Αρχοντούλα Διαβάτη – Αίθριος και σήμερα ✽ Κριτική

In Κριτική, Λογοτεχνία by mandragoras

 

 

Γλώσσα απλή και βαθιά καλλιεργημένη. Αντανακλά με τον καλύτερο τρόπο την προσωπικότητα της συγγραφέως, ανθρώπου χαμηλών τόνων που ωστόσο ξέρει να βλέπει μέσα από την αχλή, να την παραμερίζει και να μας φέρνει στο φως, σαν γροθιά στο στομάχι, την τραγικότητα της ύπαρξης, μέσα από απλές καθημερινές μικροϊστορίες και ποιήματα. Σε ένα φαινομενικά αίθριο καιρό, ενίοτε με χιούμορ και αυτοσαρκασμό παρακολουθούμε τη ροή του χρόνου, την ανάγκη να δοθεί νόημα στην ύπαρξη- να γίνει η ζωή βίος, τις φιλίες και τη μοναξιά, τις νέες εικονιστικές ζωές μας, τις εμμονές μας, το καθρέφτισμά μας στις ζωές των άλλων, τις συμβάσεις στις σχέσεις μας – τις Λεόντειες εταιρίες της ζωής μας, την ακριβή νεότητα με τα όνειρα και τον παλμό της, την επέλαση των γηρατειών, την πληγή του θανάτου. Όλα διογκωμένα κάτω από το φόβο της πανδημίας και την απομόνωση της καραντίνας. Πάντα στη σύγχρονη Θεσσαλονίκη, καθρέφτης κι αυτή του κόσμου όλου.

Οι άνθρωποι στις ιστορίες αυτές κινούνται δίπλα μας, στη γειτονιά, στις απέναντι πολυκατοικίες, στην κανονικότητά του ο καθένας, όμως την ίδια στιγμή κινείται κι ο χρόνος κι όλο τους φέρνει πιο κοντά σ’ αυτό που είναι το μέλλον όλων μας, στα γηρατειά, στη μοναξιά και το θάνατο. «… Είναι η πολύτιμη ζωή τους. Και τη σπρώχνουν να περάσει.» («Στην όμορφη νύχτα», σελ 13). Και καθώς τους παρατηρεί η συγγραφέας τρομάζει με την σκέψη πως βλέπει σ´ αυτούς, έστω και φευγαλέα τον καθρέφτη της δικής της πορείας. «Μαύρες σκέψεις μας υπαγορεύει το απέναντι μπαλκόνι, ο καθρέφτης μας, που αντανακλούσε ως τώρα τις δικές μας ολόιδιες μέρες.» («Καθρέφτες», σελ 105). Περνά ο καιρός, τον σπρώχνουμε και περνά, αλλά ποιο είναι το νόημα. Ίσως τίποτε άλλο από την ικανότητα της απόλαυσης μιας όμορφης καλοκαιρινής νύχτας. Αυτήν έχουμε κι ας είναι μόνο κατ´ ευφημισμόν, αφού σίγουρα κάπου αλλού ίσως όχι και τόσο μακριά από μας, αυτή την όμορφη νύχτα, η δυστυχία περισσεύει. Παρά τη θλίψη που προκαλεί αυτή η πορεία του χρόνου, –γνώριμο θέμα κι από προηγούμενα βιβλία της Αρχοντούλας Διαβάτη– το χιούμορ κι ο αυτοσαρκασμός δεν λείπει από τα κείμενα αυτά, μια και η συγγραφέας ξέρει να αποδέχεται το παιχνίδι της ζωής και να βρίσκει μέσα από αυτό, το χαμόγελο. Στο «Magic Bloom», σελ 16 ανάμεσα σε παιδιά και νιάτα γελαστά παραδέχεται γελώντας, «Εμείς ολόκληροι είμαστε βίντατζ». Κάποτε ήταν νέα, είχε παλμό, την ακριβή της νιότη. Ωστόσο ξεφυλλίζοντας τα νεανικά της ημερολόγια, να την πάλι εκεί, η ανάγκη για νόημα. Σε κάποιους ανθρώπους η ανάγκη για νόημα δεν είναι αποτέλεσμα της συσσώρευσης χρόνων στη ζωή τους. Έτσι γεννήθηκαν, έτσι ήταν πάντα. «Στην τάξη, στο Φροντιστήριο, Αγίας Σοφίας, κάθε βράδυ στις επτά, κρίνονται πολλά πράγματα. Εκεί δοξάζομαι ή πέφτω στα τάρταρα. Το μάθημα, οι συμμαθήτριες, οι συμμαθητές, ο φροντιστής, πολλές οι σκέψεις, οι αισθήσεις, τα αισθήματα, οι ματαιώσεις, τα απωθημένα, κάθε βράδυ πάλι από την αρχή.» Ίσως να είναι αυτή η αγωνία της για νόημα που την οδήγησε στην εμμονή της ανάγνωσης και στη λατρεία του σινεμά. «Τροφή για τις ανάγκες σου όλες το διάβασμα…» παραδέχεται στο «Διαβάζοντας το Καλοκαίρι», σελ 22, που ξεκίνησε από τα νιάτα και συνεχίζεται και θα συνεχίζεται ως το τέλος. «Και το αεράκι το ίδιο πάντα, της προσμονής.» (σελ 24). Μια εμμονική Μαθητεία (σελ 72) το διάβασμα, στην τέχνη της ζωής, μερικές φορές τόσο εμμονική που μοιάζει να αντικαθιστά την ίδια τη ζωή. «Λαίμαργα διψώντας τύπωνε, διάβαζε, αποθήκευε βιδωμένος όλες τις ώρες της ημέρας μπρος στο κομπιούτερ, μια βουλιμία ασίγαστη που κατάπινε το χρόνο του και δεν έμενε τίποτα γι’ αυτόν.» («Ένας Καλός Φίλος», σελ 25). Την ζωή που απαιτεί συμβιβασμούς («Λεόντειος Εταιρεία», σελ 27), και χαρίζει πόνο («Εργαστήριο Πόνου», σελ 28), απώλειες («Βαβυλώνα», σελ 39), την πληγή του θανάτου («Στο 318», σελ 56). Κι είναι ανάγκη, μεγάλη ανάγκη, μέχρι να φθάσει κανείς στο τέλος να έχει βρει τον τρόπο να κάνει τη ζωή του βίο. («Μαθητεία», σελ 70). Ίσως γι’ αυτό αναφέρεται συχνά στα παιδικά χρόνια, («Μνησικακία», σελ 72), εκεί που η ζωή βιωνόταν με ένταση. Στο παρόν. Χωρίς καμιά ανάγκη να σπρωχθεί. Έτσι όπως τη θυμάται και ο Τολστοϊκός Ιβάν Ίλιτς αλλά και η ίδια η Αρχοντούλα Διαβάτη σε όλα τα προηγούμενα βιβλία της. Και να που η πανδημία έρχεται και σε σπρώχνει στο παρόν και σε αναγκάζει εδώ και τώρα να το αντιμετωπίσεις. «…Ένα αληθινό κρας-τεστ για τα νεύρα μας, τη ψυχή μας και τη σχέση μας.» («Αγαπημένη μου», σελ 90).

Μαρία Γεωργίου