ΤOΛHΣ NIKHΦOPOY, ανώνυμοι * Κριτική

In Κριτική, Λογοτεχνία by mandragoras

 

 

Μια απόπειρα ποιητικής φιλοσοφίας

 Σε μια εποχή απαστραπτόντων ματαιόδοξων «επωνύμων», ο Ποιητής Τόλης Νικηφόρου έρχεται να μας υπενθυμίσει την αδήριτη πραγματικότητα της ανωνυμίας μας. Πως όλοι είμαστε επώνυμοι ανώνυμοι ή, ακριβέστερα, ανώνυμοι με επωνυμία. Πως το κυνήγι της «επωνυμίας» από τον άνθρωπο δεν είναι παρά μια χίμαιρα. Πως ο διαγκωνισμός στα μέσα δημοσιότητας δεν είναι παρά μια άσκηση ματαιοδοξίας. Γραβατοφόροι σπουδαιοφανείς παντός χώρου περιφέρουν στα τηλεοπτικά πάνελ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την πραμάτεια της υπαρξιακής τους ένδειας. Άλλοτε τελαλίζοντας τις «σωτήριες» πολιτικές τους διακηρύξεις και άλλοτε τις «σοφές» τοποθετήσεις τους. Η αέναη διαμάχη ανάμεσα στο «είναι» και στο «έχειν». Με το «έχειν» να μετέρχεται κάθε μέσο ―με την επίδειξη καθολικά κυρίαρχη― προκειμένου να αναπληρώσει το δυσαναπλήρωτο κενό του «είναι». Και ο βαυκαλισμός της στιγμής ότι το πέτυχε , να τον κάνει πιο αλαζόνα, πιο επιδειξιομανή. Με τη βουλιμία της προβολής όλο και να μεγαλώνει και να γίνεται συχνά όλο και πιο επικίνδυνη.

Ο υπαρξιακός προβληματισμός, λοιπόν, και η οντολογική αγωνία ―η αναζήτηση του «όντως όντος»― του αενάως ανήσυχου ποιητή Τόλη Νικηφόρου, πιο ώριμου από ποτέ, είναι έντονα παρόντα, άλλοτε δηλωτικά και άλλοτε συνυποδηλωτικά, σε μια πλειάδα ποιημάτων της καινούργιας, καλαίσθητης εκδοτικά, ποιητικής του συλλογής, με τον χαρακτηριστικό τίτλο ανώνυμοι, από τις Εκδόσεις Μανδραγόρας. Και νομίζω αυτή είναι και η πεμπτουσία της Ποίησης, της αληθινής Ποίησης, η θέση οντολογικών ―υπαρξιακών ερωτημάτων― προβληματισμών και η προσπάθεια αναζήτησης απαντήσεων πέρα από δόγματα και αφορισμούς. Γιατί ο ποιητής είναι ένας εν δυνάμει φιλόσοφος, ο Πλάτων που ήθελε, νέος, πολύ να γίνει ποιητής και εντέλει το κατάφερε, κι ας μη το είχε συνειδητοποιήσει, με τη φιλοσοφία του. Γιατί η Ποίηση είναι μια απόπειρα ποιητικής φιλοσοφίας.

Θα μπορούσε κανείς να γράψει ολόκληρη πραγματεία πλοηγούμενος στο ποιητικό φιλοσοφικό σύμπαν του ποιητή, η οικονομία όμως μιας επιφυλλιδικής ανάλυσης ―επιφυλλιδογράφος επί δεκαετίες γαρ― δεν το επιτρέπει. Επιτρέψετε μου, ως εκ τούτου, να περιηγηθούμε σ’ αυτό, επιχειρώντας να ιχνηλατήσουμε τα φιλοσοφικά του βήματα μέσω μιας «χορταστικής» ανάλυσης στο εισαγωγικό τρόπον τινά ποίημά του με τίτλο ανώνυμοι, αφού θεωρώ ότι, δίκην προεξαγγελτικής παράθεσης των αρχαίων τραγικών, προαναγγέλλει τόσο τη σκοποθεσία όσο και το περιεχόμενο του corpus των ποιημάτων της συγκεκριμένης συλλογής.

