Η «Λίλια» πήρε το Α’ βραβείο στον διαγωνισμό θεατρικού έργου του ιδρύματος «Elizabeth Kostova» στην Βουλγαρία και παρουσιάστηκε στη Σόφια και στο Διεθνές φεστιβάλ θεάτρου στην Βάρνα τον Ιούνιο του 2015, σε θεατρική ανάγνωση στα αγγλικά, σε σκηνοθεσία του Samuel Buggeln. Ανέβηκε για σειρά παραστάσεων τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο 2017 στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη».
σε Σκηνοθεσία: Χάρη Ευστρατίου, Σκηνικά-Κοστούμια: Μαγδαληνής Σίγα, Κίνηση-Χορογραφίες: Κίττυς Μαργαρίτη, Μακιγιάζ-Χτενίσματα: Γωγώς Κόνιαρη ενώ έπαιξαν οι ηθοποιοί: Νίκος Τσολερίδης, Νίκος Βατικιώτης, Νικολέτα Παπαδοπούλου, Δημήτρης Κρίκος, Κίττυ Μαργαρίτη, Αντζέλικα Μ. Αρουτιούνοβα και Ιωάννα Γεωργαντά. Την ευθύνη της παραγωγής είχε η Σοφία Παπαδοπούλου.
Ο Χαρτοματσίδης μάς παρουσιάζει μία Λίλια εγωκεντρική, παράλογη, ζηλιάρα, που ζητά αποκλειστικότητα, ενώ δεν μπορεί να δοθεί ολόψυχα σε κανένα, μία εικόνα που δεν είναι μακριά από τον τρόπο που την παρουσιάζει και ο ίδιος ο Μαγιακόφσκι στις επιστολές του προς αυτήν. Η ίδια η Λίλια έσκισε τις δικές της επιστολές, οπότε μόνον να φανταστούμε μπορούμε κάποια στοιχεία της δικής της αλήθειας. Ως εκτελεστής πάντως της διαθήκης του Μαγιακόφσκι έσκισε και τις επιστολές των άλλων γυναικών με τις οποίες αλληλογραφούσε ο Μαγιακόφσκι, και αυτό κάτι λέει για τον χαρακτήρα της. Στο έργο, όπως άλλωστε και στην πραγματικότητα, και ο Όσιπ και η Λίλια ανήκουν στην Μυστική Αστυνομία. Μάλιστα στην αληθινή ζωή του, δεν ήταν λίγες οι φορές που ο Όσιπ Μπρικ κρεμούσε έξω από την πόρτα του διαμερίσματός του μια χειρόγραφη πινακίδα που έγραφε: «Εδώ ζει ο Μπρικ, όχι διάκονος της ποίησης. Εδώ ζει ο Μπρικ, συνεργάτης της ΤΣΕ.ΚΑ.».
Στο θεατρικό έργο του Χρήστου Χαρτοματσίδη, ο Μαγιακόφσκι αρχικά και η Λίλια μετά επαναλαμβάνουν ότι η ίδια η Λίλια είναι η επανάσταση. Είναι φανερό ότι αυτήν εκπροσωπεί, μία Επανάσταση που ζητάει τα πάντα, αλλά δεν δίνει τίποτε. Σε κάποιο δε σημείο αναφέρεται κάτι που δεν θα τολμούσαν οι ήρωες να υποστηρίξουν στην αληθινή ζωή, ότι οι Μυστικές Υπηρεσίες είναι η Επανάσταση. Μία Επανάσταση που έχει όμως εκφυλιστεί όπως έχει διαρραγεί και η σχέση των τριών προσώπων του τριγώνου, του Όσιπ, της Λίλια και του Μαγιακόφσκι, αφού παρουσιάζεται παρηκμασμένη πια στο έργο του Χαρτοματσίδη, μία σχέση γεμάτη κυνισμό, χωρίς αγάπη, φιλία ή έρωτα. Όσο για την Επανάσταση, αυτή είναι Κρόνος που καταβροχθίζει τα παιδιά του, είναι στυγνή εξουσία που περιπαίζει και ταπεινώνει τους πολίτες, που τους τιμωρεί με την γραφειοκρατία και την υπονομευτική τρομοκρατία των αξιωματούχων της. Η εξουσία σε όλη την γελοιότητά της εκπροσωπείται στο θεατρικό έργο του Χαρτοματσίδη από τους δύο φρουρούς, που ο ένας φοράει στρατιωτική και ο άλλος ναυτική χλαίνη. Ο συγγραφέας τούς παρουσιάζει σαν γκροτέσκ φιγούρες, θλιβερές και αστείες μαζί, καρικατούρες που προκαλούν το γέλιο.
