Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Παιδαγωγική Σχολή – Τμήμα Νηπιαγωγών
Κοινό Διιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών
Δημιουργική Γραφή και Εκπαίδευση (τμήμα 1ο)
1ο Τμήμα Δημιουργικής Γραφής Εκπάιδευσης
Με αφορμή τα πρόσφατα μαθήματα στο Εργαστήριο Ποίησης έχουμε τη χαρά να παρουσιάσουμε τις εργασίες των φοιτητών του Μεταπτυχιακού Τμήματος ως ένα πρώτο ελπιδοφόρο δείγμα γραφής. Οι εργασίες (κοινές για τους φοιτητές κάθε τμήματος) αφορούν ποιήματα γραμμένα με τη μέθοδο της αυτόματης γραφής, μετατροπή πεζού λόγου σε ποίημα, αξιοποίηση αυτούσιων φράσεων κάποιων πεζών κειμένων σε ένα νέο ποίημα κλπ. Αφήσαμε πλήρη ελευθερία στους φοιτητές προκειμένου να διαλέξουν τα ποιήματα με τα οποία θα ασχοληθούν και θα παρουσιάσουν στη συνέχεια. Παρότι είναι κοινά τα θέματα έχει ενδιαφέρον να δούμε τις διαφορετικές οπτικές των ποιημάτων που παρουσιάζουμε σήμερα.
Κ.Κ.
Ιωάννης Πίππος
Απολογισμός
Γύρω μας ο κόσμος γεμάτος πρόσωπα.
Πρόσωπα κενά, άδεια, από καιρό λησμονημένα.
Κάποτετα βλέμματα είχαν μέσα τους τη φλόγα,
ήλιος πια σβησμένος
Η λάμψη του, χαμένη μες σε μαύρους καθρέπτες.
Όλοικινούνται αθόρυβα,
πνιγμένοι στο θόρυβο της σκέψης τους
πνιγμένοι στην εκκωφαντική σιωπή της μοναξιάς τους.
Οι φίλοι ξέχασαν ν’ ακούν,
οι εραστές ν’ αγαπάνε,
τα παιδιά να ονειρεύονται.
Γύρω μας ο κόσμος γεμάτος απρόσωπα.
Απρόσωπα ρήματα, άφωνα επιφωνήματα.
Τι απέγινε ο άνθρωπος;
Φράσεις από Καββαδία
Το φορτηγό που περίμενες να σε πάρει, καθυστέρησε. Δεν ξεκίνησε ποτέ, δεν υπήρξε ποτέ. Μα εμείς σε περιμένουμε. Θα έρθεις; Ή θα μείνεις πνιγμένος στη λήθη;
Έλα, ξεκίνα.Πες μας αν είναι αυτό το λιμάνι που άθελά σου φουντάρισες,Πες μας αν κάπου εδώ είναι θαμμένα τα όνειρα σου. Θα έρθεις;
Όλα άργησαν για σένα φέτος.Περίμενες πάλι όλα μόνα τους να γίνουν. Μα τα κεριά δεν έχουν δική τους φωτιά, Φορτηγά δεν υπάρχουν. Μα εσύ περίμενες. Θα έρθεις;
Δεν κουνάμε τα μαντήλια μας.Δεν είσαι εδώ. Ο ωκεανός αχανής και η θάλασσα ήρεμη.Δεν ήρθες ποτέ. Κι εμείς πια πρέπει να φύγουμε, να συνεχίσουμε. Σε μια ζωή χωρίς εσένα.
Αυτόματη γραφή
Δεν ήταν εκείνα τα μάτια που μ’ έκαναν ονειρεύομαι
Ούτε το γέλιο που μ’ έκανε να γελώ
Ήταν η ελπίδα που κάνει τη στιγμή αθάνατη.
Αιώνια.
Μα η στιγμή περνά και χάνεται,
Μια ψευδαίσθηση χαράς.
Διότι όποιος την ευτυχία στον έρωτα προσμένει
Ξεχνά μέσα του να δει
Και να θυμηθεί
Πως η ευτυχία γεννά τον έρωτα
Πως το χρώμα, μέσα μας υπάρχει.
Θωμάς Γκόρπας Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος
Δεν έχουμε γλώσσα, συνείδηση, ταυτότητα.
Επιθυμούμε χωρίς τα μέσα,
ζούμε πια χωρίς τα πριν.
Τίποτα δεν φοβήθηκα στη ζωή.
Μόνο αυτά που ακούω, βλέπω,
αυτά που συμβαίνουν.
Δεν είμαστε ο καλύτερος ο λαός.
Είμαστε απλά ένας λαός.
Δεν υπάρχουν καλές ή κακές κυβερνήσεις.
Δεν υπάρχουν συγγραφείς, ηθοποιοί, βουλευτές.
Όλα ένα παραμύθι.
Έτσι λοιπόν περνάνε τα χρόνια.
Χωρίς σοβαρότητα.
Βλέπω γελοιότητα.
Ακόμα και σε μένα.
Σε αυτά που λέω, που γράφω.
Δεν θα μας σώσει κανείς.
Μόνο εμείς τον εαυτό μας.
Ίσως.
Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Στην αρχή,
βαποράκια.
Παραλία, παιχνίδι, μέδουσες.
Καλοκαιρινές θύμησες.
Βαποράκια στη θάλασσα.
Έπειτα,
βιβλία.
Θησαυροί, μυρωδιές, υποσχέσεις.
Κόσμοι γεμάτοι μυστικά.
Ο κόσμος μου, σελίδες.
Σελίδες…
Για όσο θα θυμάμαι τον εαυτό μου.
Χρήστος Χαρτοματσίδης, Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα–Άντε γεια, Ανουνάκι
Ένα μπαρ,
Γοργόνες αντί για νεράιδες.
Ένα σπίτι,
Παντζούρια μόνιμα κλειστά.
Ένα ζευγάρι,
Αποξένωση στο πέρασμα των χρόνων.
Ποια ελευθερία, ποια αγάπη;
Όλοι δούλοι.
Ένα όνομα,
Αννουνάκι.
Μία φωνή,
«άντε γεια».
***
ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Είναι οι παλιοί φίλοι σου, οι πρώτοι
Ακόμα σου γελάνε με εκείνη την ανεμελιά
Είναι αλήθεια χαρούμενοι για όσα ζήσατε τότε.
Τους βλέπεις;
Είναι το μεγάλο σου πάθος, το μέγιστο
Σου κλείνει το μάτι μάγκικα.
Τόσες πεταλούδες στο στομάχι
Τις νιώθεις;
Και μετά ο έρωτας της ζωής σου
Είσαι τόσο τυχερός που τον βρήκες.
Ξέρεις, λίγοι τον βρίσκουν
Το ξέρεις;
Κι έπειτα ο χορός των ονείρων σου
Ή μάλλον του ονείρου σου
Ηδονικά ιδανική αγκαλιά
Πάντα θα σε νιώθει μέσα της, εσύ;
Και τέλος είναι τα μικρά,
Τα μικρά μεγάλα
Που σου ψιθύριζαν κάθε μέρα λογάκια ευτυχίας.
Ω, τι όμορφη ζωή που ’ζησες μπαγάσα!
ΑΣΚΗΣΗ ΜΕ 3 ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΑΒΑΔΙΑ
Ο ΜΑΡΤΗΣ
Όλα άργησαν για σένα φέτος
Μπορεί και να μη τα κυνήγησες κιόλας αρκετά
Μόνα τους μωρέ τα περιμένεις;
Σε ξέρω καλά δεν ήσουν πάντα έτσι.
Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη
Με την πρώτη μυγδαλιά άνθιζες κι εσύ
Αχ αυτός ο Μάρτης!
Σε φώτιζε βρε αδερφάκι μου…
Τώρα δεν ακούς πια τα χαμόγελα λες
Θλιβερό ραπόρτο μιας απουσίας σε στοιχειώνει.
Θα ξανάρθει ο Μάρτης, αδερφέ
Πάντα θα ξανάρχεται
AΣΚΗΣΗ ΑΥΤΟΜΑΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΟΥ
Α ρε έρωτα
Τι ωραία μ’ αγκαλιάζεις τα βράδια
Έτσι που λες ότι μ’ αρέσει
Τι ωραία μου χαμογελάς έξω απ’ τα παράθυρα
Σου χαμογελάω κι εγώ.
Πάντα θα σου χαμογελάω.
Μα τι όμορφος που είσαι!
Πράσινος ή θαλασσής
Ή λίγο και απ’ τα δύο.
Τώρα σ’ έπιασα απ’ το χέρι
Και δε σ΄ αφήνω.
Μ΄ αρέσει το χέρι σου.
Μου φτάνει κι αυτό μονάχα!
Όμορφέ μου έρωτα!
ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΝΕ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟ ΠΕΖΟ
(ΕΠΕΛΕΞΑ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΠΕΖΟ)
Χρήστος Χαρτοματσίδης, Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
Ακριβώς για να μη σκανδαλίζει τους χωρικούς, το μπαρ «Νεράιδες» ήταν αρκετά έξω από την Μαρώνεια. Στην είσοδό του είχε τεράστια φωτεινή επιγραφή που απεικόνιζε μια γοργόνα. Με το γυμνό της στήθος διέσχιζε περήφανα τα κύματα του βόρειου ανέμου. Βέβαια, άλλο οι νεράιδες κι άλλο οι γοργόνες, όμως δεν υπάρχουν σαφείς οδηγίες για το πώς να απεικονίζονται οι νεράιδες
Μένανε στην Κομοτηνή, στο ρετιρέ μιας παλιάς πολυκατοικίας. Περιττό να πούμε πως δεν είχαν καμία επαφή με τους υπόλοιπους ενοίκους. Τα παντζούρια τους ήταν μονίμως κατεβασμένα, σχεδόν ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο κι όταν ήτανε να βγουν στην ταράτσα ξετρυπώνανε από αυτό το άνοιγμα. Τότε η λευκή κουρτίνα μαζευόταν στα κεφάλια τους σαν πέπλο νυφικού.
ΠΟΙΗΜΑ
Στέκεις εκεί ψηλά και προσκαλείς
Εμένα, εσένα, όλους…
Τη γύμνια σου ντυμένη
Περήφανη και λάγνα γύμνια
Ανάγκη άδειων ψυχών
Ανάγκη άδειων κορμιών.
Μακριά σε βάλανε
Μη βρει η σαγήνη σου
Κείνους που δεν πρέπει
Κείνους που αξιοπρεπείς πρέπει να λέγονται
Για αυτό σου δώσαν κι άλλο όνομα,
Κομψότατο, μυθικότατο, ωραιότατο.
Μα δεν είσαι νεράιδα.
Όσο κι αν το θέλουν
Δεν είσαι.
Kαι καμία κοπέλα που κρύβεις δεν είναι
Πολύ καλά το ξέρουν.
Λάμπουν τα βράδια μέσα σε κόκκινα μεταξωτά υφάσματα
Τη μέρα μυστικές νύφες
Μοναχικές
Δίχως τα μάτια που γητεύουν τις νύχτες
Σε ερείπια κρυμμένες γοργόνες.
***
Μάντζου Ελευθερία
Απολογισμός
Οι άνθρωποι τρέχουν βιαστικά,
κάθε μέρα δεξιά κι αριστερά
Πείνα, εξαθλίωση και απαισιοδοξία
η ζωή τους τους κερνά.
Το συναίσθημα δεν υπάρχει πια
και ο ρομαντισμός έχει πάει ταξίδια μακρινά.
Λίγοι, μετρημένοι στα δάχτυλα είναι αυτοί που νοιάζονται πραγματικά.
Η αγκαλιά και το φιλί έγιναν πολύτιμα αγαθά
και ο συνάνθρωπος μοιάζει πλέον εχθρός.
Η όρεξη για ζωή έχει μειωθεί
και το χαμόγελο έχει αντικατασταθεί.
2ο Θέμα:
α) Διερευνήστε την ποιητικότητα αυτούσιων φράσεων και νοημάτων από τον παρακάτω αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη, ο οποίος ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, όταν έφηβος πρωτοδιάβασε το «Μαραμπού». β) Χρησιμοποιήστε αυτούσιες τέσσερις (4) από αυτές τις φράσεις που εσείς θεωρείτε ποιητικές και συνταιριάστε τες με όσες πρωτότυπες δικές σας κρίνετε απαραίτητες σε ένα πρωτότυπο και ευφάνταστο ποιητικό κείμενο.
