13.11.19 Τετάρτη. Η μεταφορά των προσφύγων από τα ακριτικά νησιά στην ενδοχώρα πάει να γίνει μέγα πρόβλημα για την κυβέρνηση καθώς οι ψηφοφόροι της δεν εμφορούνται και με τα καλύτερα αισθήματα απέναντι στον ξένο. Απεναντίας θέλουν να τον εξαφανίσουν σωματικά. Απόδειξη έκοψαν τις κολώνες της ΔΕΗ για να μην έχουν ρεύμα οι μετανάστες! Στα Γιαννιτσά αγανακτισμένοι κάτοικοι πήραν με τις πέτρες τους «εισβολείς» και τα κυβερνητικά πούλμαν επέστρεψαν άρον άρον άρον στη Νότιο Ελλάδα κλπ. κλπ. «Ποιος νόμος; ποιος θεσμός; Το άσυλο το καθορίζει ο δρόμος». Ένα σύνθημα που δεσπόζει στους τοίχους του Πολυτεχνείου και το χρησιμοποιούν οι οργισμένοι φοιτητές για το πανεπιστημιακό άσυλο το υλοποιούν εν τοις πράγμασι τα φασιστοειδή της ηπειρωτικής Ελλάδος. Έπειτα μιλάμε για χριστιανούς, φιλόξενο και φιλότιμο λαό. Ναι, με τους επισκέπτες μπορεί, με τους τουρίστες οκέι, αφήνουν χρήμα αυτοί και μας τιμούν ως χώρα (κατοχής). Αλλά για πρόσφυγες και ανήμπορους μόλις ακούσουμε, τεταρταίος πυρετός μας πιάνει.
Μα εκεί σε θέλω, να πάρεις το δύσμοιρο, το φτωχό, τον εξαθλιωμένο, τον άρρωστο υπό τη σκεπή σου και να του πεις αναπνέω μέσα από τα πνευμόνια σου. Αυτός είναι ανθρωπισμός. Τα άλλα όλα είναι χριστιανισμός του πρωκτού κι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.
Αλλά δεν είναι μόνο οι Έλληνες, το είδα στο Παρίσι το είδα στην Αυστραλία. Είναι απίστευτο πόσο πολύ οι ζαμανφουτίστες γάλλοι ιθαγενείς και οι αυστραλοποιημένοι μετανάστες μισούν τους Αφρικάνους και τους Ασιάτες αντιστοίχως και μιλάμε για εντελώς ισορροπημένα διοικητικώς κράτη. Ο άλλος, ο ξένος, κυρίως ο «κατώτερος», που τολμά και θέλει να αποκτήσει τα ίδια δικαιώματα με σένα, αυτός είναι ο εχθρός.
Αυτό το κάτι παραπάνω που είσαι σαν άνθρωπος είναι ανθρώπινο; Πορτσία
Να ορίσουμε αυτό που ακόμη δεν έχει υπάρξει, την ανιδιοτελή αγάπη. Πώς; Να μεταφερθούν πάραυτα οι πρόσφυγες στη Εκάλη, στο Κολωνάκι, στη Μονή Πετράκη, στη Κηφισιά, στη Φιλοθέη, στο σπίτι της Πολυξένης.
Θα πω τώρα δυο λόγια και ας μη τα διαβάσετε για δικηγόρους, πολιτεία, οργάνωση κλπ. με αφορμή τις ασήμαντες λεπτομέρειες της δικής μου ζωής. Δηλαδή θα πω πολλά περισσότερα και το πόσο αδαής και ανυποψίαστος είμαι και πώς εξελίσσεται μια ιστορία που μόλις τελευταία εδέησε να μου ανοίξει τα μάτια μία δικηγόρος κι άρχισα να την κυνηγάω στο ξεψύχισμα. Δεν ξέρω αν αξίζει η αφήγηση από την αρχή. Το θέμα είναι ότι έχω συνηθίσει στις οργανωμένες κοινωνίες του εξωτερικού που έχουν, συνήθως, ξεκάθαρες διαδικασίες ενώ εδώ αν μείνεις απαθής και δεν τρέχεις συνέχεια πίσω από μία υπόθεση, σου ξεφεύγει και την έβαψες.
