφορία των Γάλλων αποικιοκρατών και του «πολιτισμένου κόσμου» για την ανείπωτη τραγωδία και την ανύπαρκτη βοήθεια στην πόλη του Σεν Πιερ (Αγίου Πέτρου)! Για τη Μαρτινίκα του πολιτισμού –την «Αθήνα των Αντιλλών».
Παρατηρούσε ότι ένα καθεστώς σε παρατεταμένη κατάσταση πολιορκίας θα ασκούσε εκφυλιστικές επιδράσεις στην κοινωνία και την εργατική τάξη. Πίστευε σε μια ενεργητική και ελεύθερη συμμετοχή των λαϊκών μαζών, σε μια δημοκρατία δίχως όρια. Έλεγε για τον εθνικισμό: «Αν ο εθνικισμός δεν εξηγηθεί, δεν εμπλουτιστεί, δεν βαθύνει, αν δεν μετατραπεί πολύ γρήγορα σε κοινωνική συνείδηση και πολιτική έκφραση, σε ανθρωπισμό, τότε θα οδηγήσει σε αδιέξοδο».
Το 1905 συμμετέχει στην εξέγερση. Χαιρετίζει τις «άγνωστες επαναστάσεις», των «Δεκεμβριανών» στη Ρωσία και την Οχτωβριανή του ’17. Χαιρετίζει το ιστορικό κείμενο της Επανάστασης του Λένιν «Τι να κάνουμε», αποδεχόμενη την πρωτοπορία της εργατικής τάξης ως μοχλό της Ιστορίας. «Διαφωνεί» εντίμως με τις θέσεις του Λένιν, μιλώντας ίσως για πρώτη φορά για το ζήτημα του «γραφειοκρατισμού». Κάτι που ασπάστηκε αμέσως ο Λένιν, ρίχνοντας το σύνθημα «Όλη η εξουσία διαρκώς στα Σοβιέτ»! Πλούσιο το συγγραφικό έργο της. «Η συσσώρευση του Κεφαλαίου», «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση», «Μιλιταρισμός και αντιμιλιταρισμός», είναι γραπτά τυπωμένα με το αίμα της. Οι πολιτικές ζυμώσεις–αντιπαραθέσεις στα διάφορα συνέδρια, το θάρρος της, βοήθησαν στην ανάπτυξη της πάλης. Στο Δικαστήριο της Φραγκφούρτης (1914) δηλώνει ανοιχτά ότι οι Γερμανοί εργάτες δε θα στρέψουν τα όπλα στα ταξικά τους αδέλφια των άλλων χωρών. Υπερασπίστηκε τη Μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση, την ιστορική της βαρύτητα για το μέλλον της ανθρωπότητας, τη συμβολή του Λένιν και του μπολσεβίκικου κόμματος σ’ αυτήν. Οι ιστορικές κριτικές της ήταν καλόπιστες. Αναφέρει ο Λένιν: «Τα ίδια τα γεγονότα διαλύουν τις αυταπάτες». Παρέμεινε αταλάντευτη επαναστάτρια, κομμουνίστρια. Πολέμησε μ’ όλη τη δύναμή της τον ιμπεριαλισμό. Αντιπάλεψε με επιμονή το ρεβιζιονισμό του Κάουτσκι[vi]. Το μιλιταρισμό του Μιλεράν[vii]. Η «Κόκκινη Σημαία» της βρίσκεται στις προθήκες των αγώνων της εργατικής τάξης! Εκατόν πενήντα ένα χρόνια απ’ τη γέννηση της Κόκκινης Ρόζας και μια ιστορική πορεία κόντρα στο ρεύμα καλά κρατεί.
Παναγιώτης Καραβασίλης
[i][i] Friedrich Ebert, (1871 –1925) Γερμανός σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, ο πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (1919 – 1925).
[ii] William Z. Foster (1881 –1961) Αμερικανός κομμουνιστής, συνδικαλιστής, ο οποίος υπήρξε γραμματέας του αμερικανικού κομμουνιστικού κόμματος (1945-1957). Υπήρξε πριν μέλος του αμερικανικού σοσιαλιστικού κόμματος και των βιομηχανικών εργατών του κόσμου (IWW).
[iii] Karl Eduard Wilhelm Groener (1867–1939)Γερμανός στρατηγός και πολιτικός
[iv] Vorwärts: Εφημερίδα που εκδίδεται από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας (SPD). Ιδρύθηκε το 1876. Σήμερα κυκλοφορεί κάθε δυο μήνες.
[v] Karl Berngardovich Radek (1885 –1939) Μαρξιστής που συμμετείχε στο πολωνικό και γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κίνημα πριν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και δραστήριος κομμουνιστής στη σοβιετική ένωση μετά τη σοβιετική επανάσταση του 1917. Πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου είχε μεταφερθεί εξ αιτίας της αριστερής αντιπολίτευσης που ασκούσε στο σοβιετικό κομμουνιστικό κόμμα..
[vi] Karl Johann Kautsky, (1854 – 1938) Γερμανός πολιτικός, θεωρητικός του μαρξισμού, ηγετική μορφή του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος και της Β΄ Διεθνούς (1889-1916), σφοδρός επικριτής της σοβιετικής επανάστασης και της οργάνωσης του σοβιετικού κράτους.
[vii] Alexandre Millerand 1859 –1943) Αρχικά προοδευτικός και αργότερα συντηρητικός γάλλος δικηγόρος, δημοσιογράφος και πολιτικός. Υπήρξε πρωθυπουργός της Γαλλίας (20.1.1920-23.9.1920 και 23.9.1920-11.6.1924).