Όλα άργησαν για εσένα φέτος. Έφυγες και με άφησες με μεγάλο καημό. Το μέλλον ανήκει στα πλάσματα που δεν ντρέπονται, δεν φοβούνται την αγάπη. Ο Μάρτης, αχ αυτός ο Μάρτης. Έγινε νοσταλγικός ο Μάρτης. Θυμίζει εσένα και την ανάμνηση που μου άφησες. Δεν ήταν η τύχη με το μέρος μας γι’ αυτό και ανοίξαμε παρτίδες με το θάρρος. Ο χρόνος ή όλα τα διορθώνει ή όλα τα τελειώνει. Έλα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά, να μου δώσεις δύναμη να μην είμαι ράκος. Πάρε με μαζί σου να μην αφήσουμε ούτε δευτερόλεπτο να χαθεί άδικα. Όλα μπορείς να τα σωπάσεις, όμως ποτέ τον έρωτα. Ανεξίτηλο το κοίταγμα σου, σαν λεκές σε πουκάμισο λευκό. Έβλεπα τους κόσμους που ήθελα να εξερευνήσω στα μάτια σου. Ποιο τσακισμένο καραβοφάναρο σε πέταξε σ’ αυτές εδώ τις στεριές; Πες μου αν είναι αυτό το λιμάνι που άθελά σου φουντάρισες; Ήταν κάτι περίεργο, άτιτλο και σίγουρα δικό μας. Γι’ αυτό σου λέω, έλα να φύγουμε. Μη σκαλώνεις πουθενά, μη φρενάρεις στην φθορά. Εσύ είσαι ο κόσμος μάτια μου. Εσύ και το ταξίδι. Αν ο Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική, εμείς, δε βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε.
3η άσκηση: Σε πέντε λεπτά θα πρότεινα να γράψετε σε αυτόματη γραφή ένα ερωτικό ποίημα.
Από την έλξη μας γυρνάει η γη.
Από την φλόγα μας παραμένει ζωντανή.
Όλοι έλκονται, ελάχιστοι φλέγονται.
Ακραία τα μέτρια συναισθήματα.
Ερωτεύονται και δεν είναι μαζί
και ο κόσμος μοιάζει μισός.
Δανεικές αγκαλιές, εκπτώσεις συναισθημάτων.
Δεν τους λείπει το άλλο μισό.
Δεν περιμένει το συναίσθημα.
μονάχα αλλάζει.
4. Να μετατρέψετε σε ποίημα τα παρακάτω κείμενα:
Χρήστος Χαρτοματσίδης, Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
Ακριβώς για να μη σκανδαλίζει τους χωρικούς, το μπαρ «Νεράιδες» ήταν αρκετά έξω από την Μαρώνεια. Στην είσοδό του είχε τεράστια φωτεινή επιγραφή που απεικόνιζε μια γοργόνα. Με το γυμνό της στήθος διέσχιζε περήφανα τα κύματα του βόρειου ανέμου. Βέβαια, άλλο οι νεράιδες κι άλλο οι γοργόνες, όμως δεν υπάρχουν σαφείς οδηγίες για το πώς να απεικονίζονται οι νεράιδες
Μένανε στην Κομοτηνή, στο ρετιρέ μιας παλιάς πολυκατοικίας. Περιττό να πούμε πως δεν είχαν καμία επαφή με τους υπόλοιπους ενοίκους. Τα παντζούρια τους ήταν μονίμως κατεβασμένα, σχεδόν ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο κι όταν ήτανε να βγουν στην ταράτσα ξετρυπώνανε από αυτό το άνοιγμα. Τότε η λευκή κουρτίνα μαζευόταν στα κεφάλια τους σαν πέπλο νυφικού.
Ποίημα
Μια γοργόνα ντυμένη νεράιδα
και ένα μπαρ στα ξεχασμένα να αργοσβήνει.
Κλειστοί άνθρωποι, κλειστά παντζούρια
και το σκάνδαλο να τους διαπερνά.
Παλιά πολυκατοικία, στενά μυαλά
και η ζωή τους διαπερνά.
Εκείνοι κρύβονται από του κόσμου τη βουή
και η νεράιδα στον δρόμο αναζητά να βγει.
***
Μαχαίρα Σαββίνα
Απολογισμός
Ένα κορίτσι ταξιδεύει μ’ ένα τραίνο
το τραίνο στην επόμενη στάση θα αποβιβάσει ανθρώπους
άνθρωποι επιβιβάζονται κάθε μέρα
κάθε μέρα είναι σημαντική
σημαντικά είναι τα ρίσκα στη ζωή
στην ζωή πρέπει να αφήνεις πολλούς και να κρατάς λίγους και καλούς
ένα καλό σκυλάκι ταξιδεύει δίπλα μου
δίπλα μου βλέπω στο τζάμι ένα κορίτσι
ένα κορίτσι ταξιδεύει με τραίνο
Αυτούσιες φράσεις
Νύχτες σε έλλειψη σαν κι αυτές που περνούσαμε μαζί
με τραγούδια στο μαγαζί
βόλτες στη φύση, στα δέντρα, στα ρυάκια
«έλα», μου ’λεγες να κάνουμε με τα βότσαλα ψαράκια
Ήρθα το απόγευμα ξανά
μα οι γρύλοι δεν γρυλίζουν πια
τα κυπαρίσσια είναι ψηλά
Μάρτης! Πέρασε ένας χρόνος και σου έφερα μια ζωγραφιά
λίγο φιλτραρισμένο από τα μάτια μου θαλασσινό νερό
που είναι μαζεμένο από της θάλασσας μας, τον καθαρό βυθό
Αυτόματη γραφή – αγάπη
Την ίδια στιγμή που το “κάθε¨ ψάχνει το “άλλο¨ για να ολοκληρωθεί
έρχεται μια αγκαλιά και κουμπώνει σαν κλειδί
το μυαλό ταξιδεύει στου ονείρου τη χαρά
κι η καρδιά χτυπάει δυνατά κάθε που σε κοιτά
το σώμα τρέφεται με το γλυκό σου χάδι
κι η ψυχούλα μου χαίρεται μεσ’ του κόσμου την παραζάλη
Αυτόματη γραφή – πεζό κείμενο σε ποίημα
Όλα αλλάζουν
η γλώσσα
η εθνική συνείδηση
η εθνική ταυτότητα
οι πολιτικοί
οι κυβερνήσεις
οι βουλευτές
οι συγγραφείς
οι ηθοποιοί
οι δημοσιογράφοι
ο τουρισμός
ο πολιτισμός
κι όλα μένουν ίδια
στα χρόνια
στις δεκαετίες
χωρίς σοβαρότητα
χωρίς νόημα
***
Λίζα Βασιλειάδου
Το τότε και το τώρα…
Θα ‘θελα να ήμουν και πάλι παιδί.
Τότε που γελούσα δυνατά και αγαπούσα αληθινά.
Ζούσα ελεύθερος, με σπίτι τη γειτονιά και φίλους όλους αγαπημένους.
Τώρα είμαι παγιδευμένος σε ένα κλουβί, χωρίς παράθυρα, μόνο με οθόνες και καθρέφτες.
Όλη μέρα αριθμοί τρέχουν στο μυαλό μου, Ερινύες που με κυνηγούν.
Δεν αποφασίζω εγώ για τίποτα.
Οι άλλοι το κάνουν για μένα. Έτσι μόνο με αγαπούν.
Το βράδυ, όταν μόνος πάω στο κρεβάτι, φοβάμαι…
Παντού σιωπή…
Επιλέγω ένα όνειρο για να κοιμηθώ.
Είμαι και πάλι παιδί…
***
Γεωργία Λόκκα
1η Άσκηση: Γράφω ποίημα – ο Απολογισμός
Με ψευδαισθήσεις δεν θέλεις να γεμίζεις τη ζωή
Ψάχνεις του ρολογιού τους λεπτοδείκτες
Τις παλιές εικόνες τσακίζεις στο λεπτό
Να ‘ρθει επιτέλους το καλό
Την ομορφιά αναζητάς για να αναγεννήσεις
Το παζλ σου ξαναστήνεις και φοβάσαι
Με σκοτεινές και μαύρες σκέψεις μη μιλάς
Τα ασήμαντα και τα μικρά θέλω να πετάς
Βαδίζεις τώρα με κεφάλι σηκωμένο
Τα αδίστακτα κορμιά τα προσπερνάς
Ασήκωτη η αντάρα του χθες
Μα εαυτέ μου πάψε τώρα και μην κλαίς.
Είχες φυτέψει από καιρό το μαύρο στην αυλή σου
Κι είδες με ορθάνοιχτα μάτια, πως αυτό δεν είσαι εσύ
Φύσηξε αγέρας και πήρε τη μουντίλα μακριά
Και δες καλέ μου, είσαι ελεύθερη ξανά.
2η Άσκηση : Δημιουργώ ποίημα παίρνοντας 4 αυτούσιες φράσεις από το κείμενο
Η καπετάνισσα
Η Ρηνιώ η καπετάνισσα του Γιωργή η νύφη
με λεπτή κορμοστασιά και μαυροφορεμένη
κάθεται στου παραθύρου τη γωνιά και αγναντεύει
Αναστενάζει απ τη ψυχή και σιγοψιθυρίζει:
«Μονάχα εσύ βιάστηκες για το ταξίδι το αλαργινό
και το κορμί μου μονάχο του ξαπλώνει».
Γύρνα σιμά της καπετάν Μιχάλη.
Φεύγει ο Φλεβάρης ο κουτσός και ’ρχεται ο Μάρτης.
Μαράθηκαν τα νιάτα της και μάλλιασε η καρδιά της.
Κοίτα την τώρα σφιχτά κρατεί το μαργαριτάρι που της έδωκες
«είναι μαζεμένο από της θάλασσας τον καθάριο βυθό»,
της είπες εκείνη τη νυχτιά.
Τώρα η ομορφιά της εχάθη και το νου σαλεύει..
Καπετάνισσα όλα άργησαν για σένα φέτος!
Βάλε τα ρούχα τα χρυσά
Και σίμωσε στον ώμο του καλού σου!
3η Άσκηση: Γράφω ένα ερωτικό ποίημα σε αυτόματη γραφή
Νύχτα. Σμίξαμε. Η ανάσα σου, ανάσα μου.
Τρέμω.
Σε σφίγγω. Σε νιώθω. Σε μυρίζω.
Σε αισθάνομαι.
Ζέστανες το είναι μου.
Το δωμάτιο κόκκινο. Ανθίζω σα μυγδαλιά.
Ξημέρωσε.
Το κρεβάτι χλιαρό. Πού είσαι;
Σε ψάχνω. Μένω μοναχή. Κρυώνω.
Ανακατεύομαι.
Θα ’ρθείς;
Από το λιβάδι λείπει μια μαργαρίτα.
4η Άσκηση: Μετατροπή ενός πεζού κειμένου σε ποίημα
Μπαρ «Οι νεράιδες»
Σούρουπο. Στην άκρη του δρόμου.
Επιβράδυνα.
Γύρισα το βλέμμα μου προς αυτές.
Μόνες.
Όρθιες κάτω από μια σκαλιστή επιγραφή
«Νεράιδες».
Έβγαιναν από ένα μαγαζί.
Οπτασίες.
Κακόφημη συνοικία, αλλά με άνθη στολισμένη.
Ευγενικές.
Με ποθούσαν. Το ‘νιωθα.
Στοργικές.
Με έπιασαν απαλά από τα ακροδάχτυλα.
Εγώ παγωμένη.
Τα πόδια μου δεν αντιστάθηκαν.
Μπήκα μέσα.
Υπήρχαν πολλές, ελάχιστα ντυμένες.
Όνειρο.
Σαν κι εκείνες κι εγώ.
***
Ελευθερία Μαγκοπούλου
1η Άσκηση: Ποίημα με τίτλο «Απολογισμός»
Ηθικές αξίες θυσιασμένες στο βωμό του λαικ
Χειραγωγήσιμα μυαλά,
κρύες καρδιές και μουδιασμένα σώματα
Προσπάθειες επίδειξης της πλούσιας ζωής
παιδιά με όνειρα,
τα όπλα, τα λεφτά και τις ουσίες
Η καταστροφή του περιβάλλοντος,
ακόμα και τα ζώα έγιναν επικριτικά
σιχάθηκαν και κρύφτηκαν
Ψυχολόγοι που πλουτίζουν
και νέοι που αποφασίζουν να κάνουν την αλλαγή
που κάποιοι άλλοι αρνήθηκαν
2η Άσκηση: Ποίημα με αυτούσιες φράσεις από το αρχικό κείμενο
Ὁ Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη
μαζί με την άνοιξη και τα λουλούδια της,
σε πλημμύριζε η χαρά και η ενέργεια
άνοιγες το ραδιοφωνάκι στη κουζίνα
και γέμιζες το σπίτι με τραγούδια.