Νομίζω ότι έγραψα τις προάλλες για την ταραχή που ένοιωσα όταν πριν μερικές μέρες ένας κλητήρας χτύπησε την πόρτα του σπιτιού μου σε μια περιοχή που δεν ανοίγεις εύκολα σε κάποιο αν δεν έχει τηλεφωνήσει πρώτα. Ο κλητήρ ενεφανίσθη επίσημος, ευγενής και κουστουμάτος με ένα αντίγραφο αιτήσεως για «αναίρεση» προς τον Άρειο Πάγο του «υπουργού Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα οδό Νίκης 5-7» κατά της αφεντομουτσουνάρας μου. Δεν καταλαβαίνω, αλλά σίγουρα ένας υπουργός Οικονομικών έχει τον τρόπο του να δημιουργεί ενόχους. Κι ενώ η χαμογελαστή αμηχανία μου γίνεται ειρωνεία και πάει να γίνει εκνευρισμός, βράζω πατάτες ήμουν έτοιμος να του πω, ο ευγενής υπάλληλος με, καθησύχασε λέγοντας ότι δεν πρόκειται για ποινικό αδίκημα -αλλά αφού εγώ ήμουν ο Δημήτριος Τζουμάκας και ουδείς άλλος, όφειλα να πάρω το έγγραφο κι έτσι έγινε και υπέγραψα. Διάβασα εν τάχει το παραπεμπτικό της αναίρεσης οκτώ σελίδες χωρίς να πολυκαταλαβαίνω το οποίο κατέληγε πως αν δεν παρουσιαστώ θα χρεωθώ τα δικαστικά κι είναι πολλά, καθώς η υπόθεση πηγαίνει στον Άρειο Πάγο, πραγματικός πάγος.
Μου πήρε αρκετό χρόνο για να καταλάβω ότι εγώ ήμουν ο αναιρεσίβλητος κι ότι επρόκειτο για μια αγωγή ξεχασμένη για κάτι αναδρομικά που εδικαιούμην από Αυστραλία και δεν μου τα δίνανε, που είχα κάνει προσφυγή αλλά βλέποντας με τον καιρό ότι συνεχιζόταν το γαϊτανάκι των αναβολών και των δικών ζήτησα να σταματήσει παραιτούμενος αυτή η γελοία διαδικασία, αφού ο δικηγόρος μου μου είχε εξηγήσει ότι, κερδίσαμε μεν το Μονομελές αλλά αυτοί θα φτάσουν μέχρι τον Άρειο Πάγο για να κερδίσουν χρόνο και να σε εξαντλήσουν. Πώς φτάσαμε λοιπόν στον Άρειο Πάγο;
Έτρεξα πάλι ο Αναιρεσίβλητος στο δικηγόρο μετά από χρόνια με όλη τη σαβούρα και μου λέει αυτή τη φορά να το ξανασκεφτώ καλύτερα πως αξίζει να το συνεχίσω αφού κέρδισα όλα τα Δικαστήρια και κακώς του είχα πει να σταματήσει.
Mια κουβέντα είναι αυτή. Άσε θα το σκεφτώ.
Το απόγευμα το σκέφτηκα, τηλεφώνησα στο γραφείο και το σήκωσε η απογευματινή δικηγόρος.
–Μπορείτε να μου πείτε πόσα είναι τα έξοδα για τον Άρειο Πάγο; ρώτησα. Φαντάζομαι απαγορευτικά.
–Ναι, είναι χίλια ευρώ το παράβολο κι ότι συμφωνηθεί με τον μαιτρ.
–Ωχ υπολόγιζα τα μισά. Ας το αφήσουμε καλύτερα.
–Δυστυχώς αυτές είναι οι τιμές κύριε Τζουμάκα 300 ευρώ έχει πάει μόνο το Μονομελές, δεν υπάρχει Δικαιοσύνη για τους φτωχούς, λέει η καλή δικηγόρος.
–Ναι αλλά καλή μου δικηγορίνα αν δεν συνεχίσω θα με τσακίσουν με τα έξοδα δικαστηρίου.
–Εκτός κι …αν δεν παρευρεθείτε.
–Δηλαδή;
–Μπορείτε να μην πάτε.
–Άνευ επιπτώσεων;
–Ναι, άνευ επιπτώσεων. Είναι καθαρά νομικίστικο. Και μπορείτε να εισπράξετε.
–Τι είπατε;
–Μπορείτε να εισπράξετε. Είναι τελεσίδικες οι αποφάσεις.
–Και γιατί δεν μου το λέγατε τόσο καιρό βρε παιδιά;
–Δεν σας το είχε πει ο κύριος Γιαννόπουλος;
–Φεύγω, πάω να εισπράξω.
–Ξέρετε πού πάτε;
–Όχι!
–Πρέπει να πάτε στο Αρχείο του Πρωτοδικείου Αθηνών. Λουκαρέως 14.
–Τρέχω.
–Είναι στο τέταρτο υπόγειο.
–Ως ποντικός.
–Και μετά να πάρετε την άλλη απόφαση από το αρχείο του Εφετείου.
Δημήτρης Τζουμάκας