Χρονογράφημα
21.12.17 Πέμπτη. Παίδες σταματείστε, κατεβαίνω. Δεν αντέχω Βοσκόπουλο στο πούλμαν, πλιζ όχι Τόλη στην πόλη της Βουδαπέστης. Είμαι αλλεργικός στο αρχοντογύφτικο. Βγάζω σπυριά…
Ο Μανώλης χαμογελάει στριφνά, έστω κι έτσι μπορεί και χαμογελάει… Η συντροφός του πιάνει το Καλίνκα με θεσπέσια φωνή, προσπαθώ να σιγοντάρω και θέλω πολύ να πάω στο χωριό του Νίκου Μπελογιάννη, αλλά δεν είναι στο πρόγραμμα τα κακώς κείμενα, αποφεύγονται. Τραγουδάω με μπρίο οπερέτα «αχ συνταγματάρχα μου είστε γόης χαριτωμένος» και Εσκερνάζυ:
Τα πέριξ δεν τα σώσαμε
μ’ αυτά που τραγουδάμε.
Ό,τι είχαμε πληρώσαμε,
μα πάλι θα χρωστάμε…
–Θέλετε να κάνετε σεξ με Ουγγαρέζα; με ρωτάει ο συνοδός του bus, αφού φάγαμε πάλι κοτόπουλο κατάπλασμα στο ξενοδοχείο –μόνο κοτόπουλο σερβίρουν οι αγέλαστοι.
–Όχι, δεν θέλω Ουγγαρέζα. Θέλω γερμανίδα να την βασανίσω, όπως βασάνισαν οι γερμανοί τον πατέρα της Αλία και του έβγαλαν τα μάτια και τον έκαψαν ζωντανό, έτσι μου έλεγε πριν λίγο ο ευαίσθητος Μανώλης, τρώγοντας εντόσθια πουλιών στο εστιατόριο του ξενοδοχείου Εξπλόρ τεσσάρων αστέρων. Ξέρω, έχω δει ταινία στην Αλκυονίδα του λέω, έκαψαν πολλούς στα χωριά της Λευκορωσίας οι ναζί, ρίχνανε και μωρά στις φλόγες. «Τους ξεκλήρισαν, απορώ πώς κάνουν ακόμη μπίζνες οι Ρώσοι μαζί τους», λέει ο υψηλός και αγέλαστος Μανώλης, χαϊδεύοντας με μία νέα υπέρβαση τα μαλλιά της Λευκορωσίδος.
22.12.17 Παρασκευή. Έχει γίνει κάποιο δυστύχημα από τότε πού μπήκαμε στην Τσεχία και πάμε σαν χελώνες. Όλοι γκρινιάζουν. Τι μπορεί να ψωνίσει κανείς από την Πράγα; ρωτάω τον Μανώλη που είναι πολυταξιδεμένος. Τι άλλο; Κρύσταλλα Βοημίας, πήραμε την προηγούμενη φορά και μας σπάσανε, λέει. Γκαντέμης! Διαβάζω Le cercle de Prague, στην πραγματικότητα ήταν το πρώτο μανιφέστο του στρουκτουραλισμού. Η σύναξη του 1929 περιελάμβανε λαμπρά ονόματα της λογοτεχνικής κριτικής τους ρώσους εμιγκρέδες Ρομάν Γιάκομπσον, Νικολάι Τρουμπέτσκοϊ της δομικής γλωσσολογίας και Σέργκεϊ Καρσέβσκι, όπως και τους τσέχους Ρενέ Βέλεκ και Γιαν Μουκαρόφσκι. Ο ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος του κύκλου ήταν ο τσέχος Vilém Mathesius μέχρι το θάνατό του το 1945. Ο Roman Jakobson υπήρξε αντιπρόεδρος.
