Ημερολόγιο ασημάντων 101: Μεξικό τέλος /Η μαμά πεθαίνει | Δημήτρης Τζουμάκας

In Λογοτεχνία, Πεζογραφία, Χρονογράφημα by mandragoras

 

 

18.11.18 Κυριακή. «Άνθρωποι με νυχτικά στα κατώφλια. Παλιές χωρίς νόημα επιγραφές. Σκέφτομαι την πιθανότητα να γίνω απόλυτα δυστυχισμένος σ’ αυτούς τους δρόμους, στις πλατείες, στους πάγκους των πάρκων. Όποιος μπορεί να κλαίει θα έπρεπε να έλθει εδώ μια Κυριακή» (Κάφκα). Θα πάω κι εγώ στους πάγκους των πάρκων να αισθανθώ τουρίστας και καταναλωτής μέγας. Τελευταία ημέρα των αγώνων. Βγαίνω μόνος μου έξω να αισθανθώ καλύτερα την πόλη. Έχω πάρει και τη φωτογραφική μηχανή την οποία κατάφερα και τη φόρτισα.

Οι δρόμοι είναι άδειοι. Τι συμβαίνει; Δεν κυκλοφορεί κανένα αυτοκίνητο. Μόνο πεζοί. Είναι δρομείς, μάλλον ποδηλάτες και πιο πέρα έχουν στήσει ένα πανό. Mi bici y yo contra el cambio climatico. Το ποδήλατο μου κι εγώ κόντρα στην πολιτική αλλαγή. Παιδάκια με ποδήλατα και πατίνια επίσης. Είναι ωραία να περπατάς σε μεγάλους άδειους δρόμους. Αλλά οι ανέστιοι που μυρίζουν βενζίνη σαν τους αυστραλούς ιθαγενείς και κατουριούνται απάνω τους μπροστά στα μάτια σου, σού σφίγγουν την καρδιά, ενώ εγώ κατευθύνομαι εκεί που είδα τα παζάρια για να διασπαθίσω τα τελευταία μου πέσος. Οι πάντες πουλάνε τα πάντα και δυο γεροντάκια παίζουν σκάκι. Α κι άλλες σκακιέρες. Μια πλατεία ένα πάρκο γεμάτο σκακιέρες! Πού βρίσκομαι; πώς την λένε την πλατεία; Όλες τις πλατείες έτσι κι αλλιώς Zócalo τις λένε. Παρακολουθώ για αρκετή ώρα τις παρτίδες κι ένας ασπρομάλλης που με βλέπει λιγωμένο μου κάνει νόημα να παίξουμε. Γι αυτό παίζω σκάκι για να κοντρολάρω τον παρορμητικό Έι Αυτό μου. Χάνω για ένα τέμπο με τα μαύρα καθώς δεν μπορώ να παίξω αμυντικά και δεν βρήκα τρόπο να επιτεθώ. Κερδίζω πολύ γρήγορα τη ρεβάνς, είμαι παρορμητικός. Παίρνω και το τρίτο παιχνίδι και φεύγω. Χρώματα και μουσική, άνθρωποι εξοικειωμένοι με τα όπλα κάνουν σκοποβολή στην πλατεία, χορεύουν ταγκό στους δρόμους, υπόνομοι που μυρίζουν άσχημα αν και δεν βλέπω πουθενά σκουπίδια -τι τα κάνουν; Λατέρνες ατέλειωτες -καμουφλαρισμένη επαιτεία, φτώχεια συγκρατημένη, αλλά όχι λεηλατημένα μαγαζιά, όχι κατεβασμένα ρολά, όπως στη Σταδίου και στην 3η Σεπτεμβρίου, απεναντίας, πολλά μικρά μαγαζάκια τσέπης, με τσιμπιδάκια, με κούκλες, με φαγητά, με ηλεκτρικά σκεύη.

Και πολλοί λούστροι. Μανία κι αυτή με το λουστράρισμα των παπουτσιών! Θέλουν να δείξουν ανώτερη καταγωγή, κάποιος να τους περιποιείται δημόσια, δεν το καταλαβαίνω. Για μένα που τα αρθριτικά στους αντίχειρες είναι πρόβλημα που δεν μπορώ να δέσω τα κορδόνια που δεν μπορώ να ξεκουμπώσω το πουκάμισο ενός κοριτσιού ένας καλός λούστρος θα ήταν μία κάποια λύση.

