Μάνος Στεφανίδης, Τραγούδια για το πένθος, Ποίηση, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2015, σελ. 93.

In Κριτική, Λογοτεχνία by mandragoras



Τα σπίτια πάντα ζούσαν με των νεκρών τον οβολό

Άνθρωποι να γελάνε
σε φωτογραφίες ασπρόμαυρες
κάποτε.
Τώρα κρανία ασπρισμένα  
σε χώμα μαύρο

(Στιγμιαίο)

Ποιήματα για το πένθος, δηλαδή την απουσία, πρωτίστως βιολογική δίχως, ωστόσο, να αποκλείονται απόντες κάθε είδους. Το πένθος είναι των ζώντων πρωτίστως που προσπαθούν να το ξεπεράσουν δια της φιλοξενίας των νεκρών στα σπίτια τους. Αποκατάσταση απώλειας μέσω της μνήμης.

Μια σκιαγράφηση της γεροντικής ηλικίας του ανθρώπου που αναμετριέται αναγκαστικά με την πάροδο του χρόνου έως ότου ηλικία, ρυτίδες, πνοή, μηδενιστούν με το καντράν της ζωής καθιστώντας τους πλέον άτρωτους αφού «μέσα στο διάφανο φως και τη σιωπή/ δεν φοβούνται τίποτε πια.»

Τα πάντα στην παρούσα συλλογή συνιστούν μια ενατένιση θλίψης, αναψηλάφηση του πεπερασμένου/τελεσμένου γεγονότος της φθοράς-ζωής, αναπόφευκτη πορεία στο αέναο πέρασμα του χρόνου, μια διαρκής κίνηση που στην αφετηρία της ελλοχεύει μια αποτελεσματική ακινησία καθώς εντέλει δεν θα υπάρχουν πια ερωτήματα, λόγια, κλάματα και απαντήσεις: «Οι νεκροί δεν μιλούν, έχουν του κόσμου λύσει τα αινίγματα».

Παρά τα φαινόμενα η συλλογή του Στεφανίδη έχει μια αισιόδοξη οπτική: κινείται μεταξύ μνήμης (δηλαδή ζωής, αφού κάθε τι που ανασύρουμε στη μνήμη μας αποκτά οντότητα) και απομυθοποίησης των συμβατικών λειτουργιών/εξαρτήσεων των έμβιων όντων. Απομυθοποιώντας τα (βλ. «η ζωή δεν έχει καμία σημασία») ατενίζει με αισιοδοξία το τέλος που σημαίνει μια νέα ζωή μέσα από τις αναμνήσεις των εκάστοτε ζώντων: «Μα εγώ θέλω να οδηγήσω τους νεκρούς μου/ [ ] Οι νεκροί πρέπει να βρουν τον δρόμο τους». Άλλωστε από την ώρα που ξέρεις να πετάς έχεις κιόλας εξασφαλίσει την αιωνιότητά σου: Με πήρε ο Άγγελος στην αγκαλιά του/ ακούμπησα το κεφάλι μου στο στέρνο του/ και χάιδεψα τα φτερά του ανακουφισμένος./ «Δεν θα πεθάνεις ποτέ», μου ψιθύρισε./ «Το ξέρω» του απάντησα κι είχα κιόλας πετάξει…(«Άγγελος»).  

Το βιβλίο περιέχει κρίσεις και απόψεις για ποιητές: Κική Δημουλά, Γιάννης Βαρβέρη, Αργύρη Χιόνη), για τις παραστάσεις της Επιδαύρου, και δεν έχει άδικο, για τον νέο άγνωστο Τσέχοφ που θα φανεί πλάι στον άλλο Ντε Κίρικο, ονόματα πολλά γνωστά και άγνωστα που αποκτούν υπόσταση με μόνη την απλή αναφορά τους γίνονται αθάνατοι και ταυτοχρόνως θνητοί αφού κατά τον Στεφανίδη ζωή και θάνατος είναι το ίδιο. Τέλος ενδιαφέρουσα η θέση για το κοινό ενός μουσείου κι όλους αυτούς που σπαταλούν απερίσκεπτα τον χρόνο που διαθέτουν μπρος σ’ έναν πίνακα παρωχημένου γούστου που αποκτά ξανά ζωή χάρη «στη σημασία εκείνου που θεάται».

«Όσο τα έργα τέχνης είναι σχόλια (αφηρημένα) θανάτου, άλλο τόσο είναι και σχόλια ζωής [ ] σχόλια της δικής σου ζωής. Η τέχνη διεκδικεί την ιδανική εκδοχή της ζωής (σου)». 

Μια απόπειρα τελικά είναι η ποίηση που σου επιτρέπει αβίαστα να διατυπώνεις σκέψεις που ενδεχομένως βρουν απόκριση στο άγνωστο παρελθόν ή σε μια σύντομη ιστορία του μέλλοντος, κάτι που περίπου ακούγεται ταυτόσημο. Κάπως έτσι θα υπερνικήσετε τον φόβο (ή την ελπίδα;) του θανάτου, μοιάζει να μας λέει ο Στεφανίδης.

Κώστας Κρεμμύδας