Όλη μέρα στην Πράγα. Αρχίζει η ξενάγηση στην πόλη. Δεν προβλέπεται επίσκεψη ούτε στο Μουσείο του Κάφκα, ούτε το σπίτι του Κάφκα. Ούτε στο χώρο που έλαβαν χώρα τα πολιτικά γεγονότα του 1968 και ο αυτοπυρπολισμός του φοιτητή της Φιλοσοφικής Πάλατς. Μήτε το μαύρο Θέατρο της Πράγας θα δούμε. Αντ’ αυτών θα επισκεφτούμε τα ανάκτορα που έχουν καλές τουαλέτες, το κάστρο με τους Αμπελόκηπους, και την προεδρική κατοικία απ’ όπου μας περνάνε με λέιζερ μην τους τρομοκρατήσουμε. Μπροστά πηγαίνει μία αυταρχική ξεναγός κρατώντας ένα λουλούδι, όπως βλέπουμε τα γκρουπ των κινέζων τουριστών στην Αθήνα. Όπως ο υπόλοιπος κόσμος, καταλαβαίνω ότι κινεζοποιήθηκα κι εγώ. Ουδείς γλυτώνει. Ξεχωρίζουμε το άγαλμα με το χρυσό πέος! Το φωτογραφίζουν μανιωδώς κυρίες όλων των εθνικοτήτων, βουτηγμένες στις γούνες, χωρίς να εξαιρούνται και οι άρρενες φωτογράφοι. Κατεβαίνουμε τη γέφυρα του Καρόλου με τα μαύρα μπρούτζινα αγάλματα.
Ζητιάνοι γονατισμένοι σε στιλ μουσουλμανικής προσευχής, με εύσωμους σκύλους που τους έχουν ντυμένους με παλτό λόγω του κρύου στην γέφυρα του Καρόλου. Φαίνεται σαν μία παράξενη ατραξιόν. Έρχονται όμως αστυνομικοί οπλισμένοι αστακοί και τους γράφουν σαν αυτοκίνητα!
Το Αστρονομικό Ρολόι της Πράγας, γνωστό ως Orloj (Ορλόι) από παράφραση της ελληνικής λέξεως ωρολόγιον, κάτω από το οποίο γίνεται όλη η περατζάδα, είναι χρονολογικά το τρίτο της Ευρώπης. Υπολογίζεται ότι παρουσιάστηκε το 1410 από τον ωρολογοποιό Mikulas Kadan. Η όλη κατασκευή ολοκληρώθηκε από τον ονομαστό αρχιτεχνίτη ωρολογοποιό Γιαν Χάνους του Ρόδου (Jan Hanus Ruze). Λέγεται μάλιστα ότι προκειμένου να μη επαναλάβει ο Χάνους σε κάποια άλλη πόλη αυτό το αριστούργημά του, οι άρχοντες της Πράγας αποφάσισαν να τον τυφλώσουν! Ήταν η επιβράβευση για τη δουλειά του.
Το Αστρονομικό Ρολόι αποτελεί σύμβολο της Πράγας. Το παλαιό Δημαρχείο με τον καιρό ανακατασκευάστηκε. (Η πόλη ήταν τυχερή δεν βομβαρδίστηκε στους παγκόσμιους πολέμους). Κάποια γλυπτά προστέθηκαν, κάποια αφαιρέθηκαν κι ο Χάροντας με τη μορφή του σκελετού άλλαξε θέση, όμως σήμερα δυστυχώς δεν θα τον δούμε, «είναι θέαμα για την πόλη», λέει η ξεναγός, «καθώς αυτό τον καιρό το ρολόι ξαναφτάχνεται». Όχι δεν θα δούμε τον Χάροντα, αλλά βλέπουμε τη λεγεώνα των τουριστών να τρώει χοτ ντογκ, σοκολάτες, παγωτά και προσέχουμε τα πορτοφόλια μας. Γενικώς όλοι τρώνε και κοιτάνε, δηλαδή χαζεύουν βιτρίνες.