Φέτος άργησε ο Μάρτης,
δεν φύτρωσαν λουλούδια
Χάθηκε η ζωή και η μελωδία
κάναμε μια πένθιμη παύση
Όλα άργησαν για σένα φέτος.
Δεν φοβήθηκες ποτέ τίποτα και κανέναν,
έφυγες για το αιώνιο ταξίδι χαμογελώντας.
Ο φόβοςείναι για αταξίδευτους στεριανούς
που δεν τόλμησαν ποτέ.
Δεν έχει αλλάξει τίποτα
μόνο το ραδιοφωνάκι χάλασε
και μείναμε εμείς πίσω
τραγουδώντας τα δικά σου τραγούδια.
3η Άσκηση: Μετατροπή πεζού κειμένου σε ποίημα
Μπαρ «Οι νεράιδες»,
Οι νεράιδες δεν υπάρχουν,
ούτε ξέρεις πως μοιάζουν
Γι’ αυτό η ιδέα τους σε σκανδαλίζει
Νεράιδα θα βρεις στο ομώνυμο μπαρ,
να διασχίζει τα κύματα
σα γοργόνα
Κανείς δεν ξέρει που ζουν, αν πετάνε,
αν είναι δαιμονικές ή θεόσταλτες,
το σίγουρο είναι πως είναι μοναχικές.
Μοναχικός είμαι και εγώ
Στο ξεχασμένο μου ρετιρέ,
εγκλωβισμένος στις σκέψεις μου
Οι γείτονες άγνωστοι
και τα παντζούρια τους μονίμως κλειστά,
όμως όταν βγαίνουν στην ταράτσα μεταμορφώνονται
Ο αέρας χτυπάει την κουρτίνα που ξεπροβάλει πάνω από τα κεφάλια τους
σα νεράιδες έτοιμες να πετάξουν
Έτσι τις φαντάζομαι
4η Άσκηση: Ερωτικό ποίημα
Ο μεγαλύτερος μου εθισμός πριν γνωρίσω εσένα,
ήταν ο καφές
τον έπινα πάντα γλυκό με δύο κουταλιές ζάχαρη
Σε ρώτησα, «Θα κάτσεις; Να φτιάξω καφέ;»
«Ναι, θα μείνω μαζί σου», απάντησες,
όμως εξαφανίστηκες την ίδια στιγμή.
Έφυγες αφήνοντας μια πίκρα πίσω,
διπλός και σκέτος από δω και πέρα ο καφές
Θα ξαναβάλω ζάχαρη όταν γυρίσεις.
***
Καζάκη Στυλιανή
Θέμα 1ο
Σας δίδεται το ποίημα «Σε μια κάποια ηλικία» του CzeslawMilosz (Τσέσλαφ Μίλος), Πολωνού ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και διπλωμάτη. Ο ποιητής με τρόπο καυστικό μας δίνει έναν πυκνωμένο απολογισμό ζωής. α) Διαβάστε το ποίημα και στοχαστείτε πάνω σε αυτό. Κάντε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου
Απολογισμός
Και τα χρόνια πέρασαν
Μ’ αυτήν την αδυσώπητη ταχύτητα
που περνάνε τα χρόνια
Με μια κρυμμένη υπόσχεση για το τέλος
Αλλά ποιο τέλος;
Η χαρά προσωρινά αναβάλλεται
Η ζωή στην αναμονή
Και η ταινία της ζωής θα προβληθεί προσεχώς
Τα φώτα σβήνουν
Η αυλαία πέφτει απ’ τους φίλους
Κι αν απλά ήταν παραγεμίσματα της ανίας;
Νιώθεις παραμορφωμένο το πρόσωπό σου
Κι ένας νους αυταπάτες πλήρης
Να σαμποτάρει διαρκώς εαυτούς και αλλήλους
Κι απ’ όλους να ακούς «είναι θέμα επιλογής»
Ήταν δική μου επιλογή;
Ποιος επέλεξε για μένα;
Το βέβαιο είναι ότι άνοιξε ένα παράθυρο στον κόσμο.
Θέμα 2ο
α) Διερευνήστε την ποιητικότητα αυτούσιων φράσεων και νοημάτων από τον παρακάτω αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη, ο οποίος ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, όταν έφηβος πρωτοδιάβασε το «Μαραμπού». β) Χρησιμοποιήστε αυτούσιες τέσσερις (4) από αυτές τις φράσεις που εσείς θεωρείτε ποιητικές και συνταιριάστε τες με όσες πρωτότυπες δικές σας κρίνετε απαραίτητες σε ένα πρωτότυπο και ευφάνταστο ποιητικό κείμενο.
Το φορτηγό που περίμενες να σε πάρει καθυστέρησε. Θα μου πεις ποιος το ορίζει αυτό. Μα σαν μια μοίρα ν’ αναβάλλει εσκεμμένα το ταξίδι μας. «Αν ο Κολόμπος ανακάλυψε την Αμερική, εμείς, δε βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε…». Είναι θέμα χρόνου και απόφαση μιας στιγμής να βάλλουμε πλώρη για μέρη αλαργινά. «Γύρισες και μου ‘πες πως τον Μάρτη σ’ άλλους παραλλήλους θα ‘χεις μπει». Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη! «Κατακαημένε η θάλασσα μισάει την προδοσία». Αλίμονο επειδή έχει τρόπους να μας συντρίβει σε ξέρες, εμείς να την αρνηθούμε. Είναι το ραπόρτο που θέλει να μας στείλει, αιτούμενη περισσότερη εμπιστοσύνη στους ανέμους της, μα παράλληλα να μας υποψιάσει γι’ αλλαγή πορείας. Ένα καράβι, που πλέει αλάργα χωμένο στο πούσι, αν βρει την ρότα του θα μας πάρει. Και τότε σαν να δίνουμε χειραψία με τη ζωή, κοράλλια και θησαυροί θα μας ανακαλύψουν πρώτοι εκείνοι.
Χρήστος Χαρτοματσίδης
Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
(μετατροπή σε ποίημα)
Μια κουρτίνα λευκή
Σε θέση αμετακίνητη
Τάχα από σιδηρόδρομο χαλασμένο
Κάθε που έβγαιναν ταράτσα
Πάνω στα κεφάλια τους
Σαν νυφικού πέπλο
Το ρετιρέ μοναχικό από επιλογή
Πατζούρια μισόκλειστα
Μόνο τα βράδια ραντεβού στις «νεράιδες»
Εκτός κατοικημένης περιοχής
Σκανδαλώδες και αντιφατικό το θέαμα
Γοργόνα φωτεινή στην είσοδο
Υποσχέσεις για διαδρομές σ’ ουρανούς μυθικούς
Και θάλασσες αταξίδευτες;
(Αυτόματη γραφή ερωτικού ποιήματος)
Ο Έρωτας
Αρρώστια μεταδοτική
Άλλοτε λύτρωση αντίδοτο στο κάθε τι
Άλλοτε πηγάδι και τούνελ θεοσκότεινο
Μα περισσότερο αναζήτηση για κάτι θεϊκό
Θα τον βρεις να σιγοκαίει μέσα σου
σαν κρυμμένο θησαυρό
***
ΚΟΛΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
Μπαρ
Η φωτεινή
επιγραφή
δίνει
οδηγίες
μπαρ
έχει εκεί
γοργόνες
που πουλιούνται
που ίσως
κάποτε
είχαν φτάσει
από αλλού
με πέπλο
Νυφικού.
Λειψή ψυχή
Σε βλέπω
από μακριά
τα μάτια
της ψυχής μου είναι
θολά
έρχεσαι?
φεύγεις?
έρμαιο
του δικού σου
νου
λιποψυχώ.
***
Δήμητρα Ζερζελίδου
Άσκηση 1
1ο θέμα
Τώρα δεν μείνανε πολλά απ’ τους ανθρώπους
Το γένος μας εκφυλίστηκε κι έγινε κάτι άλλο
Κανένας πια δεν νοιάζεται για τον συνάνθρωπό του
Μόνο τους νοιάζει το εγώ που τώρα είναι μεγάλο
Κάνουν τα πάντα για να δουν πώς είναι η εξουσία
Αλλά στην πράξη δεν βοηθούν ούτε τον αδερφό τους
Οι άνθρωποι σκλήραναν πολύ, δεν είναι ευαίσθητοι άλλο
Το χρήμα τους ενίκησε που είναι μεγάλο φίδι
Τους νοιάζει μόνο πως αυτοί θα έχουν κι άλλα ήδη
Και δεν υπολογίζουνε ότι η ζωή είναι άλλη
Άσκηση 2
Κοίτα το φορτηγό που περίμενες να σε πάρει καθυστέρησε
Είχε πολλή κίνηση στον δρόμο και έμπλεξε
Αν θες κάνε μια βόλτα στις αποθήκες μέχρι να έρθει, αλλά πρόσεχε μην χάσεις το εμπόρευμα
Αχ αυτός ο Μάρτης. Όλο μπελάδες μας έφερε. Τίποτα δεν πήγε σύμφωνα με το σχέδιο. Οι πελάτες μας άρχισαν να δυσανασχετούν
Δεν έχουμε άλλα περιθώρια. Πρέπει να οργανωθούμε περισσότερο.
Οι καινούριοι έχουν καλό πράμα, δεν είναι να τους χάσουμε
Εσύ πρόσεχε μόνο μην α κάνεις θάλασσα όπως την προηγούμενη φορά
Που άργησες δυο μήνες να μας εξυπηρετήσεις και πάει η δουλειά
Όλα άργησαν για σένα φέτος εδώ που τα λέμε
Και το εμπόρευμα και οι συμφωνίες και η μεταφορά
Τώρα για να σε ξυπνήσουμε λιγάκι σου αφήσαμε λίγο φιλτραρισμένο από τα μάτια μας νερό στο ντουλάπι του φορτηγού
Για να είσαι όπως πρέπει όταν θα έρθει το boss
Άσκηση 3 (Α 14.1.23)
Κείμενο: Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Από όταν ήμουν μικρός μου άρεζαν τα βιβλία
Ήταν το καταφύγιο μου στις δύσκολες στιγμές
Ο μεγάλος μου έρωτας από μικρό παιδί
Πάντα αναζητούσα κάποιο για συντροφιά
Ακόμα κι όταν είχα πραγματική παρέα
Έρωτας με ανταλλάγματα θα το χαρακτήριζα
Εγώ του δίνω όλη την προσοχή μου
Κι αυτό με κάνει πιο σοφό και ξύπνιο
Πολλοί είναι αυτοί που διαβάζουν βιβλία
Λίγοι όμως όσοι είναι ερωτευμένοι μαζί τους
Άσκηση 4 (Α 14.1.23)
Χρήστος Χαρτοματσίδης, ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ, ΑΝΟΥΝΑΚΙ
Ο κύριος Παναγιώτης έλεγε συχνά
«Είμαστε ό,τι βλέπουμε στην τηλεόραση»
Και τα προβλήματά του ήταν μεγάλα
Η γυναίκα του μουρμούριζε για το ασφαλιστικό
Αυτός για τους Ανουνάκι στην περιοχή του
Δούλους νόμιζε ότι τους θέλουνε κι όλο εξεγειρόταν
Αρνούνταν να κάνει τα θελήματά τους
Τους σήκωνε το δάχτυλο και τους προειδοποιούσε
«Εγώ δεν γίνομαι δούλος κανενός
Για το χρυσάφι που θέλετε να μας πάρετε
Μόνοι σας να το ξεθάψετε λοιπόν, άντε γεια»
***
Μαρία Αρσενοπούλου
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Έφτασε η ώρα που η φύση μας εκδικείται
και μεις εκεί, θεατές αθέατοι μιας πραγματικότητας
που κάνουμε πως δεν καταλαβαίνουμε.
Κρυφτήκαμε πίσω από τους τοίχους, τις οθόνες ,
πίσω από τις μάσκες μας.
Πάψαμε να βρισκόμαστε, να βγαίνουμε στα πάρκα,
ως και το σινεμά πάψαμε.