«είμαστε όλοι ανώνυμοι
άμμος που σκορπίζει ο χρόνος
στην έρημο του κόσμου
στιγμιαίες λάμψεις
φτερουγίσματα
προσωρινή απόδραση
από το τίποτα στην αυταπάτη»

Κορυφαία τα ερωτήματα που θέτει ο ποιητής: Ποιοι είμαστε, από πού ερχόμαστε, ποιος είναι ο σκοπός του ερχομού μας, πού πάμε. Και είναι ερωτήματα που φανερά ή αφανέρωτα, σοβαρά ή εξ επιπολής, απασχολούν τον καθένα μας. Αφού, στο βάθος όλους μάς βρίσκει σύμφωνους η επισήμανση του Πλάτωνα «ου το ζην περί πλείστου ποιητέον, αλλά το ευ ζην», ότι επιδίωξή μας ως «άνω θρώσκοντα» όντα πρέπει να είναι όχι η, απλή, επιβίωση, αλλά η ζωή. Και σε ό,τι αφορά το «χώρο» προέλευσής μας και αυτόν της «κατάληξής» μας, ο ποιητής συναντά τον Καζαντζάκη στην «Ποιητική» του: «ερχόμαστε από μια άβυσσο, καταλήγουμε σε μια άβυσσο, το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε ζωή».

Είμαστε, λοιπόν, σύμφωνα με τον ποιητή, «στιγμιαίες λάμψεις» στην απεραντοσύνη του χρόνου, «φτερουγίσματα», που ύστερα εξαφανίζονται, «προσωρινή απόδραση από το τίποτα στην αυταπάτη». Μόνο που ζωή είναι η διαδρομή από το «τίποτα» στο «κάτι», στη δημιουργία, μέσω της οποίας ο άνθρωπος καταφέρνει και γίνεται ο ίδιος δημιουργός. Δεν είναι επομένως αυταπάτη το «κάτι», γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στο νιχιλισμό( μηδενισμό), με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και δεν είναι ανάγκη να είναι κανένας ένθεος ή θρησκευόμενος για να έχει νόημα ύπαρξης η ζωή του. Η ζωή αφεαυτής νοηματοδοτεί τον φέροντα, επομένως τη διαδρομή του σ’ αυτή. Αλλιώς αυτοαναιρείται η φωτοδοσία του, επιρρωνύοντας την πεσιμιστική δογματική απόφανση «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης». Εκτός κι αν εγωιστικά θεωρούμε ότι η ζωή σταματά σε μας προσωπικά. Γι’ αυτό και σε σχετική Επιφυλλίδα μου («Νίκος Καζαντζάκης: άθεος ή ένθεος;», εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, 21-9-2019) υποστήριξα, παραθέτοντας τεκμηριωμένα στοιχεία από το έργο του και τη ζωή του, πως ο Νίκος Καζαντζάκης, τον οποίο ένα τμήμα επιπολής ―«μουτζαχεντικό»― των Ιεραρχών της Εκκλησίας μας, αφόρισε ως άθεο, είναι πιο ένθεος από τον καθένα μας.

Σε ό,τι έχει να κάνει με την προσωρινότητά μας στη ζωή («στιγμιαίες λάμψεις», «φτερουγίσματα»), η σχετικότητα του χρόνου είναι αποδεδειγμένα (η περιβόητη «θεωρία της σχετικότητας» του Αϊνστάιν το επιβεβαιώνει) δεδομένη. Επομένως, μπορεί να ζήσει κανείς αιώνια και μόνο σε μια στιγμή. Πόσες τέτοιες στιγμές αιωνιότητας (ερωτικές και όχι μόνο) δεν ζήσαμε στη ζωή μας; Δώρο ανεκτίμητο η ζωή και η πολυτιμότητά του δεν συναρτάται άμεσα με την ποσότητά του. Πόσοι από μας δεν ζήσαμε, χωρίς να πάρουμε χαμπάρι από την αληθινή ζωή; Μένοντας στα μικρά κι ασήμαντα, στις μικρότητες και τις μικροψυχίες μας;