Τρώμε πάλι με τον Μανώλη που αυτή τη φορά είναι πιο ομιλητικός. Είχε έλθει στην Πράγα πριν δεκαπέντε χρόνια περίπου λίγο πριν τις μεγάλες πλημμύρες, κι ήταν λιγότερο τουριστική, περισσότερο ανθρώπινη αν και τα κορίτσια σου την πέφτανε στα ίσα, σου δίνανε κατ’ ευθείαν το τηλέφωνο στο εστιατόριο. Τον κοιτάζω. Μήπως είναι θεολόγος; αναρωτιέμαι ενώ η Αλία βγάζει φωτογραφίες το ρεστοράν, με μία σούπερ ντούπερ μηχανή. Δεν τον ρωτάω τι επαγγέλλεται μπορεί να ήταν ή και να είναι δικαστικός. Και στη Βραζιλία πότε πήγες; Στο καρναβάλι. Α μάλιστα! Μην ακούς είναι υπερτιμημένες οι βραζιλιάνες. Είναι κοντές και υποσιτισμένες. Σοβαρά; Βέβαια, οι βασίλισσες μόνο του καρναβαλιού και της σάμπας είναι ξεχωριστές, πιο ψηλές από μένα, δίμετρες. Αλλά μην ακούς, είναι και επικίνδυνα.
Μπορεί να μην είδαμε οικία Κάφκα, αλλά είδαμε το Καφέ Σλάβια (Kavarna Slavia) με επίπλωση από ξύλο κερασιάς που σήμερα έχει μεταβληθεί σε λαϊκή και τουριστική καφετέρια, αλλά στο μακρινό παρελθόν υπήρξε τόπος συνάντησης των γερμανόφωνων καλλιτεχνών πρωτοστατούντος του Φραντς Κάφκα. Εδώ σύχναζε κι ο συγγραφέας Μαξ Μπροντ που διέσωσε το έργο του Κάφκα. Στο Καφέ Σλάβια συναντιόνταν “Οι Πεισματωμένοι” πρωτοποριακή ομάδα της τσεχικής τέχνης, που περιελάμβανε το θεατρικό συγγραφέα Κάρελ Τσάπεκ, διάσημο για το επιστημονικό δράμα του “R.U.R.” (1921), στο οποίο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η λέξη “ρομπότ”. Στο Καφέ Σλάβια σύχναζαν ακόμη οι πρωτεργάτες του «Νέου Κύματος» του τσεχοσλοβακικού κινηματογράφου στις αρχές της δεκαετίας του 1960, Μίλος Φόρμαν και λοιποί.
Ούτε βόλτα με τα καραβάκια κάναμε στο ποτάμι κι ούτε ποτέ υπήρχε περίπτωση εγώ να κατέβω στις κατακόμβες για «υπόγειο περίπατο». Κάτω από το Αστρονομικό Ρολόι, βρίσκεται η φρίκη, τα δωμάτια που κρατούνταν, βασανίζονταν οι κατάδικοι και ξεψυχούσαν. Μακριά από τουριστικους «Ghost tours» λοιπόν, αν κι εδώ ένας φιλοπερίεργος, ψύχραιμος και εν ολίγοις «σαδιστής» περιηγητής, θα συναντήσει τόπους «πραγματικής Ιστορίας».
Επιστροφή ταξιδιωτών με τσάρτερ τσέχικης γραμμής «φορτωμένων» με νεύρα, τσιγάρα και αυτοκόλλητα στο ψυγείο. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο που είναι άδειο κι άρχισαν τα τρεχαλητά και τα στριμώγματα ποιος θα στηθεί πρώτος στον γκισέ για τσεκ ιν. Τρία γκρουπ εκδρομέων μάχονται. Είναι αγριάνθρωποι, κουρασμένοι. Οι γυναίκες ακόμη πιο ορμητικές. Δυσλειτουργικά ζευγάρια αλλά εκεί μαζί, χειροπόδερα δεμένα, να γκρινιάζουν. Ένας ασπρομάλλης «γλιστράει» πονηρά μέσα από την ουρά και στήνεται πρώτος, τον διπλαρώνει απ’ το πλάι η κυρά του και κόρη με κορμί μανεκέν. Ο ψηλός νταής με το φυλακτό στο λαιμό ουρλιάζει: θα σου σπάσω τα μούτρα παλιόγερε και όντως βγαίνει έξω απ’ τη σειρά έτοιμος να του χιμήξει. Ώπα, ώπα, μεγάλε. Η πτήση ήταν προγραμματισμένη για τα μεσάνυχτα κοντεύει μία κι ακόμη δεν έχει έλθει το