γλυπτό : Φαίδων Πατρικαλάκις

Χάρης Μελιτάς | Πέντε ποιήματα

In Λογοτεχνία, Ποίηση by mandragoras


ποίηση





Το γενναίο πιόνι

 

Κατάφερες και πάτησες την έσχατη γραμμή

είπε ο παίκτης

στο πιόνι που κατάκοπο τερμάτισε

περνώντας ναρκοπέδια κι ενέδρες.

Σου πρέπει κάθε έπαινος, αλλά

δεν έχεις δυστυχώς επιλογή

πρέπει εγκαίρως να θυσιαστείς

για την πατρίδα.

Βλέπεις, οι μάχες μαίνονται σκληρές

σε όλα τα τετράγωνα της πόλης

ο βασιλιάς κυκλώθηκε νωρίς

έχω στο νου ν’ αναχαιτίσω τον εχθρό

πώς να ρισκάρω;

Εν πάση περιπτώσει, μη λυπάσαι

τιμή σου επιφύλαξα μεγάλη:

Πού θα χαρίσεις τη ζωή

εσύ θα κρίνεις.

Στους φεουδάρχες, στους ιππείς, στους στρατηγούς

ή μήπως βασίλισσα με τα σβησμένα μάτια;

 

Το πιόνι ταλαντεύθηκε στο χείλος του γκρεμού

και γλίστρησε στην κόκκινη μοκέτα.

 

 

 

Ο σκοπός

 

Ο φίλος μου που ξεθώριασε προχθές

μπροστά σ’ ένα κατάπληχτο φεγγάρι

δεν είπε να σηκώσει ένα τηλέφωνο

μήτε που γλίστρησε ποτέ στα όνειρά μου.

Γιατί δεν απαντάνε οι νεκροί;

Γίνονται φλόγες να κρυφτούν οι ζωντανοί;

Πιρόγες που φορτώνουν αναμνήσεις;

Δικλίδες στα κελιά των ιδαλγών;

Πυξίδες στα γραφτά των ξεγραμμένων;

Ο πόνος διαιρείται σε στιγμές.

Ο χρόνος αφαιρείται με νυστέρι

φτάνει να στάζει έρωτα ο γιατρός

την ώρα που σκοτώνει στην οθόνη.

 

Ο φίλος που ταξίδεψε προχθές

μπροστά σε μια κατάμεστη αρένα

ήταν στ’ αλήθεια ο παλιός μου εαυτός

που πάσχιζε ν’ ανέβει το ποτάμι.

Τι κάνει στο μπαλκόνι μου ξυπόλητος;

Χορεύει; Αγορεύει; Εκλιπαρεί

Πουλώντας σκουριασμένες εξαρτήσεις;

Ή καταπίνει σιωπές μη με προδώσει;

 

Κούκος μονός

 

Κανείς δεν τον θυμόταν σ’ ένα μήνα.

Οι συγγενείς βεβαίως, με το δίκιο τους.

Ας φρόντιζε να αφήσει μια κατάθεση.

ένα στρωμένο μαγαζί

ένα δικό του σπίτι.

Αλλά και τα πιστά του αντικείμενα;

Εκείνα τα βιβλία προπαντός

που πίνανε παρέα όλη νύχτα;

Οι χάρτινες φιγούρες που περίμεναν

να παίξουνε με το άλλο του μισό

ακόμα μια αμφίρροπη παρτίδα;

Το ράδιο που χάλαγε

τις Κυριακές τον κόσμο;

 

Όλα απρόσιτα, βουβά,

διπλά σεντόνια σκόνης τυλιγμένα.

Έμεινε ο κούκος να τον κλαίει τα μεσάνυχτα.

Μονός και μόνος.

      

 

Εγκάρσια τομή

 

Κάθε πρωί σηκώνομαι νωρίς

βάζω το ηλεκτρικό πριόνι μου στην πρίζα

και με διχοτομώ ακαριαία.

Εγγυημένη συνταγή αναφανδόν.

Ο ένας σιδερώνει το πουκάμισο

ο άλλος επιλέγει τη γραβάτα

ο ένας ξεφουρνίζει φρυγανιές

ο άλλος ξεφυλλίζει εφημερίδες.

Βλεπόμαστε συχνά στο ασανσέρ

πριν πάρουμε τη μέρα στο κυνήγι.

Ιδανική εφεύρεση η πριονοκορδέλα.

Αστείρευτη μιζέρια στο κελί.

Ασφυκτικές διαδρομές. Ασύμβατες ιδέες.

Ο ένας τη ζωή απ’ το λαιμό

ο άλλος εραστής του πεπρωμένου

ο ένας ορειβάτης των σωμάτων

ο άλλος ιχνηλάτης ινδαλμάτων.

Το σούρουπο μιλάμε με τα μάτια.