Μία άλλη υπαρκτή γυναικεία μορφή που έρχεται να πάρει μέρος στο έργο του Χρήστου Χαρτοματσίδη είναι η Νόρα, η ηθοποιός Βερόνικα Πολόνσκαγια. Αυτή είναι το τέταρτο πρόσωπο του δράματος. Στο θεατρικό έργο του Χαρτοματσίδη, στην δέκατη τρίτη και τελευταία σκηνή θα είναι το τελευταίο άτομο με το οποίο θα μιλήσει ο Μαγιακόφσκι και μόλις αυτή θα αποχωρήσει από την σκηνή, αυτός θα σκοτωθεί.
Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης, αν και αρκετά πιστά δανείζεται από την πραγματικότητα τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των προσώπων που παρουσιάζει, ρίχνει τον φακό του πιο πολύ στο πολιτικό σκέλος της αυτοκτονίας του Μαγιακόφσκι. Εκεί στα σύνορα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, πιστός στην ιστορική αλήθεια αλλά και στην δική του έμπνευση, καταστρώνει την πλοκή του έργου του. Και στην πραγματικότητα οι τρεις ήρωές του ζούσαν μαζί, κάποιες φορές μάλιστα το ζεύγος κλείδωνε τον Μαγιακόφσκι και αυτός κλαψούριζε και έβριζε για να τον αφήσουν να μπει μέσα, ενώ οι άλλοι δύο τον βασάνιζαν σαδιστικά, όπως συμβαίνει και στην θεατρική πραγματικότητα του Χαρτοματσίδη στις τρεις πρώτες σκηνές του έργου. Και ο Όσιπ και η Λίλια ανήκουν στην μυστική υπηρεσία. Η Νόρα ήταν υπαρκτό πρόσωπο και ήταν κοντά στον ποιητή όταν αυτοκτόνησε.
Έτσι ο Χρήστος Χαρτοματσίδης δεν ανατρέπει τα γεγονότα. Ίσα ίσα τα χρησιμοποιεί ως πλατφόρμα πάνω στην οποία στηρίζει το θεατρικό του έργο. Από εκεί και έπειτα όμως με αριστοτεχνικό τρόπο δημιουργεί ένα ασφυκτικό σύμπαν τρόμου, μέσα στο οποίο το υποκείμενο πολίτης συντρίβεται κάτω από την εξουσία των δύο φρουρών, αλλά και την σαδιστική εξουσία της ίδιας της Επανάστασης που εκπροσωπείται από την σκληρή γυναίκα που θέλει να τον κάνει υποχείριό της. Οι δολοπλοκίες που εξυφαίνονται, οι ανίερες συμμαχίες ανάμεσα στις δύο γυναίκες, τα διάφορα παιχνίδια δύναμης παρουσιάζονται με έναν σκωπτικό τρόπο, υπάρχει μία ταχύτητα εναλλαγής του αστείου με το τραγικό, του σοβαρού με το γελοίο.
Ο συγγραφέας μένει πιστός στην πραγματικότητα. Ωστόσο, υπάρχει μία ανατροπή στο έργο. Στην τελευταία σκηνή. Το τελευταίο λεπτό. Η υπογραφή του Χρήστου Χαρτοματσίδη. Αφού έχει φύγει η Νόρα, μιλάει ο Μαγιακόφσκι και λέει:
ΒΟΛΟΝΤΙΑ: Κι όμως έχει δίκιο η Νόρα. Η πραγματική ζωή δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά. Η ζωή είναι ν’ αγαπάς, να χαίρεσαι, να αγωνίζεσαι και όχι να μυξοκλαίς. Όχι, που να πάρει, δεν θα σας κάνω το χατίρι.
Εκείνη ακριβώς την στιγμή ακούγεται ένας πυροβολισμός και ο Μαγιακόφσκι πέφτει. Και ανοίγει ένα μικρό παραθυράκι ο συγγραφέας στην πιθανότητα να μην αυτοκτόνησε ο ίδιος, αλλά να τον πυροβόλησαν. Πάντως, είτε αυτοκτόνησε είτε τον πυροβόλησαν, η αλήθεια είναι μία. Το ίδιο το καθεστώς, αυτό για το οποίο αγωνίστηκε και πίστεψε, τελικά είναι αυτό που τον εξοντώνει.