αεροπλάνο. «Ποτέ πια στη ζωή μου με λεωφορείο», λέει η ξεμαλλιάσμενη φίλη της Βαρβάρας. Με αεροπλάνο δικινητήριο θα πάμε τώρα, θα σου ανοίξει η μύτη. «Θα πάω στον ταξιδιωτικό πράκτορα να του τα πω όλα». Ε μην τα πεις όλα. Ο Μανώλης με την Αλία μένουν τελευταίοι. Τελικά ο Μανώλης μένει στην Κυψέλη, στην Αγίου Μελετίου, είμαστε πολύ κοντά λέει η Αλία, μπορούμε να πάρουμε μαζί ταξί, ο Μανώλης ακούει λες και είναι από άλλο πλανήτη. Με τα πολλά το αεροπλάνο έρχεται σε κάποια στιγμή, οι παλικαράδες ρίχνουν ένα υπνάκο ,κάποιοι ευθυμούν και κακαρίζουν again, μέχρι την ώρα που αρχίζει να κουνάει το αεροπλάνο κι ακούγονται κραυγές απελπισίας : ένα γιατρό, ένα γιατρό. Στα μπροστινά καθίσματα η γυναικολόγος προσφέρει τις υπηρεσίες της σε έναν επιβάτη που έχει χάσει τις αισθήσεις του. Ήπιε ένα ποτηράκι και του ανέβηκε η πίεση. Τον συνεφέρανε.
23.12.17 Αθήνα έξι το πρωί. Τέλος της παράστασης. Το λεωφορείο με αφήνει κάπου στον Κηφισό σε μια μαύρη και κρύα πόλη και παίρνω ταξί. Σαν θάλασσα που φιλεί το χέρι μιας δεσποινίδος πετάχτηκε η φωνή του ονείρου μας. Τριακόσιοι νάνοι περιεκύκλωσαν την μυσταγωγία μας. Μερικοί παρεφρόνησαν μα οι περισσότεροι έστυψαν την καρδιά τους και την έφαγαν. Πέφτω ξερός στο κρεβάτι με στίχους Εμπειρίκου στο μυαλό.
Ξυπνάω από το κρύο στις 12 το μεσημέρι. Καφέ με λίγη ζάχαρη. Όταν τελειώσει δεν θα ξαναγοράσω ζάχαρη, ούτε για κάποιον επισκέπτη. Είναι γλυκό δηλητήριο. Ποιον επισκέπτη; Τέλος πάντων. Βιβλία και χαρτιά παντού. Για ποιο λόγο; Δεν είμαι πια φοιτητής. Ούτε καθηγητής. Η ανώτερη μόρφωση προστατεύει από τη νόσο Αλτσχάιμερ. Κάνει πολύ κρύο μέσα στο σπίτι. Τι Πράγα και Βουδαπέστη και Βελιγράδι! Λεκανοπέδιο Αττικής και τρεις βαθμοί Κελσίου με αεράκι. Ψόφος στα δωμάτια της Δεριγνύ. Νοσταλγώ τη θέρμανση των ξενοδοχείων. Πολιτισμένα κράτη. Τι να σου κάνει μια σομπούλα εδώ. Έπρεπε να είμαι στο Σύδνεϋ. Την πάτησα φέτος και άφησα το ταξίδι για τον Γενάρη. Πώς να γράψεις τώρα τις ταξιδιωτικές σου εντυπώσεις αλά Καζαντζάκης και Βέης; Πρέπει να πάρω ψωμί και ’κανα βουτηματάκι. Αφήνω την πυτζάμα από μέσα, βάζω παντελόνι και στην πόρτα βλέπω επί του εδάφους σημείωμα: J’adore me faire prendre en levrette. Άσε μας ρε Νανά με τα σεξουαλικά σου! Επιστρέφω τουρτουρίζοντας. Πρέπει να βάλω υγραέριο για θέρμανση. Είναι τρεις χιλιάδες. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο τα λεφτά (που είναι και τα λεφτά) αλλά βαριέμαι τη διαδικασία όσο τίποτε άλλο. Πώς τη βγάζουν οι άστεγοι; Κι έλεγα να δοκιμάσω ο φλώρος να το παίξω μια βραδιά ανέστιος, για την εμπειρία! Ύβρις. Αλλά μία το κρύο, μία η ζητιανιά και τα σκουπίδια, τα κατεβασμένα ρολά στα μαγαζιά και τα βλοσυρά πρόσωπα, έτσι αρχίζω να καταλαβαίνω την πτωχοποίηση καλύτερα, καθώς γύρισα από χώρες ανερχόμενες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, σε χώρα παρία του υπαρκτού καπιταλισμού.
