Ημερολόγιο 171β: Με την Μπέμπα και τον Σοπενχάουερ στα νησιά, οδικώς | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

29.8.19 Πέμπτη. Με την Μπέμπα και τον Σοπενχάουερ (του Γιάλομ) εξορμούμε οδικώς προς τα νησιά του Ιονίου. Η Μπέμπα είναι σκυλί driver κι εγώ της διαβάζω αποσπάσματα από το βιβλίο Η θεραπεία του Σοπενάουερ: «Μετά το φαγητό ο Σοπενάουερ έκανε συνήθως έναν μεγάλο περίπατο, συχνά κουβεντιάζοντας φωναχτά με τον εαυτό του ή με τον σκύλο του και προκαλώντας τα γιουχαΐσματα των παιδιών. Τα βράδια τα περνούσε μόνος του διαβάζοντας στο δωμάτιό του και δε δεχόταν ποτέ επισκέψεις».

Αυτός ο μισάνθρωπος, ο μισογύνης, ο αντικοινωνικός φιλόσοφος που καθύβριζε τον Χέγκελ, με επηρέασε όσο κανείς άλλος, ίσως επειδή το βιβλίο του Σκέψεις και αποσπάσματα, έπεσε στα χέρια μου όταν ήμουν δώδεκα χρονών, μαθητής της τελευταίας τάξης του Δημοτικού. Κι εκείνο που με τράβηξε ήταν ο μαχόμενος πεσιμισμός του και φυσικά η αθεΐα του, αντίδοτο σε ένα τοξικό, υποκριτικό χριστιανικό περιβάλλον. Δυστυχώς αυτό ήταν το μόνο βιβλίο του που κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή στα καροτσάκια της Σταδίου και της Πανεπιστημίου κι εγώ αποστήθισα ολόκληρα αποσπάσματα, όλο το βιβλίο δηλαδή, για να μπαίνω στο μάτι της μάνας μου και να κάνω τον έξυπνο στους συμμαθητές μου. «Αν έχει φτιάξει ένας θεός τον κόσμο, δεν θα ήθελα να ήμουν αυτός ο Θεός. Η δυστυχία του κόσμου θα μου σπάραζε την καρδιά».

Τώρα διαβάζω το μυθιστόρημα του παμπόνηρου αμερικανοεβραίου ψυχαναλυτή Γιάλομ που αφού έγραψε ένα μυθιστόρημα για τον άλλο μεγάλο γερμανό φιλόσοφο τον Νίτσε, Όταν έκλαψε ο Νίτσε, καταπιάνεται και με τον Σοπενχάουερ σκαρώνοντας ένα πολύ πιο ενδιαφέρον και διαβαστερό μυθιστόρημα Η θεραπεία του Σοπενάουερ. Η πλοκή του έργου:

Ο ψυχοθεραπευτής Τζούλιους Χέρτσφελντ (το alter ego του Ίρβιν Γιάλομ) πληροφορείται ότι πρόκειται να πεθάνει γιατί έχει καρκίνο και βλέπει ότι ο καλύτερος τρόπος να περάσει την τελευταία της ζωής του περίοδο είναι να συνεχίσει το έργο του. Αποφασίζει να δει έναν παλιό ασθενή, τον Φίλιπ Σλέιτ (πάλαι ποτέ βοηθός καθηγητή σε Πανεπιστήμιο), που υπέφερε από υπερσεξουαλική εμμονή και δραστηριότητα ώστε να πηγαίνει με δύο και τρεις γυναίκες ημερησίως και τον οποίο ο Τζούλιους παρά την πολύχρονη θεραπεία δεν μπόρεσε να βοηθήσει. Ο Φίλιπ έχει αυτοθεραπευτεί χάρη στη μελέτη της φιλοσοφίας του Σοπενχάουερ η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στο μυθιστόρημα και μάλιστα θέλει να γίνει κι ο ίδιος θεραπευτής. Ο Τζούλιους τον θεωρεί ακατάλληλο γιατί ο παλιός του ασθενής παραμένει αντικοινωνικός, καταφέρνει όμως να τον εντάξει στην τελευταία της ζωής του ψυχοθεραπευτική ομάδα.

Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν εμφανίζεται η Παμ που έχει κακοποιηθεί από άνδρες είχε πάει στην Ινδία για διαλογισμό και «τι δουλειά έχει αυτό το κάθαρμα εδώ;» αναφωνεί μόλις βλέπει τον Φίλιπ. Η Πάμ είχε καθηγητή το Φίλιπ στο Πανεπιστήμιο, τον είχε ερωτευθεί κι αυτός της συμπεριφέρθηκε σαν σκουπίδι, την παράτησε όπως έκανε με όλες τις γυναίκες. «Ο Σοπενάουερ πίστευε πως αυτή είναι η καθολική μοίρα του ανθρώπου: επιθυμία, στιγμιαίος κορεσμός, πλήξη, περαιτέρω επιθυμία», λέει ο Φίλιπ που παπαγαλίζει κείμενα του γερμανού φιλοσόφου στις συνεδρίες.

Ο Γιάλομ πλάθει ζωντανούς ανθρώπινους χαρακτήρες που παλεύουν να κατανοήσουν τα συναισθήματα τους απέναντι σε υπαρκτά ζητήματα, όπως του σεξουαλικού καταναγκασμού, της εικόνας που θέλουμε να σχηματίσουν οι άλλοι για μας, μιλάει για την έλλειψη αυτοεκτίμησης και για το φόβο του θανάτου. Φυσικά με ένα πλάγιο τρόπο απορρίπτει την ινδική φιλοσοφία, την ιδέα της νιρβάνα και της αταραξίας. «Τι ζωή θα ήταν αυτή χωρίς ζωή;», λέει ο αμερικανοεβραίος ψυχαναλυτής δια στόματος Παμ, που στηρίζει το δικό του metier, και τα δικά του συμφέροντα, την …υπέροχη ψυχανάλυση της Δύσης.

Πρώτο stop Λευκάδα. Σε μηδέν χρόνο φτάσαμε στο νησί από την κρεμαστή γέφυρα του Ρίο-Αντίριο όπου οι τουρίστες είναι πατείς με πατώ σε και τα αυτοκίνητα παρκαρισμένα πάνω στα δέντρα. Η πολλή έκθεση στον ήλιο κάνει να πονούν τα μάτια μου, σαν νάχουν μπει σκουπίδια. Βουρ για το Πόρτο Κατσίκι. Όλη η θάλασσα της Δυτικής Λευκάδας είναι καταπληκτική σου έρχεται να την πιεις στο ποτήρι.. Σταματάμε στο Κάθισμα μπιτς. Φοβερή πλαζ. Παντού όμως προστατευτικά σύρματα για τις κατολισθήσεις. Μη πάτε στο Πόρτο Κατσίκι, λέει μία ντόπια κολυμβήτρια που της έχει πέσει η μπανέλα από το μαγιό. Εκεί είναι τρομακτικά, κατρακυλάνε αγκωνάρια. Θα πάμε στο Πόρτο κατσικάκι, λέω, πρέπει να το δει και να το απαθανατίσει η Μπέμπα.

Δεν μ’ αρέσει αυτή η ενόχληση στο μάτι μου. Κι αν έχω ωχρά κηλίδα, λεύκωμα ή καταρράκτη; Ο γιατρός μου είχε πει να προσέχω την αποκόλληση υαλοειδούς που είχε πάθει η Δάφνη. Έτσι δεν βλέπω πακιστανούς και αλβανούς να λούζονται στα πέριξ. Είναι οι κακές σκέψεις όπως ακριβώς έκανε ο Σοπενχάουερ που φοβόταν και τον ίσκιο του. Κι έφυγε από το Βερολίνο για να μην πάθει χολέρα. Κι έφυγε απ’ το Αμβούργο για τη γρίπη κι είχε περίστροφο κάτω από το μαξιλάρι και σπαθιά στο σπίτι κι έκρυβε τα νομίσματα σε απίθανα μέρα.

Αδικαιολόγητοι φόβοι της καθημερινότητας, παραδέχεται ο ίδιος ο Αρθούρος στο Ημερολόγιό του.


Δημήτρης Τζουμάκας