Ο έρωτας χάθηκε. Τα ραντεβού; Πάνε κ’αυτά!
Τώρα μας νοιάζουν άλλα. Ταbrunch, ταstories, οιselfies..
Δυο χείλη πρησμένα από το υαλουρονικό ανοίγουν
και μου φωνάζουν «φταίς και συ»
«Ο ΜΑΡΤΗΣ»
Μάρτη σε φωνάζαμε, μα εσύ έκανες πως δεν το ’ξεβρες, ήθελες να σε λέμε ποιητή. Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη, όλοι το βλέπαμε. Μα φέτος κάτι άλλαξε. Έπρεπε να τ’αφήσεις όλα πίσω, εμάς ,τη θάλασσα που τόσο αγαπάς, όλα! Το φορτηγό που περίμενες να σε πάρει καθυστέρησε, μα εσύ εκεί, περίμενες,περίμενες…ώσπου εφάνηκε. Έκανες να μπεις μα σε σταμάτησα. «Είναι μαζεμένο απ’της θάλασσας τον καθάριο βυθό».. σου είπα και σου έδωσα ένα μεγάλο κοχύλι. «Θα το βάζεις στο αυτί και θα είναι σα να ‘σαι κοντά μας».
Με τους άλλους περιμέναμε να φύγει το φορτηγό. Δεν κουνήσαμε τα μαντήλια μας, αυτό είναι για αταξίδευτους στεριανούς. Μόνο περιμέναμε και περιμέναμε .. και το φορτηγό γινόταν όλο και πιο μικρό. Καλό ταξίδι, αγαπημένε μας ποιητή
ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ
Σ’αγαπώ!
Οι λέξεις βγήκαν από τα
χείλη μου χωρίς να το καταλάβω.
Ντροπή με κατέκλυσε.
Τα μάγουλά μου πήραν φωτιά.
Έκλεισα τα μάτια και συ με φίλησες.
Ο χρόνος σταμάτησε εκεί.
Η ΛΕΣΧΗ ΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΗΣ Η ΓΑΛΑΖΙΑΣ ΑΛΕΠΟΥΣ
Έξω θάλασσα, αλμύρα, ιδρώτες, κόσμος
Κόσμος πολύς και τα βαποράκια..
Καθένα τους και ένα όνομα
Καθένα τους και μια ιστορία.
Μέσα ηρεμία, γαλήνη, απαλές κινήσεις
Μεθυστικές μυρωδιές, ξύλο, δέρμα, χαρτί
Βιβλία… αμέτρητα βιβλία …
Ένας νέος, μαγικός κόσμος!
Παιδικές παρορμήσεις γίναν σκέψεις
Σκέψεις γίναν αποφάσεις
Όλη η πεζογραφία και όλη η ποίηση ήταν εκεί
Και ’γω, πιστός υπήκοος πια,
χάθηκα στα μυστικά τους.
***
ΜΑΡΙΤΑ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Και ενώ έχεις τη δύναμη στα χέρια σου,
δεν μπορείς να νικήσεις.
Και ενώ ακούς την αλήθεια μέσα σου,
δεν μπορείς να μιλήσεις.
Κι αν της ζωής το δώρο βρίσκεται δίπλα σου,
δεν μπορείς να το ανοίξεις.
Ως πότε θα βολεύεσαι στο βασίλειο του φόβου;
Ζήσε.
ΜΑΡΤΗΣ
Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης!
Πεθαίνω κάθε Μάρτη μα γεννιέμαι από την αρχή.
Μονάχα εσύ βιάστηκες για το ταξίδι το αλαργινό
Και δεν επέστρεψες.
Εμείς εδώ κάθε Μάρτη περιμένουμε να έρθει η άνοιξη.
Χωρίς εσένα.
Αγαπημένη μου Ζωή,
Η Άνοιξη ποτέ δεν θα ξανανθίσει,
Μα η ζωή πρέπει να συνεχίσει…
ΕΡΩΤΑ
Στο πανηγύρι του Έρωτα, πήγα μ αμφιβολία
μα γρήγορα αφέθηκα
και χόρεψα και μέθυσα και γλέντησα
με τόση ελευθερία
Παντοδύναμε Έρωτά μου!
Η ΚΛΟΠΗ
Με το βιβλίο ανοιχτό
Φώναξα την αλήθεια και εκείνη αποκρίθηκε
με πάθος κι ειλικρίνεια:
«Ο θησαυρός είναι βαθιά.
Ψάξε με ,άγγιξε με.
Σε κάθε άγγιγμα καινούρια θαύματα σε προσμένουν…
Βύθισε με μέσα σου
Και ανάδυσέ με.
Εκεί οι σκέψεις.
Εκεί οι αποφάσεις.
Εκεί ο μόνος πλούτος.
Κλέψε και μοιράσου χωρίς ενοχή, φόβο ,δισταγμό.
Εκεί η ζωή»..
***
Ανατολή Μουρατίδου
Χρήστος Χαρτοματσίδης
Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
Ακριβώς για να μη σκανδαλίζει τους χωρικούς, το μπαρ «Νεράιδες» ήταν αρκετά έξω από την Μαρώνεια. Στην είσοδό του είχε τεράστια φωτεινή επιγραφή που απεικόνιζε μια γοργόνα. Με το γυμνό της στήθος διέσχιζε περήφανα τα κύματα του βόρειου ανέμου. Βέβαια, άλλο οι νεράιδες κι άλλο οι γοργόνες, όμως δεν υπάρχουν σαφείς οδηγίες για το πώς να απεικονίζονται οι νεράιδες
Μένανε στην Κομοτηνή, στο ρετιρέ μιας παλιάς πολυκατοικίας. Περιττό να πούμε πως δεν είχαν καμία επαφή με τους υπόλοιπους ενοίκους. Τα παντζούρια τους ήταν μονίμως κατεβασμένα, σχεδόν ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο κι όταν ήτανε να βγουν στην ταράτσα ξετρυπώνανε από αυτό το άνοιγμα. Τότε η λευκή κουρτίνα μαζευόταν στα κεφάλια τους σαν πέπλο νυφικού.
Σαν οπτασίες βγαλμένες από παραμύθι,
σα χαμένες μέσα στη λήθη.
Τη μέρα έκρυβαν την ομορφιά από τους ανθρώπους.
Τη νύχτα ξεπρόβαλλαν δειλά να πάνε στο σκοπό τους.
Νεράϊδες που κρατούσαν μυστικό,
στα μάτια όμως του κόσμου δεν ήτανε δεκτό.
2. Σε πέντε λεπτά θα πρότεινα να γράψετε σε αυτόματη γραφή ένα ερωτικό ποίημα.
Σε βλέπω να κοιμάσαι
Θέε μου δεν μπορεί να είναι αληθινός σκέφτομαι…
Πόσο όμορφος άνδρας…
Πόσο όμορφος άνθρωπος…
Όλα πάνω σου τέλεια
Τα μάτια σου..τα χείλη σου..
ακόμη και η ανάσα σου έχει μια μελωδικότητα
Σε αγαπώ μόνο αυτό σε αγαπώ
1ο Θέμα:
Σας δίδεται το ποίημα «Σε μια κάποια ηλικία»του Czeslaw Milosz (Τσέσλαφ Μίλος), Πολωνού ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και διπλωμάτη. Ο ποιητής με τρόπο καυστικό μας δίνει έναν πυκνωμένο απολογισμό ζωής. α) Διαβάστε το ποίημα και στοχαστείτε πάνω σε αυτό. Κάντε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Μια φλόγα τρεμοσβήνει στην άκρη των ματιών
Τη θέση τώρα δίνει σε δάκρυα ποταμών.
Έρχονται σε ώρα και νύχτα μαγική
Με λόγο και ουσία εξωπραγματική.
Γεμάτη αμφιβολία και φόβο η καρδιά
Ρωτά για μια πορεία γεμάτη μυστικά.
Θέλει να γεμίσει με δύναμη και φως
Ένας μικρός παράδεισος ήχος μελωδικός.
Μια θάλασσα μεγάλη με ολόλευκα νερά
Τώρα η ψυχή ζητάει επίμονα αμμουδιά.
Να αράξει θέλει λίγο γιατί έχει κουραστεί
Στην άμμο και στα βράχια ακόμη κι αν χτυπήσει εκεί θα ηλιαστεί.
Ταξίδι του αέρα της όμορφης ζωής
Ακόμη και αν κάνεις και τίποτα δε δεις,
Πάντα να θυμάσαι
Μέσα σου θα το βρεις.
2ο Θέμα:
α) Διερευνήστε την ποιητικότητα αυτούσιων φράσεων και νοημάτων από τον παρακάτω αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη, ο οποίος ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, όταν έφηβος πρωτοδιάβασε το «Μαραμπού». β) Χρησιμοποιήστε αυτούσιες τέσσερις (4) από αυτές τις φράσεις που εσείς θεωρείτε ποιητικές και συνταιριάστε τες με όσες πρωτότυπες δικές σας κρίνετε απαραίτητες σε ένα πρωτότυπο και ευφάνταστο ποιητικό κείμενο.
Χρήστος Παντελίδης – Αποχαιρετισμός στον Νίκο Καββαδία.
Όλα άργησαν για σένα φέτος.
Έφυγες πριν ένα έτος.
Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη!
Μα τώρα έμεινε η στάχτη!
Μονάχα εσύ βιάστηκες για το ταξίδι το αλαργινό.
Μας άφησες για τόπο μακρινό.
Μα εσύ τι βρήκες;
Για εμάς σταμάτησαν οι δείκτες.
***
ΦΥΛΑΚΤΟΥ ΕΛΕΝΗ
(1)
«ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ»
Κι ο άνθρωπος του σήμερα στέκει αδιάφορος, παθητικός
μπρος στην ασχήμια τούτου του κόσμου.
Άνθρωποι χάνονται από την πείνα, παιδιά βασανίζονται
κι ο άνθρωπος κοιτάζει να έχει κι όχι να είναι.
Σε βάρος της φύσης που την απομυζεί ανελέητα,
του ίδιου του του εαυτού που βυθίζεται στις οθόνες,
του πνεύματός του που είναι νωθρό κι ατάιστο.
Μα ποιος θα τον βγάλει από το τέλμα;
Ψάχνει για τον σωτήρα της ύπαρξής του.
Μα… Δεν είναι άλλος κανείς από τη δύναμη της ψυχής του.
(2)
«ΠΥΞΙΔΑ»
Ο χθεσινός άνεμος, έφερε σε μας τοις ναυτικούς το πιο θλιβερό ραπόρτο.
Ψιθύρισε λυσσομανώντας πως σε πήρε στην αγκάλη της η θάλασσα.
Κι όλοι σε περιμέναμε να ’ρθεις έστω κι αργά, μα δεν εφάνεις.
Οι μέρες κυλούσαν, τα χρόνια περνούσαν και δίχως εσένα λιμάνι πουθενά.
Αν ο Κολόμπος ανακάλυψε την Αμερική,
εμείς δε βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε.
Θα πλέουμε μέσα στην καταχνιά με πυξίδα μας το άστρο σου.
Ένα καράβι που πλέει αλάργα χωμένο στο πούσι, αν βρει τη ρότα του θα μας πάρει προς το λιμάνι.
Ως τότε θα μαζεύουμε και σου αφήνουμε λίγο φιλτραρισμένο,
από τα μάτια μας, θαλασσινό νερό για να ‘χεις
να πορεύεσαι στο μακρινό ταξίδι σου.
(3)
Εσύ κι εγώ σε μνήμες μακρινές
Κάτω από τον ήλιο του νησιού
Ζήσαμε, αγαπηθήκαμε κι αγγίξαμε ουρανό
Τα όσα γίναμε ξεθώριασαν
Κι έμεινε μονάχα αυτό
Μια σκέψη, τ’ όνομα και το λιμάνι αδειανό
(4)
Να μετατρέψετε σε ποίημα το παρακάτω κείμενο:
Θωμάς Γκόρπας Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος.
Ένα θαύμα προσμένουμε να γίνει
Στη γλώσσα, στη συνείδηση και στην ταυτότητα
Που μας έχει απομείνει.
Η φύση αργοσβήνει
Πως κάτι θα σωθεί κανείς δεν περιμένει
Κι η ποίηση, η πεζογραφία αποφάσισαν όπλα διαχρονικά να γίνουν
Αναμείχθηκαν με τα νεωτερικά
Τα υιοθετήσαμε κι αυτά
Μα δε δείχνουν να αλλάζουν τον κόσμο.