Ο θεατρικός λόγος του συγγραφέα συγκεντρώνει όλες τις αρετές που πρέπει να έχει αυτό το είδος γραφής. Δηλαδή την προφορικότητα, την γρήγορη δράση, την εναλλαγή καταστάσεων, έτσι που ο αναγνώστης θεατής να μην πλήττει, αλλά να παρακολουθεί ενεός τα τεκταινόμενα.
Είναι ένα έργο πικρό, σατιρικό, σκληρό. Ο συγγραφέας αποδομεί τα πάντα, την αγάπη, την φιλία, τις ανθρώπινες σχέσεις, την Επανάσταση, το σύστημα, την ιδεολογία και στο τέλος μαζί με τον Μαγιακόφσκι σκοτώνεται και η ευαισθησία και η πίστη στα ιδανικά. Μία πολιτική σάτιρα της γραφειοκρατίας και του πλέγματος εξουσίας σε κάθε αυταρχικό και απολυταρχικό καθεστώς. Έργο κλασικό και πολύ ενδιαφέρον αυτό το θεατρικό του Χαρτοματσίδη μάς αφήνει προβληματισμένους και σκεπτικούς.
Πάλι φως. Ο Βολόντια νεκρός. Από την πόρτα βγαίνουν οι φρουροί κι απομονώνουν με κόκκινες ταινίες τον χώρο του συμβάντος. Περιφρουρούν τον χώρο. Η σκάλα διακριτικά εξαφανίζεται. Κλείνει το παράθυρο.
ΣΚΟΤΑΔΙ
Χλόη Κουτσουμπέλη
Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης γεννήθηκε το 1954 στη Σόφια από γονείς πολιτικούς πρόσφυγες, σπούδασε ιατρική και εργάζεται ως διευθυντής Μικροβιολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο Κομοτηνής. Γνωρίζει βουλγαρικά, ρωσικά και αγγλικά. Έχει ήδη στο ενεργητικό του δεκατρία βιβλία με ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα και μεταφράσεις. Τα τελευταία χρόνια είναι μόνιμος συνεργάτης του περιοδικού «Μανδραγόρας»», ενώ ποιήματα, διηγήματα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευθεί και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά. Το 1980 διακρίθηκε με το Β’ βραβείο στον Πανβουλγαρικό Διαγωνισμό Διηγήματος και το 1990 απέσπασε το Β’ βραβείο, στο Διαγωνισμό Μυθιστορήματος του εκδοτικού οίκου «Χ.Γ. Δάνωφ» και του Δήμου Φιλιππούπολης, για το μυθιστόρημα Κιθαρίστας σε ταβέρνα. Το 2003 το ΔΗΠΕΘΕ Κομοτηνής παρουσίασε το δύο του μονόπρακτα «Το ασανσέρ» και «Η έξοδος μετά τις 6μμ απαγορεύεται» με τον ενιαίο τίτλο Σκούρο μαύρο σχεδόν λευκό, σε σκηνοθεσία Ηλία Φραγκάκη. Το 2008 το Κρατικό Θέατρο της πόλης Σιλίστρα της Βουλγαρίας παρουσίασε το θεατρικό του έργο Οι εφιάλτες του δήμιου Σανσόν σε σκηνοθεσία Στέφαν Στάιτσεβ.
Από τις εκδόσεις «Μανδραγόρας» κυκλοφορούν τα θεατρικά του Οι εφιάλτες του δήμιου Σανσόν, Τραγικό γκροτέσκο θέατρο, (2009) και Λίλια [Μπρικ] (2016), τα διηγήματα με τίτλο Μπαρ «Οι νεράιδες» (2016) και η νουβέλα Όσο κρατάει ένα φιλί, 2020.
Χρήστος Χαρτοματσίδης, Λίλια [Μπρικ], θέατρο, έργο εξωφύλλου: Η σύγχρονη Λίλια Μπρικ της Tatyana Druchinina, εκδ. «Μανδραγόρας», Αθήνα 2016, σελ. 80, (Σύγχρονη Ελληνική Πεζογραφία/Θέατρο), αριθμός έκδοσης: 246, ISBN 978-960-592-027-2, τιμή 7,42 ευρώ.