ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ
Δεν αρκεί
Να εξοικονομούμε την ενέργεια
(Σβήνοντας τα βράδια όλα τα λάθη)
Να καταφεύγουμε σε ανανεώσιμες πηγές
(με την πείνα των απαγορευμένων)
Να προνοούμε για πετρέλαιο
(σκάβοντας μέσα στην επιθυμία)
Να υπολογίζουμε την πυρηνική ενέργεια
(με αριθμητική πλανηταρχών)
Να αξιοποιούμε την ηλιακή
(με κάθε αλγόριθμο λιακάδας)
Δεν αρκεί όλος αυτός ο μόχθος
κρεμασμένος σε δέντρα αιωνόβια
για να παράγουμε αντίδοτο στη στάχτη
Με το φιλί ανάβει ακόμα ο κόσμος
ΠΑΡΑΒΟΛΗ
Σ’ αυτό τον αιώνα πεινάμε πιο πολύ
γιατί μεγάλωσε το βλέμμα
Όμως τα βράδια
άφησέ με να τσιμπήσω
τους σπόρους από τα μαλλιά σου
Είμαι το πετεινό του ουρανού μας
Να μεριμνάς
ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΠΗΓΑΜΕ
Σπάνια τόση λύπη στα μάτια
Όπως νεκρός στα όνειρα
που ξέρει πως δεν επιστρέφει
Ό,τι δεν γίναμε κι όπου δεν πήγαμε
Ό,τι δεν συναντήσαμε
κι ό,τι δεν μας προσκάλεσε
είναι τώρα εδώ ανάμεσα σε τύψη και σε λήθη
Εμείς μετανοημένοι χρόνοι
κύκλοι χωρίς περίμετρο
Μόνο με ακτίνα σαν φτερό
αφήνουμε λυτή κι αδέσποτη τη φαντασία
Όσο να φτάσουμε ακίνητοι όπου μπορεί
η επιθυμία να ρίξει ένα θαύμα και να σκαρφαλώσει
Έλα όταν θρυμματίζεται η νύχτα στο Μπαλί
Το μεσημέρι σε οινοκέρασμα του Αιγαίου
Το απόγευμα να χαραχτούμε στα βαθιά
Ως το μεδούλι της ψυχής Ειρηνικό
Αναδυόμαστε το σούρουπο
σαν λίμνες από κρυφούς μας θρήνους
Το βράδυ ακροβατεί σε καθαρότητα
Μας κυνηγά ερωτευμένη
μια κορυφή στο Μάτσου Πίτσου
Μεσάνυχτα
Λαθρεπιβάτης ένα χάδι
σβήνει την κάθε εικονική πραγματικότητα
Ανάφλεξη στο σώμα
Κι ό,τι δεν καίγεται
είναι η τέφρα του ερυθρού
ΑΙΩΝΙΕΣ TAXYΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
Τι ταχύτητες πλέον αναπτύσσουμε
προκειμένου ν’ αποφύγουμε αυτό
που κατοικεί εκ γενετής στο σώμα μας
Που μεγαλώνουν ψυχοπαίδι οι αισθήσεις
Που κανακεύουνε οι φόβοι
Που συντροφεύουν όλες μας οι μοναξιές
Τρέχουμε πάντοτε μπροστά και πίσω
από το απρόσμενο
Το ανεξέλεγκτο
Το αναπάντεχο και το ραγδαίο
Τρέχουμε να ξεφύγουμε
Να αποφύγουμε
Να προσφύγουμε
Να διαφύγουμε
Το ασάλευτο ταράζει
και ταράζεται μέσα μας
ΔΕΛΤΙΟ (ΕΠΙ ΤΟΥ) ΚΑΙΡΟΥ
Η απόγνωση φορέματα πολλά στον χρόνο έχει
Φιλάρεσκα αλλάζει στον καθρέφτη μας
Αποθηκεύουμε σε μια σκληρή μας μνήμη
Ενδιάμεσα
πότε σε ξέρα πότε σε θολό κατακλυσμό
κάποιος μεγαλώνει τα νύχια αποθανόντα
σκάβει μια χαραμάδα
εκπνέει ανάβοντας φωτιά του ναυαγού
Κι αυτή η φωνή, αυτή η φωνή
που μας τρυπάει σαν βελόνα
άγνωστη μες στο ίδιο μας το αίμα
μετάγγιση ενός λυγμού
«Πάντα πλεούμενο προς φάρο
κόκκινο στόμα που αγαπιέται»
2040 μ.Χ.
Ίσως και να κρατάμε ακόμη λίγο ήλιο μες στα δόντια
Ίσως και να διαβάζεις το όνομά μου σε μια γραφή
που μου θυμίζει πως πρέπει να αποκρυπτογραφώ
τις δυνατότητες των σιωπών και των συμβόλων
Ίσως να σκύβεις ακόμη πάνω από τα μάτια μου
Φυτεύοντας μια νίκη που μεγεθύνεται στο φως μας
Και ίσως με στυλό
να γράφεις και να σβήνεις μια σελίδα
που ήταν και παρέμεινε λευκή
Και πάλι ίσως να μην έχουμε μεγαλώσει όσο τα χρόνια
Να παγιδεύουμε στα μάτια, στα μαλλιά
ένα σχηματισμό από γερανούς ή ένα σμήνος χελιδόνια
Να σημαδεύουμε τον χρόνο με πουλιά
προτού μας τεμαχίσει σε μικρές αναπηρίες
Ίσως και να ξαπλώνουμε στο μυστικό μας δάσος
με μουσική των φύλλων
Τα χέρια να χορεύουνε σε κλώνο μυστικό
Ίσως και να είμαστε παιδιά που δεν αλλάξαμε αιώνα
Κρεμασμένοι σε αργοκίνητους δείκτες ρολογιών
χωρίς ψηφιακή ακρίβεια
Μας τρυπούν οξείες οι γωνίες τους
Κρεμόμαστε διάτρητοι σε κύκλους
Ίσως και να υπάρχουμε ακόμα
σαν μια ανάμνηση οριζόντων
ΕΞΥΠΝΗ ΠΟΛΗ
Μια έξυπνη πόλη επιθυμώ
Φώτα στα χείλη να ρυθμίζουν
την κίνηση και τη διέλευσή μας
Τον νου μας στις λέξεις αιχμής
Να ελαχιστοποιήσουμε πολέμους και νεκρούς
Παιδιά με ακρωτηριασμένο βλέμμα
Αγνοούμενα θαυμαστικά
Να περιμαζέψουμε κατά συρροή τραύματα
Δεν είμαστε μόνοι
Αντιμέτωποι με την ευφυΐα των εποχών
Κι εμείς διάτρητοι από κήπους και άστρα
Να κρατήσουμε πρέπει τον έλεγχο
και μακριά από μας τη θερμική νησίδα
που θα μας λιώνει κάθε μέρα πλάθοντας
καρδιές που δεν θα μας γνωρίζουν
Μια έξυπνη πόλη
για όσα ανόητα προσπέρασαν
Το πιο κόκκινο φως
μπορεί να σταματά
τη μαύρη διαδρομή μας;