Αηδία, λύπη, φόβος όσα γύρω μας γυρίζουν
Κι η Τέχνη η περασμένη μένει στο περιθώριο στεναχωρημένη.
Οι κυβερνήσεις σαν πλοία στο λιμάνι, δένουν σαλπάρουν κι έρχονται πάλι
Κι οι άνθρωποι τους βάζουνε ταμπέλες
Μα τα σωστά τους και τα λάθη τους χαράζουν την πορεία.
Ο Τύπος κι η τηλεόραση σαν χαχανίζουν πάνω στην πλάτη του Έλληνα αρχίζουνε να χτίζουν
Κι εκείνοι μάταια αναζητούν έναν σωτήρα να τους λυτρώσει,
γιατί μονάχα στη ψυχή τους θα βρουν τον διασώστη.
***
ΕΛΕΝΗ ΖΟΥΡΝΑΤΖΗ
1° Θέμα
Σας δίδεται το ποίημα «Σε μια κάποια ηλικία»του Czeslaw Milosz (Τσέσλαφ Μίλος), Πολωνού ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και διπλωμάτη. Ο ποιητής με τρόπο καυστικό μας δίνει έναν πυκνωμένο απολογισμό ζωής. α) Διαβάστε το ποίημα και στοχαστείτε πάνω σε αυτό. Κάντε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Δε βγαίνει ο ήλιος
αμήχανος στέκει ο πετεινός.
Ξυπνάς και ρουφάς καυσαέρια,
στο σώμα σου ρέει
τσιγάρων καπνός.
Ανούσια η ζωή σου
είναι και άδεια.
Γυμνή η ψυχή σου
διαβαίνει σκοτάδια.
Ζάρες στο δέρμα,
μυρίζεις το χώμα.
Ο καθρέφτης φωνάζει
«Γιατί ζεις ακόμα;»
Το όνειρο στέκει
στον πάντερμο δρόμο
να βρει μια καρδιά
με πνοή παιδική.
Κι εσύ μονάχος
με λαβωμένο ώμο
τον χρόνο μετράς
που σου μένει στη γη.
2° Θέμα
α) Διερευνήστε την ποιητικότητα αυτούσιων φράσεων και νοημάτων από τον παρακάτω αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη, ο οποίος ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, όταν έφηβος πρωτοδιάβασε το «Μαραμπού». β) Χρησιμοποιήστε αυτούσιες τέσσερις (4) από αυτές τις φράσεις που εσείς θεωρείτε ποιητικές και συνταιριάστε τες με όσες πρωτότυπες δικές σας κρίνετε απαραίτητες σε ένα πρωτότυπο και ευφάνταστο ποιητικό κείμενο.
ΑΔΕΛΦΕ ΜΑΣ ΠΟΙΗΤΗ
Αταξίδευτοι στεριανοί
σου κουνάνε μαντήλια.
Το φορτηγό που περίμενες, άργησε.
Όπως άργησε φέτος κι ο Μάρτης
που τόσο αγαπούσες.
Όλα άργησαν για σένα φέτος.
Μονάχα εσύ βιάστηκες
για τ’ αλαργινό ταξίδι.
3° Θέμα
Να μετατρέψετε σε ποίημα το παρακάτω κείμενο «Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος» απόσπασμα συνέντευξης της 18ης Φεβρουαρίου 1990 του Θωμά Γκόρπα στο Ράδιο Αθήνα, που ακούστηκε στη βραδιά Αγάπης και μνήμης, στον Ιανό της Αθήνας τη Δευτέρα 1η Απριλίου 2013 με αφορμή τα δέκα χρόνια από το θάνατό του.
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΕΙ;
Τίποτε δε φοβήθηκα στη ζωή.
Αισθάνομαι αθάνατος.
Για το αύριο φοβάμαι.
Χάνομαι ανάμεσα σε βολεμένους αστούς,
σε γραβάτες και σινιέ παντελόνια.
Έναν Βαρδάρη να μας ξεσηκώσει,
να ξεβρομίσουμε από τα μεγάλα «Ταυ»,
να σοβαρευτούμε.
Έναν Βαρδάρη ρε παιδιά.
4° Θέμα
Να γράψετε σε αυτόματη γραφή ένα ερωτικό ποίημα.
ΤΑ BULLETS ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
• μυρωδιά του υγρού δέρματος
• ανεξέλεγκτες οι σκέψεις
• ακατέβατος ο πυρετός
• θεόπνευστα τα λόγια
• πρωινό μου τσιγάρο
• η παρουσία σου
• η απουσία σου
• ένα ψέμα
***
Ειρήνη Δαμιανίδου
1ο Θέμα:
Σας δίδεται το ποίημα «Σε μια κάποια ηλικία»του CzeslawMilosz (Τσέσλαφ Μίλος), Πολωνού ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και διπλωμάτη. Ο ποιητής με τρόπο καυστικό μας δίνει έναν πυκνωμένο απολογισμό ζωής. α) Διαβάστε το ποίημα και στοχαστείτε πάνω σε αυτό. Κάντε ένα ποίημα με τον τίτλο «Απολογισμός» και θα πυκνώνει κριτικά τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.
Απολογισμός
Και τώρα τι;
Ποιος είναι αυτός;
Ώριμος, μεσήλικας, νέος.
Άπλωσε τα δίχτυα η ζωή.
Τυλίχτηκε κι αυτός.
Είδε επαναστάσεις, αλλαγές
Όνειρα που ’κανε χθες.
Τον εαυτό του επικριτή
και πρωτοπόρο,
αγωνιστή
για την πατρίδα και τον έρωτα,
τον φίλο και τον αδερφό, εδώ
κι αλλού σ’ αυτή τη γη.
Τον είδε να κρατά ως
Άτλαντας τη γη,
να περισώζει
ό,τι οι άλλοι το χαλάσαν
με μανία περισσή.
Αυτός μπορεί να είναι εκεί.
Φωνάζει.
Και;
Τα βλέφαρά άνοιξε βαριά.
Κοίταξε γύρω διστακτικά.
Δεν είδε, δε θέλησε,
δεν μπόρεσε, δεν τον άφησαν..
Κι έμεινε το «δεν» να αιωρείται.
Αυτός ακόμη εκεί.
2ο Θέμα:
α) Διερευνήστε την ποιητικότητα αυτούσιων φράσεων και νοημάτων από τον παρακάτω αποχαιρετισμό στον ποιητή Νίκο Καββαδία που εκφωνήθηκε από τον ναυτεργάτη φίλο του, Χρήστο Παντελίδη, ο οποίος ακολούθησε το ναυτικό επάγγελμα, όταν έφηβος πρωτοδιάβασε το «Μαραμπού». β) Χρησιμοποιήστε αυτούσιες τέσσερις (4) από αυτές τις φράσεις που εσείς θεωρείτε ποιητικές και συνταιριάστε τες με όσες πρωτότυπες δικές σας κρίνετε απαραίτητες σε ένα πρωτότυπο και ευφάνταστο ποιητικό κείμενο.
Βίρα τις άγκυρες
Που ’ναι το πλοίο σου καπετάνιο;
Είναι τραβερσωμένο καταμεσής του ωκεανού, ζωσμένο στο πούσι.
Και συ αγωνιάς γι’ άλλο βηματισμό.
Σε περιμένουμε. Ακούς;
Στα ποστάλια τελείωσαν τα ματσακονίσματα, οι ναύτες κρεμασμένοι στις σκαλωσιές βάφουν τις άγκυρες, τραγουδώντας τα δικά σου τραγούδια.
Δε θες να ακούς, δε γυρίζεις να κοιτάξεις πίσω.
Τι φοβάσαι καπετάνιο; Απαρνιέσαι τη ζωή σου;
Το ταξίδι, το θαλασσινό νερό, τη βάρδια;
Μήπως τις μνήμες που σου χτυπούν την πόρτα;
Ένας μαρκόνης ανήσυχος, χθες αργά έστειλε το ραπόρτο στ’ αγαπημένα σου μαραμπού να μη γρυλίζουν πια.
Ακούς, καπετάνιο;
Μας χάραξες τη ρότα, σαλπάρουμε τώρα μακριά.
Μας έμαθες να κοιτάμε μπροστά.
Πάντα θα ’σαι σύντροφος κι οδηγός.
Κι εσύ;
Ποιο τσακισμένο καραβοφάναρο σε πέταξε σ’ αυτές εδώ τις στεριές;
Βίρα τις άγκυρες, καπετάνιο!
3ο Θέμα:
Να γράψετε ένα ερωτικό ποίημα σε αυτόματη γραφή
Όνειρο ήταν
Το βράδυ εχτές
το κορμί μου ταξίδεψες
Φύσηξε νοτιάς
Πήρε τις λύπες
Χαρά στα μάτια
στην ψυχή
Πώς να τη μοιραστώ;
Ο κόσμος φωτεινός
Ο κόσμος μου εσύ.
4ο Θέμα:
Να μετατρέψετε σε ποίημα τα παρακάτω κείμενα:
Μετέτρεψα σε ποίημα, ή μάλλον προσπάθησα, το παρακάτω διήγημα του Χρήστου Χαρτοματσίδη:
ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ, ΑΝΟΥΝΑΚΙ
«Είμαστε ότι βλέπουμε στην τηλεόραση!» έλεγε συχνά ο κύριος Παναγιώτης.
Μια φορά τον είχε πλησιάσει κι η νεαρή δασκαλίτσα του παιδικού σταθμού, και του είχε πει με νάζι:
«Δεν έρχεστε ποτέ να μας επισκεφτείτε!»
Προσπαθούσε να τον οδηγήσει στον παιδικό σταθμό, μπας και τον καταφέρει να δεχτεί ένα πιάτο ζεστό φαΐ. Του φαινόταν πως την έβγαζε μόνο με ψωμοτύρι και τραχανά, που έφτιαχνε ο ίδιος στο παλιό του καμινέτο. Τότε, η κυρία Ευθαλία ήταν λεπτούλα με μακριά καστανά μαλλιά και βέβαια δεν κάπνιζε. Ενώ ο κύριος Παναγιώτης χωρίς φαλάκρα και γυαλιά έγραφε ποιήματα – πολύ πετυχημένη απομίμηση του Κρυστάλλη. Όλα αυτά τώρα του φαίνονταν μακρινά σαν να ήταν παλιά επίκαιρα, σαν αναμνήσεις από προηγούμενη μετενσάρκωση.
Γύρισε στο σαλόνι μουτρωμένος:
«Τι έχεις πάθει;» τον ρώτησε με την βραχνή από το κάπνισμα φωνή της η κυρία Ευθαλία.
«Α, τους αλήτες!» μουρμούρισε ο άντρας της. «Μας θέλουνε δηλαδή για δούλους!»
«Εμ, δεν σου τα έλεγα!» σχολίασε και πάλι η γυναίκα του, νομίζοντας πως επιτέλους κι ο άντρας της ασχολείτο με το ασφαλιστικό.
«Να παν να βγάλουν μόνοι τους το χρυσάφι!»
«Μόνο χρυσάφι;! Και αέριο, και πετρέλαια!»
Επιτέλους σαν οικογένεια είχαν βρει κοινή γλώσσα για τα μεγάλα προβλήματα. Μα ο κύριος Παναγιώτης την κοίταξε λιγάκι περίεργα πίσω απ’ τα φθηνά γυαλιά του των 50 ευρώ (όσο έδινε το Δημόσιο για δύο χρόνια.) Δεν είπε τίποτα. Μόνο κούνησε το κεφάλι και βγήκε σιωπηλός στο μπαλκόνι.
Έξω ήταν ευχάριστη ανοιξιάτικη βραδιά. Στα δυτικά, φωτισμένο στα πορτοκαλί, το Δημοτικό στάδιο των Αμπελοκήπων έμοιαζε με τεράστιο UFO. Στον ουρανό, μόλις που τρεμοσβήνανε μερικά ισχνά αστεράκια. Μα, ο κύριος Παναγιώτης ήξερε προς τα πού να κοιτάξει. Με λίγη προσπάθεια βρήκε τον Μεγάλο Σκύλο, κι εκεί, το πέμπτο αστέρι ήταν ο Σείριος. Κάπου γύρω του, σε τροχιά, περιφέρονταν κι η Νιμπίρου, ο πλανήτης των Ανουνάκι.
Ο κύριος Παναγιώτης σήκωσε προειδοποιητικά το δάχτυλο. Σαν να το έχωνε στο μάτι του αναιδή εξωγήινου.