Ακόμη, ο ποιητής επισημαίνει την «επινόηση» θρησκειών και θεών ως εσωτερική ανάγκη του ανθρώπου, εμφανώς αδύναμου μπρος στην απεραντοσύνη του σύμπαντος και το ανυπέρβλητο μεγαλείο της Δημιουργίας, υπενθυμίζοντάς μας την άποψη του Βολταίρου πως «κι αν ακόμη δεν υπήρχε θεός, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε». Γι’ αυτό και, κατά μία έννοια, «ο δικός μου θεός είναι ο δικός σου, με άλλο όνομα». Γι’ αυτό και ο θρησκευτικός φανατισμός διαχρονικά είναι έργο των υποτίθεται διακόνων του θεού, υπηρετώντας από το αρχαίο Ιερατείο της Αιγύπτου, το Δωδεκάθεο του Ολύμπου μέχρι και σήμερα, τα «εργολαβικά» τους και μόνο συμφέροντα.

«Επινοούμε θρησκείες και θεούς
μήπως και παρηγορηθούμε
για την αφόρητη αλήθεια του πεπρωμένου».

Πόσα βιβλία, πόσες χιλιάδες σελίδες, δεν έχουν γραφτεί για το «πεπρωμένο», την «Κλωθώ», τη «Λάχεση» και την «Άτροπο» των αρχαίων, τη νεοελληνική «μοίρα»! Πόσα έθιμα για τον εξευμενισμό της! Πόσες εκφράσεις σχετικές δεν έχουν πολιτογραφηθεί στο λεξιλόγιό μας: από το αρχαιοπρεπές «το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον», μέχρι τα νεοελληνικά «τόχει η μοίρα μου», «μη στο χρωστήσει η μοίρα σου», «μαύρη ή σκληρή μοίρα» και τόσες άλλες! Και τι είναι το «πεπρωμένο»; Κάποια αόρατη δύναμη που μας χειραγωγεί , που ποδηγετεί τα βήματά μας; Ή, μήπως, κάποια γεγονότα που ο άνθρωπος δεν μπορεί να εξηγήσει, γιατί ξεπερνάνε τον έλεγχό του και, πολλές φορές, τη λογική του; Και η περιβόητη «ελευθερία» , έστω με τη σχετικότητά της, του ανθρώπινου όντος; Δεν υφίσταται; Αν δεν υφίσταται, δεν οδηγούμαστε σ’ ένα φαύλο κύκλο ανευθυνοϋπευθυνότητας των ανθρώπινων πράξεων; Σ’ ένα θέατρο παραλόγου του Ιονέσκο; Ερωτήματα σίγουρα δυσκολαπάντητα. Ίσως, έτσι να εξηγείται και ο καταληκτικός διπλός στίχος του ποιήματος:

«εναλλασσόμενες σκιές της ύπαρξης
φαντάσματα σε θέατρο του παραλόγου»

Η επανάληψη του αρχικού στίχου «είμαστε όλοι ανώνυμοι», στο επιλογικό μέρος του ποιήματος, στοχεύει στην εμπέδωση της κομιζόμενης άποψης, αφού εκεί θέλει να εστιάσει το αναγνωστικό ενδιαφέρον. Μη τυχόν και το ξεχάσουμε.

Γι’ άλλη μια φορά ο αειθαλής ποιητής Τόλης Νικηφόρου εκπλήσσει ευχάριστα το αναγνωστικό κοινό. Γι’ αυτό μαζί με τις ολόθερμες ευχές μας για «καλοτάξιδο» το καινούργιο του πόνημα, προτροπή μας στους σκεπτόμενους αναγνώστες είναι «όσοι πιστοί προσέλθετε». Είναι βέβαιο πως θ’ αποζημιωθείτε.

Γιάννης Γιώσας

*  ΤOΛHΣ NIKHΦOPOY, ανώνυμοι, (σειρά Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση) Εκδ. «Mανδραγόρας», Αθήνα, Mάρτιος 2021, σελ. 48, σχήμα 15,6 X 24εκ. ISBN 978-960-592-126-2