Πάλι φωνές στον άλλο δρόμο. Είναι μέρα εκδηλώσεων. Πέφτω σε διαδήλωση για την προστασία του περιβάλλοντος και υπέρ των ζώων. Είναι πολύ μαχητική η πορεία. Νέα παιδιά με άπειρα πανό. Ακτιβιστικές οργανώσεις όλων των ειδών κατά της κλιματικής καταστροφής. Πού τέτοια εκδήλωση στην πατρίδα τόσο μαχητική για το περιβάλλον! Σε όλη τη Λατινική Αμερική υπάρχει ένα άγχος και μία κινητοποίηση των πολιτών (όπως και στην Αυστραλία} γιατί τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής έχουν βγει στο δρόμο. Στην Βραζιλία πιχί ο νέος ακροδεξιός Πρόεδρος έχει δηλώσει ότι θα βάλει τέλος στις περιοχές και στις εκτάσεις που χαρακτηρίζονται προστατευόμενες και όπου ζουν φυλές ιθαγενών, ότι θα μειώσει τις επιθεωρήσεις, τις κυρώσεις και τις ποινές για εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος. Θα κάνει δηλαδή όλα όσα θα μπορούσαν να εμποδίσουν την αναπαρθένεψη της φύσης, όσα μπορούν να μειώσουν τα βήματα στην απαραίτητη αναδάσωση. Εάν ακολουθήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα, θα φέρει την καταστροφή.

Στο πρωτάθλημα αστέγων ανακηρύσσεται τελικά πρωταθλήτρια ανδρών τε και γυναικών η ομάδα του Μεξικού που μας φιλοξενεί.

19.11.18 Ο Λάκης ζητάει συγνώμη, επειδή ήταν σπαστικός και δεν μπόρεσε να αποδώσει τα δέοντα, είναι και πενήντα χρονών, παλιά με φωνάζανε Ματσόλα, λέει, έπαιζε ποδόσφαιρο με πολύ ιταλιάνικο στιλ, τακουνάκια και τέτοια τώρα αισθάνεται ως ηλικιωμένος δεν μπόρεσε να βοηθήσει την ομάδα και ευχαριστούσε συνεχώς για τη συμμετοχή. «Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε το μόνο που έμαθαν είναι να λένε ευχαριστώ, ευχαριστώ» Ρίτσος. (Έλα, το χάλασα).

Στο αεροπλάνο λένε ιστορίες από την πόλη. Κλαψουρίζουν για την επιστροφή. Έζησαν το μύθο τους όμως.

20.11.18 Ελλάδα. Επιστροφή στις τρεις το πρωί της Τρίτης. Με αφήνουν με τη μαούνα έξω από το σπίτι. Προτού κοιμηθώ ανοίγω τον υπολογιστή για ειδήσεις σαν τον εθισμένο που του στέρησαν τη δόση: Τυφλό κορίτσι δέκα χρόνια σε κλουβί. Ωραία! Στα Λεχαινά. Άλλο ένα θύμα, άλλο ένα «θαύμα» της κρατικής φροντίδας. Πέφτω ξερός, αφού ποτίσω τα φυτά πρώτα. Σε καλή κατάσταση οι ορχιδέες μου, όχι όμως και οι ορτανσίες που θέλουν το νερό τους και να τους τραγουδάς γαλλικά τραγουδάκια.

21.11.18 Μόλις γύρισα, η Μπουμπού μου λέει «δεν απαντάς, δεν ξέρω πού βρίσκεσαι, η μαμά δεν τρώει τίποτα εδώ και δυο μέρες πεθαίνει κι εγώ η ίδια νομίζω ότι έχω πάθει μικρό εγκεφαλικό, δεν ξέρω τι να κάνω, δεν είμαι καλά. Είπα στη γιατρό να την πάω στο Νοσοκομείο μου είπε άδικος κόπος, δεν θα επιβιώσει». «Καλά έρχομαι», λέω. Η κατάσταση είναι κάπως έτσι, αλλά η μαμά κατεβάζει σε μηδέν χρόνο ένα μπισκότο, οπότε εντάξει. Η Μπουμπού έχει σαραβαλιαστεί. Δεν μ’ αρέσει αυτή η κατάσταση, καμία κατάσταση δεν μ’ αρέσει.

 

Δημήτρης Τζουμάκας