«Εγώ δεν γεννήθηκα για δούλος! Ούτε θα γίνω δούλος κανενός!» φώναξε.
Τώρα η δική του φωνή ακουγότανε βραχνή. Μετά βάρεσε με την γροθιά τα κάγκελα του μπαλκονιού:
«Και βασικά, άντε γεια, Ανουνάκι!»
Ο επαναστάτης
Διάφανο το χθες
Συναντά το σήμερα
Του κλείνει το μάτι
Το αύριο είναι το στοίχημα
Πρωταγωνιστής ο ίδιος,
Σχεδόν..
Η τηλεόραση, το τρίτο μάτι
Δίνει το στίγμα, οδηγεί. Εμπρός
Πού; Πώς και γιατί;
Σήμερα ζει και ναι και όχι
Αντέχει τη μιζέρια, κρύβει τη θλίψη,
Μάχεται τα όνειρα, λαβωμένα στον χρόνο
Πονά στη θύμηση
Τον ανεκπλήρωτο πόθο κρυφοκοιτά
Ψάχνει τον επαναστάτη
Ρίχνει το ανάθεμα
Άντε γεια Αννουνάκι
Μπαίνει μέσα γαλήνιος, ανακουφισμένος
Ένα πιάτο τραχανά στο τραπέζι
Η κυρία Ευθαλία τότε και τώρα
Την κοιτά, βλέπει το αύριο..
Είναι ήρεμος
Για πόσο;
***
Βοσνάκου Ελένη
1) Απολογισμός
Ο κόσμος τρέχει, ένας αδιάκοπος αγώνας.
Παράλληλες ζωές, μοναχικές και άδειες.
Καθηλωμένες σε οθόνες.
Αναγκαίο είπαν.
Αισθήσεις πουθενά.
2) Φράσεις από το κείμενο του Χ. Παντελίδη
Ένα καράβι ο Μάρτης,
Ταξίδι με άγνωστο προορισμό.
Αχ αυτός ο Μάρτης.
Δεν βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε.
Το καράβι δεν φάνηκε, άργησε φέτος.
3) Αυτόματη Γραφή
Αγάπη και έρωτας,
Δύο λέξεις όμοιες και διαφορετικές,
Δύο μάτια που κοιτάς, σε ξέγνοιαστες στιγμές.
Δύο χέρια που κρατάς, χωρίς αναστολές.
4) Τόλης Νικηφόρου Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς
Μοιάζουν υποσχέσεις του καλοκαιριού.
Το απέραντο γαλάζιο, η γαλήνια ησυχία.
Οι βαρκούλες κουνιούνται ρυθμικά.
Στο διάδρομο μια γυναίκα περπατά.
Βιβλία ατελείωτα, με άγνωστους κόσμους
Δύο καινούριους κόσμους αυτή τη φορά,
Τους άλλους την επόμενη
Λες και ήταν μαγικοί, μακριά τους δεν μπορείς
Ιδέες και σκέψεις μυστικές
Ανθίζουν πολύχρωμες και αυτές.
***
Αθανασία Κρανιά
Άσκηση 1.
«Να την , να την! Ξεπρόβαλλε!
Βλέπω τα ξανθά μαλλιά, ξέπλεκα, γεμάτα άνθη και ευωδιά σαπουνιού.
Να και τα λευκά χέρια, περιστέρια που τινάζουν τα φτερά τους.
Να και τα λιγνά πόδια, δεν ακουμπάν το έδαφος σαν περπατούνε.
(«Μα τί είναι;» αναρωτιέμαι.)
Κρυφοπατά στις μύτες, για να απλώσει τη μπουγάδα. Όνειρο χρωματιστό.
Να την! Να την! Μα… πού χάθηκε; Πού τρύπωσε ξαφνικά; Άργησα αλλά στο τέλος το κατάλαβα…Νεράιδα ήταν και πέταξε ψηλά!»
ΑΣΚΗΣΗ 2.
«Έρως ανίκατεμάχαν», έχω ακούσει να λένε. Τί είναι ο έρωτας; Μήπως είναι τα πουλιά που τιτιβίζουν το ένα στο άλλο; Μην είναι το στομάχι μου που δένεται κόμπος μόλις αντικρίζω τα μάτια τα αγαπημένα; Ή πάλι μήπως είναι η χαρά που φωτίζει το «είναι» μου σαν στρέφω τα μάτια στο πρόσωπο του γιου μου;
Ω μυστήριο και πολύπλευρο συναίσθημα, μην σταματήσεις να ομορφαίνεις τη μικρή και ασήμαντη ύπαρξη μου!
Άσκηση 3.
Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη!
Στεκόσουν στο κατάστρωμα με το πρόσωπο στον ήλιο για να στο γδέρνει ο νοτιάς.
Όλα άργησαν για σένα φέτος. Μονάχα εσύ βιάστηκες για το ταξίδι το αλαργινό. Θα σε αναζητά η μαϊμού, για να καθίσει πάνω στον ώμο σου και ο καρχαρίας, για να χορέψεις πάνω στο φτερό του.
Αγαπημένε μας ποιητή, καλό ταξίδι. Δεν κουνάμε τα μαντίλια μας. Αυτά είναι για αταξίδευτους στεριανούς.
Θα ανταμώσουμε ξανά, το ξέρω.
Στην γαλάζια θάλασσα πάνω από τα κεφάλια μας , θα καπνίσουμε ξανά μαζί εκείνη την πίπα , πάλι θα μας κάνεις «μάθημα πορείας νυχτερινό»
Αδελφέ μας ποιητή! Ξεκουράσου στην τελευταία κουκέτα, στην πιο μικρή καμπίνα που γνώρισε ποτέ ναυτικός.
Μπορεί να πέθανες στην στεριά –όπως φοβόσουν– αλλά θα σκίζουμε πάντα μαζί τις θολές γραμμές των οριζόντων.
***
Έλενα Βλάχου
ΝΕΡΑΙΔΕΣ
Το μπαρ «Νεράιδες» , νεράιδες δεν είχε.
Γυμνή γοργόνα στεκόταν εκεί,
να σκίζει τα κύματα του βοριά.
Περαστικοί περαστικά περνούσαν,
μην τυχόν και σκανδαλιστούν
μην τυχόν και αμαρτήσουν.
Το σπίτι παλιό, το παντζούρι κλειστό,
η ζωή τους κρυφή και μαγκωμένη.
***
Αγάπη Δελή
1.Απολογισμός
Στοιβαγμένα ανθρώπινα κορμιά
σε καράβια-κουφάρια που θαλασσοπνίγονται με κίβδηλες ελπίδες.
Νεκρά παιδικά σώματα σπαρμένα στον υγρό τάφο τους.
Τσακισμένες ελπίδες σε προσφυγικούς καταυλισμούς.
Ματωμένες σφαίρες, τις έχει ποτίσει το αίμα αθώων .
Γυρίζουμε την πλάτη…
Ο βρόγχος του δικού μας άγχους πνίγει τις ευαισθησίες μας.
Τί αξία έχει άραγε η ανθρώπινη ζωή;
2.Άσκηση δημιουργίας νέου ποιητικού κειμένου με αξιοποίηση φράσεων από το κείμενο ¨Αποχαιρετισμός στον Νίκο Καββαδία¨ του Χρήστου Παντελίδη.
Αλαργινά ταξίδια
Στα ποστάλια τέλειωσαν τα ματσακώνια
Οι ναύτες κρεμασμένοι στις σκαλωσιές βάφουν τις άγκυρες
Ο καπετάνιος δοκιμάζει την μπουρού
Χαράζει με τον μπούσουλα νέα ρότα
Για καινούρια αλαργινά ταξίδια.
Ποιες τρικυμίες σε περιμένουν καπετάνιε να δαμάσεις;
Ποια μακρινά λιμάνια γεμάτα φως και ελπίδα;
3.Άσκηση αυτόματης γραφής
Ακροβασία
Η αγάπη πυξίδα μου
και τιμόνι μου
και πηδάλιό μου
και ουσία της ζωής μου.
Η λογική πού πάει ;
Δύσκολη η ισορροπία…
Ακροβατώ!!!
4.Άσκηση μετατροπής σε ποίημα του κειμένου «Τίποτε δε φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος», του Θωμά Γκόρπα
Απώλεια ταυτότητας
«Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει…»
Γ.Σεφέρης 1936
Απόηχος μόνο απ’ τα παλιά σου μεγαλεία φτάνει εδώ.
Ασυγκίνητος ,αδιάφορος ο νεοέλληνας,
Αποχαυνωμένος… σόσιαλ, σίριαλ, ριάλιτι.
Selfies, duck face, top model, αλκοόλ, βρόμικοχρήμα:
Σάπια ινδάλματα της σόουμπιζ, της τραπ.
Λούφα, ρεμούλα και κομπίνα σε ημερήσια διάταξη.
Παρασιτικές ελίτ σου πίνουν το αίμα…
Το λίκνο της Δημοκρατίας και η ίδια σε αποδόμηση.
Καθισμένοι κάποιοι στον ξεθωριασμένο καναπέ κοιτάζουν ειδήσεις. Θολούρα, παραποίηση,fakenews.
«Στο μεταξύ η Ελλάδα ταξιδεύει, όλο ταξιδεύει…»
Όπου και να ταξιδέψω φλύκταινες και αποστήματα,
πληγές και γάγγραινα.
Έχασα την ψυχή μου.
Λησμόνησα πως είναι αυτή η ψυχή αυτής της χώρας.
Απώλεσα την ταυτότητά μου,
τον κρίκο τον συνδετικό που με ενώνει με το παρελθόν,
τη γλώσσα τη μελωδική κι αθάνατη «στις αμμουδιές του Ομήρου»,
εκείνη με « τα μύρια δόξα σοι»,
που΄ ναι ίδια με εκείνη του Διγενή, του Ερωτόκριτου.
Άλλο δεν είχε άλλωστε στο νου του κι ο ποιητής «Μήγαρις έχω άλλο στον νου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα»
Μ΄ αυτήν σμίλεψαν της λευτεριάς τραγούδια .
Μα εγώ πού είμαι σ΄ όλα αυτά; ΄
Έχασα τη ρότα…
κι ψυχή μου φυλλορροεί, μαραίνεται
σαπίζει και αποσυντίθεται…
Όπου και να ταξιδέψω…
στης ψυχής μου τα κρυφά μονοπάτια ο φόβος καραδοκεί
***
Ειρήνη Κωστή
1. « Απολογισμός»
Ώρα τώρα κολλημένος στον καθρέφτη
πέρασε από μπροστά μου το πρόσωπο ενός ψεύτη
είδα όμως κι άλλα πρόσωπα βουβά και άλλα φλύαρα
είδα να γελάω, να κλαίω, να πονάω
με είδα να τρέχω τον χρόνο να προλάβω
τους δείχτες του του ρολογιού με μανία να τραβώ
μέσα σε λάθη και σωστά μύρισα άρωμα κανέλας
μέθυσα με αναμνήσεις και με άλλες ξέρασα
γλυκόπιοτο ποτό η ζωή
μια μάχη που πρέπει πάντα να κερδίζεις
μην τα παρατάς πάντα να ελπίζεις.
2. Άσκηση με αυτούσιες φράσεις άλλου κειμένου
Όλα άργησαν για σένα φέτος
φταίει που έχασες το πρώτο πλοίο
όλα πάνε πίσω έτσι
και από Φλεβάρης πιάνει Μάρτης
Αχ αυτός ο Μάρτης! Ξαναγεννιόσουν κάθε Μάρτη
περνάει ο καιρός
περνάει κρατώντας ένα λευκό μαντήλι
άλλοτε χαιρετάει τους ναυτικούς και άλλοτε κλαίει για αυτούς
σου αφήνουμε λίγο φιλτραρισμένο από τα μάτια μας θαλασσινό νερό
δεν είναι πολύ αλμυρό
μα ούτε και πολύ γλυκό
μη φοβάσαι να ζήσεις
Quesera, sera
εμείς δε βρήκαμε τη δικιά μας ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε με αυτή θα πορευτούμε
ο ουρανός είναι ίδιος για όλους
μόνο τα χρώματα αλλάζουν
αυτά μονάχα να σε νοιάζουν
να ψάχνεις να τα δεις μη συνηθίζεις σε ένα.