24.12.17 Κυριακή Παραμονή Χριστουγέννων. Βγήκε ήλιος και βόλτα στο Μοναστηράκι. Τσιγγάνοι ντυμένοι αγιοβασίληδες λένε τα κάλαντα. Κάποτε ήταν μόνο αλβανάκια. Τρώω σουβλάκι στον Αλβανό που έχει ανοίξει και μαγαζί στην Αχαρνών. Ένας ομοεθνής του τον αγκαλιάζει. Εγώ δεν έχω κάποιον να μ’ αγκαλιάσει. Θα κάνω τελικά ρεβεγιόν με τον υπολογιστή. Που κι αυτός βογγάει, καθώς το Ιντερνέτ κάνει κόνξες. Και κάνει και κρύο μέσα στο σπίτι. Τελικά έκανε μόνο του μία αναβάθμιση το κομπιούτερ που μού ’φαγε όλη την Παραμονή, αλλά μπόρεσα να στείλω φωτογραφίες από τη διεθνή μου τουρνέ. Ο Γιώργος Χουλιάρας μου απάντησε βλέποντάς με κουκουλωμένο στην Πράγα: «Είσαι πολύ τσεχ-πίνος». Ναι είμαι και κάνω πάρτι τώρα αρχίζοντας με τσίπουρο. Λόγω κρύου βέβαια, έχει αρχίσει να τρέχει η μύτη μου. Τσίπουρο και κρασί με μέλι από Πράγα. Όχι θα περιμένω από τα φασκόμηλα και τα χαμομήλια προκοπή. Υπάρχει μία φοβερή σκορδαλιά και κουλουράκια κριθαρένια που έκανε η Μπουμπού. Πίνω λοιπόν το φοβερό τσίπουρο του Στέφανου σε ποτηράκι που έφερε από την Ισλανδία η Ευρυδίκη και ψάλλω τα κάλαντα μαζί με τα Μεθυσμένα ξωτικά:
Κακήν ημέραν άρχοντες κι αν είναι ο ορισμός σας,
Χριστού τερατογέννεση να μπω στ’ αρχοντικό σας.
Ψέμα γεννάται σήμερον εν άγνοιας και φόβων,
ο βασιλεύς υποκριτών και ποιητής ειδώλων.
Πλήθος κατίνων ψάλλουσι το δόξα εν υψίστοις,
χοντρούς παπάδες βάλανε σεκιουριτάδες πίστης.
Αυτά τα σπίτια τα αψηλά οι εργάτες να τα πάρουν
και τα μεγάλα αφεντικά στην ψάθα να αποθάνουν
«Το τραγούδι του καλικάντζαρου» Μεθυσμένα ξωτικά.
Ψάχνω να βρω εφημερίδα του Σαββάτου σε όλη την περιοχή και τελικά βρίσκω στο ψιλικατζίδικο του γλυκύτατου Αλβανού απέναντι από τον Άγιο Παντελεήμονα. Στη μικρή τηλεόραση που έχει στο μαγαζάκι, βλέπουμε να συνομιλούν στο αλβανικό συνδρομητικό κανάλι δύο κομψότατοι παρουσιαστές.
–Ωραία κουστούμια, λέω.
–Ε, ναι.
–Μάγκες.
–Ε, ναι.
–Του κουτιού
–Του κουτιού, λέει αυτός και γελάει α-φθόνως
Κοιμάμαι με το σκουφί και το κασκόλ. Α ρε Αυστραλία που μου χρειάζεται! Θα κολυμπούσα με τις ωραίες Λιβανέζες και τις μαντήλες τώρα.
Δημήτρης Τζουμάκας
Share this Post