Ενδοφλέβια βία, συνεσταλμένη ηλιθιότητα, ή «απόλαυση του κενού χωρίς αντίκρισμα[1]»

In ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ by mandragoras

Αυτοπροσωπογραφία προς κατανάλωση:
Δεν υπάρχεις.

Στράτος Φυντανίδης

Ενδοφλέβια βία

(…) Ήρεμη φυλλομετρώ τη μακροζωία του μέλλοντος

 τους ανθρώπους που λυγίζουν

 3.124

στίχοι προηγούμενοι

θα καίν τους ύπνους των βεβαίων.

Μίλα….Μίλα…Μίλα

ολόκληρη ένας τίτλος

 και δεν αρκώ για τίποτα.

Αναστέλλεται το φώς/ προς καθησυχασμό όλων

3.124 λιγότεροι και λιγότεροι και λιγότεροι.

Μάγδα Χριστοπούλου

Ανάμεσα στην ενδοφλέβια βία της Μάγδας Χριστοπούλου και στο Δεν υπάρχεις του Στράτου Φυντανίδη ισορροπώ το σημερινό γράμμα σύνταξης με τους 3.124 λιγότερους που θα αυξάνουν όσο διαβάζετε αυτές τις γραμμές –αν τολμήσετε να πάρετε στα χέρια σας το καινούριο τεύχος. Μη ξεχνάμε πως ως καταναλωτές, άρα και ως πολίτες «δεν υπάρχουμε».

Κάποιες σκιές περιφερόμενες σε σκουπίδια και τηλεοράσεις είμαστε, στρώματα αγίων στις γωνίες και τις πυλωτές, ερπετά στη δική μας Λασποκοκκυγία που ’ρθε να πάρει τη θέση της Νεφελοκοκκυγίας του Αριστοφάνη, με τα ψοφίμια καταγής στην άλλοτε πόλη των πουλιών. Γιατί στην Ελλάδα τους άρχοντες, και τους δημοτικούς, δεν πρέπει να τους κοιτάς στα μάτια. στους δρόμους, τις λακκούβες, τα χαντάκια, στην τσέπη πρέπει να τους κοιτάς. Γιατί μπορεί το σύμπαν να είναι ισότροπο κατά τον Ησίοδο, να παρουσιάζει δηλαδή τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά προς όλες τις κατευθύνσεις, όμως εδώ ακόμα και οι δρόμοι, τα πάρκα, οι πλατείες, οι πεζόδρομοι έχουν την ταξικότητά τους: άλλο Κηφισιά κι άλλο πλατεία Βάθη, Εξάρχεια και Πατήσια. Εκεί ζουν άνθρωποι, εδώ τσίγκοι, βελόνες, λεμονόκουπες για την ενδοφλέβια.

Φτιαγμένο κι αυτό το τεύχος στη συνήθη κεκτημένη χαλαρή ταχύτητα των τελευταίων 20 χρόνων, που ήθελε πάντα την ύλη των περιοδικών  να «τρέχει από μόνη της»[2]. και λίγο πριν κι εμείς, σαν τον Αντρέα Παγουλάτο, «την κάνουμε με μικρά πηδηματάκια», τώρα που «φύραναν οι εισπράξεις», αφού «όλο και κάποιο κέρδος ξέπεφτε από τους περιώνυμους χορηγούς και τους προθάλαμους των δημοσίων οργανισμών» εκεί όπου καθημερινά συνωθούμαστε, κατά τη διατύπωση πολύξερης κριτικού αριστερής εφημερίδας, θελήσαμε με τον Νάνο Βαλαωρίτη και τους υπόλοιπους συντελεστές να παρουσιάσουμε την ύλη της τελευταίας Νέας Συντέλειας που ’χε ξεμείνει πολύ προ κρίσης. Είναι γιατί πέρα από «εγκωμιαστικές παρουσιάσεις βιβλίων φίλων από φίλους» που ανταλλάσαμε όλα αυτά τα χρόνια αγωνιούμε ως σύντροφοι/ομοιοπαθείς/και συνεργάτες να μην αφήνουμε εκκρεμότητες σε κείμενα που μας εμπιστεύθηκαν, έστω και με τον κίνδυνο να ισοπεδωθούν εκ των υστέρων ως «άτεχνες ποιητικές συνθέσεις που αποκαλούνται ποιήματα και σύντομες ιστορίες που εκλαμβάνονται ως διηγήματα». (Η διαφορά μεταξύ απλούστευσης, απλοϊκής κρίσης και γενικευμένης ηλιθιότητας που με τα χρόνια αποκτά ειδικό βάρος, καθώς εμφανίζεται ως όγκος ενώ συνήθως είναι αέρας που καταλαμβάνει το απόλυτο του κενού, είναι τόσο δυσδιάκριτη όσο και η χρησιμότητα της διαρκώς επαναλαμβανόμενης φράσης: «mind the gap»). Ίσως γι’ αυτό και τα δυο παραμένουν αναλλοίωτα ως ανέξοδη προειδοποίηση, και κριτική. Με το κενό να παραμένει στη θέση του.