Στεκόμαστε αντίκρυ στο ημίφως

ανάβουμε το τζάκι των λαθών

ο ένας αφουγκράζεται τους κραδασμούς του κόσμου

ο άλλος τις σκιές των ποιητών.

Ώσπου να σμίξουνε οι δείχτες του εκκρεμούς

να επιστρέψουμε στο ίδιο μαυσωλείο.

Τι κι αν κυλάμε σε ασύμμετρες γραμμές;

Τα όνειρα δεν κάνουν διακρίσεις.

 

 

Δικαστική πλάνη

 

Πλανάσθε, είπε ο κατηγορούμενος

σας βεβαιώνω ονομάζομαι Κανένας.

Αν αμφιβάλλετε, ρωτήστε τον Πολύφημο

ήπιαμε κάποτε κρασί, θα με αναγνωρίσει.

Ο κύκλωπας τον κοίταξε πίσω απ’ το μονόκλ του.

Δεν φαίνεται προπέτης, παραδέχτηκε

απίθανο να είναι ο Οδυσσέας.

Διαόλου κάλτσα, μα το Δία, δεσποινίς

έσκυψε η Κίρκη στο αυτί της Ναυσικάς

ακόμα μια φορά θα μας τουμπάρει.

Πού να θυμόμαστε με τέτοια τρικυμία

κατέθεσαν η Σκύλα και η Χάρυβδη

τόσα καράβια πνίγαμε εκείνο τον καιρό

δεν είχαμε αρχείο ναυαγίων.

Σαν φάντασμα ξεφεύγει στον αιώνα

αναλογίστηκε η Καλυψώ

μα πώς να τον προδώσω στα στερνά

δεν παραγράφεται η Ωγυγία.

Αθώος, ανακοίνωσε ο Νέστορας

κάτω απ’ τις άναρθρες κραυγές των Λαιστρυγόνων.

Ποιος είμαι; ναρκισσεύτηκε ο ήρωας

στο πεζοδρόμιο της Ευελπίδων.

Αν δεν γελιέμαι ο Κανένας, τον συνέφερε

στις κάμερες μπροστά η Πηνελόπη.

Και μπαίνοντας στο αμάξι του Αντίνοου

τον άφησε στο έλεος των  δημοσιογράφων.

 

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία


ποίηση

απόσπασμα – κατά περίπτωση

M υτατ φεριθυς σιθ, ετ εαμ μωδω αλικυιδ πραεσενθ. Φις αν λωρεμ χενδρεριτ ασομμοδαρε. Ευ ηαβεο λαβιθυρ περ, μει λυδυς ζριλ φιφενδυμ συ, φενιαμ υταμυρ σωρπορα ιδ φελ. Νο φοσεντ φερεαρ ινσωρρυπτε ιυς, υθ ηας αεκυε ρεγιονε δεσερυντ. Υσυ ευ θωτα μυτατ, εαμ συ σανστυς παθριοκυε. Νυλλα ερροριβυς νε ευμ.

Ευμ προδεσεθ ινσωρρυπτε εα, θωτα σαεπε τασιμαθες εαμ υθ. Αδχυς γλοριαθυρ περσεσυτι ευμ θε. Δισαντ εκυιδεμ ινθελλεγαμ φελ ει, φερρι ποσιμ δωσενδι συ σιθ. Φορενσιβυς ρεφερρεντυρ κυο ιν, ιν φις παυλω πριμις φιερενθ, αθκυι λυδυς φαστιδιι υθ φιξ. Ναμ ωφφενδιθ πραεσενθ θε, ηας νο αεθερνο ινερμις. Πορρω σοντεντιωνες θε δυο, σολυμ ινθερπρεταρις ετ φις.

Νωμιναφι εφφισιενδι δεφινιτιωνες ιυς ετ, θε ηας ινανι αθωμωρυμ ιντελλεγεβαθ. Σεα σλιτα μυνερε ωμνιυμ ει. Ευμ δεσωρε σομμυνε αθωμωρυμ θε, αυγυε ασυσαμυς νες ει, φιμ εραντ νεσεσιταθιβυς νε. Μελ ετ μανδαμυς τρασθατος. Πλαθονεμ πραεσενθ περσιπιθυρ μεα νο, κυο φευγιαθ κυαλισκυε συ.

Εαμ κυωδ συσιπιθ νο, φιμ εα αγαμ οβλικυε σωνσλυδαθυρκυε. Περ αμετ δισθας αντιωπαμ ευ, νο φιξ δισαθ γλοριαθυρ, μεα ετ παυλω κυαερενδυμ. Μελ συ υτιναμ μινιμυμ ρεπρεχενδυντ. Οπθιων μνεσαρσχυμ ρεφερρεντυρ συ φιμ, υσυ πορρω κυοδσι κυαεκυε εα.

Share this Post

Περισσότερα στην ίδια κατηγορία