3. Ερωτικό ποίημα
Παράξενα που νιώθω μαζί σου
τα χέρια μου τρέμουν όταν με πλησιάζεις
νιώθω κάθε γραμμή της παλάμης σου όταν με αγγίζεις
αισθάνομαι τη θερμοκρασία από τα καυτά σου χείλη
άγγιξε με μη σταματάς
ο έρωτας και η αγάπη μαζί είναι φονιάς
όταν συνδυάζονται γίνονται εξάρτηση, ναρκωτικό
φυλακή με ανοιχτά παράθυρα
αέρας δίχως οξυγόνο
κι όμως τολμώ να σ’ αγαπώ
Τολμώ και ας ματώνω.
4. Μετατροπή ποιήματος σε κείμενο. Θωμάς Γκόρπας
«Τίποτε δε φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος».
Εθνικό σύνδρομο γελοιότητας
απουσία κάθε ίχνους σοβαρότητας
καταστάσεις τετριμμένες και αβέβαιες
ποιητές ,συγγραφείς και ανέχειες
κυβερνήσεις σωστές ή λάθος
πολιτικοί που μιλούν με πάθος
ποιος τουρισμός θα χωρέσει στα σκουπίδια μας;
ποιος θα πιστέψει νοερά στα παραμύθια μας;
με πιάνει φόβος, όχι θανάτου
φόβος ζωής του αθάνατου.
***
Ρούλα Γιαννουλάτου
1.Απολογισμός
Κάποτε υπήρξαμε κι εμείς παιδιά.
Φορούσαμε τον κόσμο από την ανάποδη
και τρέχαμε να ταξιδέψουμε τις μέρες.
Τα πρόσωπά μας πλημμύριζαν από συναισθήματα.
Δεν φοβόμασταν να τσαλακωθούμε,
να βουτηχτούμε μέσα στις λάσπες και τα χώματα.
Τώρα οχυρωθήκαμε πίσω από ρόλους και προσδοκίες.
Προγραμματισμένοι άνθρωποι-προγραμματισμένες ζωές.
2.Αποχαιρετισμοί
«Τι θα πάρετε;» Με ρωτάει ευγενικά ο σερβιτόρος της γειτονικής ταβέρνας.
«Μια από τα ίδια παρακαλώ!».
Ξεδιπλώνω πάνω στο φθαρμένο ξύλινο τραπέζι τον χάρτη με τους χαμένους υπερσυντέλικους, που ολοένα και πληθαίνουν τώρα τελευταία..
«Αν ο Κολόμπος ανακάλυψε την Αμερική εμείς δε βρήκαμε τη δικιά μας Ήπειρο να ξεμπαρκάρουμε. Μάταια αναζητάς στεριά.», μου λέει ένας παλιός ναυτικός που κάθεται μόνος του στο αντικρινό τραπέζι. «Κάποια στιγμή όλα θα τα πνίξει η θάλασσα», μονολογεί με το βλέμμα στο κενό.
Κοιτάζω έξω. Ξαφνικά ο ουρανός γεμίζει με γκρίζα σύννεφα που ξερνάνε πάνω στο τζάμι τις λασπωμένες τους σταγόνες. Ο Μάρτης! Αχ αυτός ο Μάρτης!
Ας γινόταν να γεννηθείς κι εσύ πάλι ξανά αυτόν το Μάρτη..
3. Να μετατρέψετε σε ποίημα τα παρακάτω κείμενα: Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Προτιμώ έναν άλλον κόσμο
από ετούτον τον δήθεν πραγματικό.
Τον αιώνιο κόσμο.
Όχι, μην βάζετε με το νου σας
πως τα νεκροταφεία επιζητώ.
Εκεί τίποτα δεν υπάρχει.
Κείτονται μόνο ψευδαισθήσεις και θαμμένο παρελθόν.
Αλλού, αναπαύονται οι ψυχές και τα πνεύματα.
Στους ναούς των βιβλίων,
τις δημόσιες βιβλιοθήκες.
Κάθε ράφι φιλοξενεί δεκάδες ιστορίες ζωής.
Στοιβαγμένες η μία πλάι στην άλλη–πάντα με αλφαβητική σειρά–
καρτερικά προσμένουν ένα άγγιγμα για να ζωντανέψουν.
Αυτόν τον κόσμο των βιβλίων
επιθυμώ να γνωρίσω
περισσότερο από οτιδήποτε άλλο
σε τούτη τη ζωή
με το άτεχνο τέλος.
Να πιω καφέ με τον Ηλίθιο, την Άννα Φρανκ, τον Άμλετ
και να καπνίσω και για χάρη τους ένα τσιγάρο.
Θέλω τόσους και τόσους κόσμους να γνωρίσω
που δε νομίζω να προφτάσω σε μία ζωή.
Γι’ αυτό και γίνομαι επιλεκτική.
Ο χρόνος με αναγκάζει να πέφτω σε δίλλημα κάθε φορά
που το βλέμμα μου σκοντάφτει
πάνω σ’ έναν Τολστόι και σ’ έναν Τουργκιένιεφ.
Ο ένας επιλεγόμενος κι ο άλλος απορριπτέος
για μία εβδομάδα τουλάχιστον.
Πάντα μια επιλογή θα κρύβει μέσα της έναν απορριπτέο πόθο.
Τι ειρωνεία να θεωρείται απορριπτέος ένας Τολστόι.
Ονειρεύομαι κι εγώ κάποτε
να φυλάξω τους χαμένους ανθρώπους μου εδώ μέσα.
Να πιάσω έναν μικρό χώρο σε κάποιο ράφι.
Μόνο έτσι δεν θα περάσουν στην απέναντι όχθη της λησμονιάς.
Πόσο, μα πόσο τους αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία. Ω αναγνώστη, χάρισέ τούς κάποτε λίγη από τη ζωή σου! Από το χρόνο σου ήθελα να πω. Ποιά ζωή..
-Με συγχωρείτε, αλλά πρέπει να κλείσουμε.
Η γλυκιά φωνή της βιβλιοθηκάριου με επαναφέρει στο παρόν.
Ναι και οι βιβλιοθήκες έχουν ωράριο λειτουργίας, περιορισμένο χρόνο.
-Ξεχάστηκα με συγχωρείτε! Θα ξανάρθω, βέβαια αύριο πάλι.
Καλό σας μεσημέρι.
Ερωτικό
Τα λόγια στον έρωτα δεν πληγώνουν
είναι βάλσαμο για την ψυχή.
Οι λέξεις στον έρωτα δεν είναι αιχμηρές.
Σχηματίζουν ένα αερόστατο
και την ανυψώνουν στα ουράνια.
Τα σώματα στον έρωτα τέμνονται.
Απαρνούνται για μια στιγμή τις παράλληλες πορείες τους
και ξεγυμνώνουν με αναίδεια την αλήθεια τους στον χρόνο.
Για να την ντύσουν έπειτα με ενδύματα, ρόλους και προσωπεία
και να γίνουν και πάλι αυτό που δεν είναι.
***
Γεωργία Κόλλια
1. Θωμάς Γκόρπας, Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος.
Ένα πρόβλημα
Φοβάμαι
Τη γλώσσα που μιλάμε
Την συνείδηση που μας υπαγορεύει
Την ταυτότητα που μοστράρουμε.
Αηδιάζω
Με τον τουρισμό της σκουπιδίλας
Το ασύνδετο σχήμα
το χάλι που στρώσαμε.
Λυπάμαι
Τη σοβαρότητα που ξεφτίσαμε
Τους ποιητές που θάψαμε
Τον εαυτό μου.
2. Τόλης Νικηφόρου, Η λέσχη της κόκκινης ή γαλάζιας αλεπούς, διηγήματα
Καταφύγιο σε θέα
Πώς να σβηστούν απ’ τη μνήμη μου
τα δυο βιβλία
που χάιδεψα εκείνο το πρωί
στο φεύγα του καλοκαιριού;
Όχι αυτά που έπειτα ισορρόπησα επικίνδυνα
στην πλάτη του μπροστινού.
Ούτε τα άλλα που κάποτε μετέτρεψαν
τις παρορμήσεις μου σε σκέψεις.
Εγώ σου λέω για αυτά
τα μεγαλειώδη, τα μικρά βιβλία.
Που έπιασα στα χέρια μου
εκείνο το πρωί.
Όταν λαμπύριζε ο ουρανός
κι ήταν καυτή η άμμος
στα πόδια των παιδιών.
Όταν οι λαϊκοί λουόμενοι
μπανιαρίζονταν ιδρωμένοι
σε μια ευθεία του Θερμαϊκού.
Όταν τα βαποράκια δρομολογούσαν,
κι εγώ έπεσα μέσα
-με το κεφάλι, τα ρούχα και τα παπούτσια μου-
σ εκείνα τα βιβλία
Σ’ έναν ασύλητο ναό που μ’ αμφισβήτησε και τον κατέλαβα.
3. Χρήστος Χαρτοματσίδης , Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν
Πρόδηλο στήθος σε επαρχιώτικη επιγραφή
δεν σκανδαλίζει
όσους δε θα ‘πρεπε κι όσους θα θέλαν.
Ελεγχόμενη φθηνή εικαστική γύμνια
δηλώνει
Εδώ κείτονται γοργονόμορφες Νεράιδες,
Νύφες της σφαγής αθέατα στριμωγμένες
σε ρετιρέ της Γκιουμουλτζίνας
πριν και μετά τη βάρδια,
Χανούμισσες σε περιορισμό
με χαραμάδα φυγής
ένα πλυσταριό κι ένα μισάνοιχτο παντζούρι
μια λευκή κουρτίνα κι ένα κοριτσίστικο παιχνίδι.
Εδώ κείτονται γοργονόμορφες Νεράιδες
Νύφες της σφαγής.
4.Χρήστος Χαρτοματσίδης, Άντε γεια, Ανουνάκι
Ο κύριος Π. ξέρει
Ο κύριος Π. πριν γίνει δούλος
Ήταν ποιητής
Πριν πεινάσει
Βόλευε το στομάχι του
Πριν βάλει γυαλιά
Χάζευε την Ε.
Η Ε. πριν βραχνιάσει
Ανάσαινε
Πριν αγανακτήσει
Δασκάλευε
Πριν γεράσει
Φλέρταρε τον Π.
Τώρα ο κύριος Π.
Ξέρει τίς πταίει.
Οργισμένος υψώνει το δάχτυλο
Και βάζει στο στόχαστρο τη Νιμπίρου.
Αναθεματισμένοι Ανουνάκι,
Θα σας δείξει αυτός!
***
Ειρήνη Αγορή Μουζινά
• 1ο Θέμα
Απολογισμός
Μπροστά από ένα λαπτοπ
Αναρωτήθηκα ποιο θα είναι το τέλος
Η βαρύτητα βούλιαξε το σώμα στην καρέκλα
Και βύθισε τη συνείδηση στην άβυσσο
Ξερίζωσα τα μάτια μου και τα έμπηξα
με καρφιά στην οθόνη
Να δω αν άνοιξα ένα ακόμα παράθυρο
στον κόσμο
Άδειο και μουντό
Μπροστά από μία στάση
Κάθε πρωί της κάθε μέρας
Με ραμμένες στο καλοσιδερωμένο μου πουκάμισο
επαγγελματικές προοπτικές
Ένας λευκός παχύς λαγός μου κουνούσε
το ρολόι
Επιδεικτικά
Κάθε φορά έβαζα στοίχημα έναν αγώνα δρόμου
Αλλά με παρέσερνε ένα κύμα
από απρόσωπα κεφάλια
Θα βγήκα νικητής
Σε δέρμα κρύο και ιδρωμένο
Άρχιζε να έρπει και φέτος η μοναξιά
Όλες οι σκέψεις μου με εγκατέλειψαν
Κοιτάω τον ουρανό
Μα ο παράδεισος δεν μου κρατά πια το χέρι
Φαίνεται δεν τα κατάφερα εν τέλει
Αυτός είναι ο φετινός απολογισμός.