Ο όγκος της ύλης, κι αυτού του τεύχους, μας άφησε υποχρεώσεις. Ήδη το επόμενο 48ο είναι σχεδόν έτοιμο, ενώ προχωρά το 49ο αφιερωμένο –μετά συγχωρήσεως κ. Θεοδοσοπούλου– μεταξύ άλλων στον Γιάννη Δάλλα. Για εμάς η πλαισίωση της τρέχουσας ανέκδοτης ύλης (που οφείλει να είναι πολύχρωμη, πολυπρισματική, πειραματική, ρηξικέλευθη, να κινείται από τη μαθητεία μέχρι την ωριμότητα, από το κλασικό μέχρι το μοντέρνο, από το αυτονόητο μέχρι το απροσδιόριστο), με μια προσπάθεια σφαιρικής εξέτασης του έργου ενός δημιουργού. ιδιαίτερα αν ο τελευταίος δε συγκαταλέγεται στους ομοτράπεζους του Συγκροτήματος και στα πρόσωπα της ημέρας, πέρα από γραμματολογικά χρήσιμο είναι και καλλιτεχνικά αναγκαίο. Τον προσεχή Μάιο ο Μανδραγόρας ίσως προλάβει τα 20χρονά του. Κι όπως ξέρουνε καλά όσοι υπήρξαν ζωντανοί, και δε φυτεύτηκαν με μοσχεύματα ή καταβολάδες, η διαδικασία επιβίωσης παραμένει επώδυνη και καθαρά προσωπική υπόθεση. Ίσως αυτό να είναι και το ρηξικέλευθο τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή: να δοκιμάζεσαι διαρκώς, να ξεπερνάς αντοχές και όρια, για κάτι όλως διόλου αβέβαιο που συχνά κρίνεται μετά θάνατον. (Αφού ως γνωστόν άπαντες οι αποθανόντες δεδικαίωνται).

Αν δεν προλάβουμε, μικρό το κακό. Άλλωστε στη ζωή, στη φυσική και τη δημοκρατία δεν υπάρχουν ούτε κενά, ούτε αδιέξοδα: όλο και κάποιος βρίσκεται να καλύψει την απουσία πεσόντων, αποβληθέντων, ή τετελειωμένων. Το τέλειο (ή απόλυτο κενό) είναι μια εξιδανίκευση που φαίνεται πως δεν μπορεί να υπάρξει στην πραγματικότητα του δικού μας σύμπαντος, αλλά προσεγγίζεται μερικώς στο εξώτερο διάστημα. Οι φυσικοί χρησιμοποιούν τον όρο μερικό κενό για να περιγράψουν το ατελές κενό που παρατηρείται στον πραγματικό κόσμο.

Η εμπάθεια είναι ένα πολύτιμο συναίσθημα που μπορεί να σε οδηγήσει στην υπέρβαση, από τα εσώτερα του Άδη μέχρι τους τέσσερις ουρανούς, αλλά και να σε καταντήσει χολερικό, ξέπνοο και μαραγκιασμένο. Να μη μπορείς καν να περισώσεις ένα προφίλ, έστω κι αν σου περισσεύουν οι μαθητείες των ισορροπιών, των θεωριών και της (υπο)κριτικής. Και μπορεί η ισοπέδωση να διευκολύνει τις ενοχές σου, (το ζούμε σήμερα με το όψιμο αντιφασιστικό μένος όσων καλλιέργησαν/διευκόλυναν μια φασίζουσα πρακτική), αλλά γαμώ το μου κάποια φορά θα πρέπει να πάρεις θέση. Αλλιώς θα βρίσκεσαι και με χωροφύλαξ και με τον αστυφύλαξ, και ψευδόμενος, σαν τον Νάσο Βαγενά (ΤΟ ΒΗΜΑ 13.5.2012) που θέλει «την ιδιότυπη ισχύ της ποικιλόμορφης Αριστεράς υπεύθυνη για τη δημαγωγία που επιδαψίλευαν ανέξοδα επί δεκαετίες τα δυο εναλλασσόμενα κόμματα εξουσίας»! Έλεος.

Κώστας Κρεμμύδας


[1] Στράτος Φυντανίδης από την ανέκδοτη ενότητα Ο Φόκνερ στο Χόλυγουντ και άλλες σημειώσεις.

[2] Τα εντός εισαγωγικών αποσπάσματα περιέχονται σε άρθρο της Μάρης Θεοδοσοπούλου, εφ. Η ΕΠΟΧΗ, 27.10.2012.