• 2ο Θέμα
Όνειρα του Αυγούστου
Άργησε φέτος το όνειρο
Ξύπνα γιατί είναι η μέρα η τελευταία
Η καλοκαιρινή
Ξύπνα να απολαύσεις τον Αυγουστιάτικο αέρα
Την υγρασία την πρωινή
Ξύπνα να πιείς τον ήλιο στο ποτήρι
Θέλει να σου δώσει ένα φιλί
Μην ονειρεύεσαι τα ξασπρισμένα καλντερίμια
Βρίσκονται μόνο λίγα μέτρα μακριά
Τα έχουν τρίψει με σαπούνι
Μα πρόσεχε μη γλιστρήσεις μικρή μου Διοικητά
Ξύπνα σε περιμένουν
Σε καλούν τα γιασεμιά
Κάνε στην άκρη τα σεντόνια
Ταξίδεψε μέσα στα όμορφα στενά
Σε περιμένει της Πρέβεζας η γαλάζια η ζωγραφιά
Σου αφήνω λίγο φιλτραρισμένο, από τα μάτια μας, θαλασσινό νερό
Λίγο ούζο και σαρδέλα από το Παζάρι το Διαβολικό
Δεν κουνάμε τα μαντήλια μας
Δεν είναι αυτό Αντίο
• Ερωτικό ποίημα
Έρωτας
Απίστευτος ο τρόπος που με κοιτάς
με τα σχιστά σου μάτια
Τα μαλλιά σου δεν είναι αληθινά
τόσο απαλά και μεταξένια
Αν στεκόσουνα ακίνητη θα σε ζωγράφιζα
Τα λεπτά σου δάχτυλα
να αιωρούνται στο λευκό τρίχωμα της γάτας σου
Το σώμα σου να καθρεφτίζει
ένα πρίσμα φωτός στη μπανιέρα που βουτάς
Θα σε έκλεινα στην αγκαλιά μου
Ώστε κανένα σάπιο βλέμμα να μη λεκιάσει το πορτρέτο σου
Ζέστανες την καρδιά μου από τη πρώτη ματιά
Και θα στολίζεις μόνο εμένα
• Μετατροπή πεζού σε ποίημα
Μπαρ «Οι νεράιδες»,Χρήστος Χαρτοματσίδης
Άντε γεια, Ανουνάκι!
Στον ανοιξιάτικο ουρανό της Αθήνας
αναζητώ λύσεις από μία παράλληλη ζωή
όπου οι λέξεις κατέρριπταν πλανήτες
και δεν ήταν προνόμιο ενός αλυσοδεμένου ποιητή
Άντε γεια, Ανουνάκι!
Ένα UFO στην κορυφή μιας πυραμίδας με προσκαλεί
να γίνω μέρος αυτής της μηχανής
να προσφέρω θυσίες, πετρέλαιο και χρυσάφι
Γιατί οι δικοί μου με έθαψαν στη γη.
Όταν κυκλοφορείς στους ουρανούς
σαν αυτόφωτο αστέρι
Πώς να συντρίψεις έναν γαλαξία;
Όταν κυκλοφορείς στους δρόμους
σαν παρίας
Πώς να αναζητήσεις ένα πιάτο ζεστό φαΐ;
Όταν κυκλοφορείς στις σκιές
σαν ποιητής
Πώς να αλλάξεις μία κοινωνία;
Άντε γεια, Ανουνάκι!
Εγώ δεν γεννήθηκα για δούλος!
Ούτε θα γίνω δούλος κανενός.
***
Βασιλική Δεφίγγου
ΤΙΠΟΤΕ ΔΕ ΦΟΒΗΘΗΚΑ ΣΤΗ ΖΩΗ. ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ ΑΘΑΝΤΟΣ. ΘΩΜΑΣ ΓΚΟΡΠΟΣ
Έλλειψη γλώσσας, έλλειψη ταυτότητας.
Έλλειψη συνείδησης, μα και ποιότητας.
Όλοι λένε, μα κανείς δεν κάνει.
Τί περιμένουν, ποιο θαύμα να γιάνει
Ελλάδα του τουρισμού, μα χωρίς τα μέσα
τις βάσεις του πολιτισμού, μα δεν υπάρχουν μπέσα.
Το παρελθόν χρειάζεται με νέα μέτρα
κι ας λένε όλοι πως το παρόν, βρίσκεται στη σέντρα.
Αθάνατος αισθάνομαι, μα αηδία νιώθω
καθώς και λύπη, στεναγμό, για το μεγάλο πόθο.
Να μάθουμε ποιοι είμαστε και τι αξίζουμε
μα κυρίως, το πως να ζήσουμε.
Να δούμε την αλήθεια
να μην πιστεύουμε σε παραμύθια.
Μην περιμένουμε κάποιον να μας σώσει
ούτε ένα θαύμα μαγικό να μας ενώσει.
Μόνοι μας θα φτιάξουμε το μέλλον μας
το ελπίζω δηλαδή, πριν να έρθει το άδοξο τέλος μας
Η ΛΕΣΧΗ ΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΗΣ Η ΓΑΛΑΖΙΑΣ ΑΛΕΠΟΥΣ, ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
Μέσα στου καλοκαιριού της ομορφιές
τις παραλίες, τον ιδρώτα, τα μπισκότα και τις ιαχές
τα βαποράκια προς τα σπίτια τους τραβάν
να κάνουν τη δουλίτσα τους, και προχωράν.
Και να ΄σου μες στην ησυχία, βιβλία ξάφνου μπρος
Βιβλία, βιβλιαράκια, κάθε λογής σαφώς.
Αρχίζω να βυθίζομαι, σε κόσμους μαγικούς
κι ένιωθα τα βιβλία να γνέφουν, να γελούν.
Έκτοτε, τα βιβλία μου, ήταν ο θησαυρός μου
σαν χρυσοθήρας ένιωθα που φύλαγε το ποσό του.
Αυτή ήταν η αφόρμηση, για το μέλλον το δικό μου
Αυτός ο κόσμος θα ’τανε για πάντα το απάγκιό μου.
ΜΠΑΡ «ΟΙ ΝΕΡΑΙΔΕΣ», ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΡΤΟΜΑΤΣΙΔΗΣ
Σκάνδαλο ένα μπαρ έξω από τη Μαρώνεια
τι κι αν απεικόνιζε μονάχα μια γοργόνα;
τα στήθια της γυμνά στη δίνη του ανέμου
αλήθεια σίγουρα ξέρουμε που ρίχνει τις ριπές του;
παντζούρια μόνιμα σχεδόν κλειστά
στο μισογκρεμισμένο σπίτι
και μονάχα μια λευκή κουρτίνα ανεμίζει
σημάδι διαφυγής εκείνη.
ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ, ΑΝΟΥΝΑΚΙ
Μέσα στα σκοτεινά της ζωής, με τα πατζούρια του κλειστά
ο κυρ- Παναγής ονειρεύεται, με μάτια ανοιχτά.
Μνήμες του έρχονται από παντού τρελές
μιας ζωής παλιάς, που όμως μοιάζει μόλις χθες.
Κι όμως στο τώρα όταν γυρνά
αντικρύζει το Ευθαλάκι που για άλλα του μιλά.
Χαμένος μες στις σκέψεις του, στον ουρανό κοιτά
αστερισμούς παρατηρεί και το Ανουνάκι από ψηλά.
Εγώ σε σένανε δε θα απογίνω δούλος, με το δαχτυλάκι του δηλώνει κοφτά
Και μ’ ένταση επάνω στα κάγκελα ξεσπά
***
Θεμιστοκλής Μαρτέκας
ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Θωμάς Γκόρπας
Τίποτε δεν φοβήθηκα στη ζωή. Αισθάνομαι αθάνατος
ΠΟΙΗΜΑ 1
Το πρόβλημα ήρθες για να αντικρίσεις εκεί στο βάθος.
Ντοπιολαλιάς τα «σύνορα» ακόμη και αν ξεχώρισαν,
ζωή εκεί Ελλάδας τόπους, φως και θύμισες δεν ζώνουν.
Φωνές τριγύρω αντηχούν, καθώς εκείνος έρχεται για να μας σώσει.
Ποιος, πότε και από πού άραγε, θα ζήσει την αληθινή χαρά.
Από τόπους άλλους, τόπους μακρινούς,
το φως εκείνο το γαλάζιο άνθρωποι ζητούν,
αντίκρυ στην ψυχή τους να φωλιάσει.
Λέξεις μεγάλες, εικόνες απ το χθες,
γεμάτες δυνατά πολιτισμού σταλάγματα,
να αρθρώσουν έρχονται λόγο στο νου.
Όμως εκείνος ήχος γνώριμος, διακρότημα στο άκουσμα,
να μουντζουρώσει πια κατάφερε το λόγο.
Σαν δεν μπόρεσε η ματιά βαθιά να αντικρίσει,
το ζεστό φωτεινό χρώμα του χθες,
σύνδεση θα γινόταν τάχα ιδανική.
Μάταια όμως..πού να ναι..για να την «δούμε» ζώντας.
Φόβος άραγε αυτό που νιώθω για μελλούμενα,
καθώς η ζωή γοργά βλέπω γύρω μου να κυλά.
Φόβος ναι φόβος και λύπη μαζί και κάποτε αηδία,
που ανάγκη γίνεται λόγο να αρθρώσω, να μοιραστώ,
Για μένα για σένα για το μικρό παιδί που κάθε μέρα,
όνειρα της ψυχής του καταστρέφουν.
Όπως έκαναν τόσες και τόσες φορές και στα δικά σου όνειρα,
τότε που σε ‘καναν να πιστέψεις ότι θα είναι πάλι εκείνος,
που θα ‘ρθει, τον κόσμο ετούτο για να σώσει.
Αλλά εσύ σηκώθηκες ορθός και πήρες πάλι τα πανέμορφα χρώματα.
Ο χώρος του μυαλού γέμισε χρώμα τώρα και εικόνες.
Λέξεις δυνατές, γραμμένες σε γη και ουρανό, από το μακρινό εκείνο «τότε».
Στον διπλανό σου καθώς έδινες την όμορφη παλέτα,
είδες κι αυτόν, άλλος καλλιτέχνης να γίνεται,
κάνοντας απλά καλά τη δουλειά του.
Ήταν στ’ αλήθεια πολλοί τελικά οι «καλλιτέχνες»,
που σαν κατάλαβαν το ζωντανό τόσους αιώνες μυστικό,
το δρόμο καθαρό άρχισαν να διαβαίνουν.
Στο διάβα αυτό ένα κομμάτι της ζωής τους για να σώσουν,
μήπως μπορέσουν έτσι όλοι να σωθούν.
ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Χρήστος Χαρτοματσίδης
Μπαρ «Οι νεράιδες», διηγήματα
ΠΟΙΗΜΑ 2
Έξω απ τη Μαρώνεια, μακριά από βλέμματα και φώς
Νεράιδες που συνάντησαν, γυμνόστηθη γοργόνα.
Πάντα η μέγιστη εικόνα, φωτεινή καθώς
Της απεικόνισης μπορεί, να σπάει τον κανόνα.
Κομοτηνή τη λέγανε, την πόλη που ψηλά,
στης κατοικίας της παλιάς έμεναν τους ορόφους.
Εκεί που στα παράθυρα παντζούρια χαμηλά,
αντίκριζαν το ύψος πια, μη βλέποντας ανθρώπους.
Τότε ήταν που θέλησαν, ταράτσας φως να δουν.
Νεράιδες όντα όμορφα, στη γη του μυθικού.
Άνοιγμα μέτρου έβρισκαν έξω για να μπορούν,
λευκή κουρτίνα σαν γενεί, ένα πέπλο νυφικού.
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ
Όνειρο σαν βγαίνει με το άγγιγμα, ζέστη τριγύρω αγκαλιάς.
Αέρας δροσερός να γίνεται και φως, που κάνει την ψυχή
να χαμογελά.
Να νιώθεις ξανά και ξανά την ομορφιά του κόσμου,
τα ζεστά χρώματα του δειλινού, τις μυρωδιές
και τα αρώματα της άνοιξης.
Να νιώθεις το εγώ και το εσύ να γίνεται εμείς.
να περπατάμε χέρι χέρι να ζούμε τις όμορφες στιγμές,
αυτές θα έρθουν για να δώσουν νόημα και χαρά στη ζωή μας.
ΚΕΙΜΕΝΟ 4
ΑΣΚΗΣΗ «ΑΠΟΛΟΓΙΜΟΣ»
Βιώνοντας το ρυθμό εκείνο της σκέψης,
οδηγός να γίνεται στο μακρινό τότε,
της στιγμής που ένα ταξίδι ξεκίνησε.
Και έρχεται ξάφνου φως τριγύρω,
να ζωντανέψει σαν όνειρο όλα αυτά,
που με έφεραν εδώ στο τώρα.
Όνειρα και πόθους κρυφούς,
στην γλυκιά πορεία της ζωής,
υπέρβαση για την ψυχή να γίνεται.